Loading...

Η Ναυμαχία των Πατρών


Μοιραστείτε το άρθρο...

Το έτος 1822 σημαδεύεται στη θάλασσα από τέσσερα βασικά γεγονότα: τη ναυμαχία των Πατρών (20-2-1822), τη ναυμαχία των Σπετσών (8-9-1822) και τις πυρπολήσεις της τουρκικής ναυαρχίδας στην Χίο (7-6-1822) και ενός τουρκικού δικρότου στην Τένεδο (27-10-1822).

Του Ιωάννη Κατσαβού
Αξιωματικού ΠΝ, Συγγραφέα, Ερευνητή, Ιστορικού

Το τρίτο δεκαήμερο Ιανουαρίου (24 του μηνός) βγήκε ο τουρκικός Στόλος από τα Στενά, με αρχηγό τον Καρά Αλή. H δύναμή του, αποτελούνταν από 56 μεγάλες (δίκροτα, φρεγάτες, κορβέτες) και μικρές μονάδες, αιγυπτιακά πλοία καθώς και πλοία από την Τυνησία και το Αλγέρι. Στα μεταγωγικά και οπλιταγωγά, που τη συνόδευαν, επέβαιναν 4.000 στρατιώτες από τη Μικρά Ασία με προορισμό την Πελοπόννησο. Προχώρησε στο Αιγαίο, χωρίς να συναντήσει αντίδραση. Στις 27 του μηνός πέρασε ανοικτά από την Ύδρα. Και τότε έγραψαν οι Υδραίοι στους Ψαριανούς τη θερμή έκκληση, για σύντομη προετοιμασία και αποστολή πλοίων, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον εχθρό. «Ας μήν κοιμηθώμεν δύο νύκτας», τους έγραφαν, «διά να ασφαλίσωμεν την δόξαν μας, την ελευθερίαν μας και την σωτηρίαν του Πανελληνίου».

Ο τουρκικός στόλος πέρασε ανοικτά από τη Μονεμβασιά, ανεφοδίασε το Κάστρο της Μεθώνης (29 Ιανουαρίου) και πρόσβαλε χωρίς επιτυχία το Νεόκαστρο. Στις 2 Φεβρουαρίου κατέφυγε στην “ουδέτερη” υπό αγγλική κατοχή Ζάκυνθο όπου και αγκυροβόλησε. Τη φορά αυτή πραγματικά οι Έλληνες έδειξαν σπουδή και ετοιμότητα. Συγκρότησαν μέσα σε λίγο χρόνο έναν αξιόλογο στόλο: 27 υδραίικα, με ναύαρχο τον Ανδρέα Μιαούλη και υποδιοικητές τον Ιωάννη Βούλγαρη και τον Λάζαρο Πινότση, 20 σπετσιώτικα υπό τον Γκίκα Τσούπα και 14-18 ψαριανά με αρχηγούς τον Νικολή Αποστόλη και τον Ανδρέα Γιαννίτση. Μαζί τους είχαν και δύο πυρπολικά, ένα του Ψαριανού Κ. Κανάρη και το άλλο του Δ. Ποριώτη, από τις Σπέτσες.

Στις 8 Φεβρουαρίου ο τρινήσιος Στόλος έπλευσε εναντίον της Τουρκικής αρμάδας. Το περισσότερο ταξίδι του ελληνικού Στόλου έγινε με μεγάλη θαλασσοταραχή και μειωμένη φυσικά ιστιοφορία. Οι τρείς μοίρες του ελληνικού Στόλου έπλευσαν χωριστά, ακολουθώντας βόρεια πορεία και στις 15 Φεβρουαρίου συναντήθηκαν στο στενό Ηλείας – Ζακύνθου. Στο μεταξύ ο Καρά Αλής είχε αποβιβάσει το μεγαλύτερο τμήμα των 4.000 στρατιωτών του στην Πάτρα, ενισχύοντας τη φρουρά της. Εντούτοις, η κακοκαιρία και η θαλασσοταραχή ανάγκασαν τους Έλληνες να αγκυροβολήσουν στα νερά του Μεσολογγίου (16 Φεβρουαρίου), περιμένοντας την βελτίωση του καιρού.

Στην περίσταση αυτή έλαβαν ομόφωνα οι αρχηγοί την απόφαση να χτυπήσουν τον τουρκικό Στόλο, μέσα στο λιμάνι των Πατρών, μόλις θα κόπαζε η τρικυμία. Ομόφωνα βέβαια, αλλά η πρωτοβουλία ανήκε στον Ανδρέα Μιαούλη. Στο μεταξύ, τα περισσότερα πλοία του οθωμανικού Στόλου είχαν μετακινηθεί στο λιμάνι της Πάτρας. Έτσι τη νύκτα της 19ης Φεβρουαρίου την πέρασαν με σύντονες ετοιμασίες. Την άλλη μέρα το πρωί (20 Φεβρουαρίου), παρότι ο καιρός δεν είχε βελτιωθεί, σήκωσε πρώτος άγκυρα ο Μιαούλης και τον ακολούθησαν 14 πλοία (4 υδραίικα, 6 σπετσιώτικα και 4 ψαριανά). Καθώς ο καιρός χειροτέρευε, ήταν μικρή η ορατότητα και προχωρούσαν με δυσκολία και κίνδυνο. Ο εχθρός όμως βρισκόταν μέσα στο λιμάνι και ήταν ευκαιρία τώρα να χτυπηθεί.

Οι Τούρκοι αιφνιδιάστηκαν, δεν περίμεναν με τέτοιον καιρό εχθροπραξίες. Σήκωσαν άγκυρα και πανιά, υπό πραγματικά δύσκολες συνθήκες και με την αναπόφευκτη ταραχή και σύγχυση. Τότε προχώρησε με πολλή τόλμη ο Μιαούλης πρώτος, στο λιμάνι και άρχισε πύρ. Τον ακολούθησε από κοντά το βρίκι του Λάμπρου. Την κορυφαία αυτή ώρα ο Μιαούλης έδειξε την αξία του. Ρίχθηκε ανάμεσα σε δύο φρεγάτες και με το πύρ του τις χώρισε. Η μία φρεγάτα διέφυγε, η άλλη όμως, στην οποία συγκεντρώθηκε η φωτιά των δύο καραβιών (Μιαούλη και Λάμπρου) έπαθε σοβαρές ζημιές. Την ίδια χρονική στιγμή έφθασαν και άλλα ελληνικά πλοία, ενώ τα τουρκικά, βάλλοντα και βαλλόμενα, προσπαθούσαν να βγούν στο πέλαγος. Η σύγκρουση υπήρξε πολύωρη (με διάρκεια μεγαλύτερη από 5 ώρες), αμφίρροπη, και χαρακτηρίστηκε από σφοδρούς κανονιοβολισμούς. Λόγω της θαλασσοταραχής απέτυχε και η επίθεση του ψαριανού πυρπολικού, το οποίο κυβερνούσε ο «Καραβογιάννης» Θεοφιλόπουλος, εναντίον της εχθρικής αρμάδας.

Τελικά το Πυρπολικό κινδύνευσε και ο Καραβογιάννης και το πλήρωμά του κατόρθωσαν να το διασώσουν με δυσκολία. Ο αιφνιδιασμός καταπτόησε τα πληρώματα και οι διοικητές των μουσουλμάνων δεν μπόρεσαν να αντιτάξουν συγκροτημένη άμυνα. Η τρικυμία και ο φόβος των πυρπολικών χειροτέρευε την κατάσταση. Διαφορετικά θα μπορούσαν με το πυροβολικό τους να συντρίψουν τους Έλληνες. Το αντίθετο, κοίταξαν πως να σωθούν. Με ευνοϊκό για τη φυγή τους άνεμο έπλευσαν στη Αγγλοκρατούμενη Ζάκυνθο, με τους Έλληνες να τους καταδιώκουν, οι οποίοι ανέμεναν στα ανοιχτά της Ζακύνθου τον απόπλου της τουρκικής αρμάδας για να της επιτεθούν. Δύο μάλιστα τουρκικά πλοία έπεσαν, από τη βία τους, στα ρηχά, μπροστά στο  λοιμοκαθαρτήριο. Η Αγγλική διοίκηση, επικαλούμενη την «ουδετερότητά» της, ζήτησε από τον Μιαούλη να απομακρύνει τον Στόλο του. Στις 24 Φεβρουαρίου, ο τρινήσιος Στόλος αποχώρησε προς το Μεσολόγγι. Ζημιές μεγάλες υπέστησαν τα πλοία και από τις δύο πλευρές. Δύο ελληνικά πλοία έπαθαν βλάβες από την σύγκρουση, ενώ κινδύνευσε το σπετσιώτικο πλοίο του Γιάννη Κούτση. Είκοσι τραυματίες και έναν νεκρό, τον Νικ. Γερακίνη είχαν οι Έλληνες και πολλούς νεκρούς οι Τούρκοι.

Περισσότερο όμως ενδιαφέρουσα από την περιγραφή μας είναι η αφηγηματική αναφορά των ανδρών που έδωσαν και κέρδισαν τη μάχη:

Τη Υπερτάτη Εθνική Βουλή εις Κόρινθον.

«Χρέος μας ιερόν κρίνομεν να φανερώσωμεν εις την Διοίκησιν του έθνους ως προνοούσαν γενικώς, την κατάστασιν του ελληνικού στόλου. Την 16 του παρόντος εφθάσαμεν εις Μεσολόγγιον με άνεμον Απηλιώτην, ο εχθρικός στόλος ήταν αραγμένος εις Πάτραν. Ημείς βλέποντες επικρατούντα εις ημάς ενάντιον άνεμον, είς δέ τόν εχθρόν δεξιόν καί φοβούμενοι μήπως  κλεισθή ό εχθρός εντός τών φρουρίων είς τόν Κορινθιακόν κόλπον, όπου ηθέλομεν απαντήσει πλειοτέραν δυσκολίαν είς επιτυχίαν του σκοπού μας, απεφασίσαμεν όλοι κοινώς να εισβάλωμεν είς Πάτραν καί μέ άνεμον ενάντιον. Την 20 λοιπόν Φεβρουαρίου, τρείς ώρας πρίν ξημερώση, εσηκώθημεν όλοι είς τά πανιά καί μέ διαφόρους γύρους επλησιάσαμεν είς Πάτραν, οπότε βλέπων ημάς ό εχθρός εναντίον του υπάγοντας, εσηκώθη και αυτός είς τά πανιά. Περί τήν α’ ώραν τής ημέρας εκροτήθη η ναυμαχία και διήρκεσε συνεχώς μέχρι τής έβδομης. Η μάχη έγινε καί έκ των δύο μερών πολλά πεισματώδης, μία φρεγάτα του εχθρού κατεχαλάσθη  καί άλλα πολλά εβλάφθησαν εις κάμποσα μέρη, εφονεύθησαν δέ έξ αυτών (ώς εμάθομεν έκ Ζακύνθου, όπου επήγαν να διορθωθώσι) έως εκατόν τριάκοντα, έξ ημών δέ επληγώθησαν έως είκοσι. Κατά κακήν τύχην ηύξησε πολύ ο άνεμος καί ούτω ηναγκάσθημεν νά επιστρέψωμεν αναβάλλοντες είς ούριόν μας άνεμον τήν δευτέραν εφόρμησιν… »

 Στη συνέχεια της ίδιας αναφοράς τους ανιστορούν οι Έλληνες αρχηγοί τα μετά τη ναυμαχία συμβάντα:

«Υπήγαμε λοιπόν, καί αράξαμεν είς τόν Πύργον, με σκοπόν να κάμωμεν νερόν καί νά παρασκευασθώμεν ολίγον εξοικονομούντες τους πληγωμένους. Εκεί όπου αράξαμεν ήλθεν έν Αγγλικόν μπρίκιον, σταλμένον επίτηδες από την Αγγλικήν της Ζακύνθου Διοίκησην, διά να μας είπη ότι η Αγγλική Διοίκησις έχει σταθεράν απόφασιν να φυλάξη αυστηρώς την οποίαν εκήρυξεν εις όλας τας Ευρωπαίας δυνάμεις ουδετερότητα. Κατά ταύτα ούτε σείς ούτε οι Οθωμανοί έχουν την άδεια ν’αράξωσιν εις τους λιμένας μας, παρεκτός όταν αναγκασθήτε από φυσικήν τινα δυστυχίαν διά τούτο εδιώχθηκαν και χθές οι Οθωμανοί έκ Ζακύνθου. Πρός τούτοις τι ζητείται από τας Ιονικάς νήσους; Αυτά ήσαν τα λόγια του Άγγλου. Ημείς νομίζοντες ότι ο εχθρός ευρίσκεται είς Πάτραν πάλιν, καί έχοντες ούριον άνεμον, εφθάσαμεν χθές εις Μεσολόγγιον το εσπέρας, αλλά παρ’ελπίδα μανθάνομεν ότι δέν είναι είς Πάτραν καί φαίνεται ότι διά νυκτός ετράβηξε μεταξύ Ζακύνθου καί Κεφαλληνίας, ώστε αγνοούμεν που υπάγει, ή είς Πρέβεζαν ή είς τα κάτω μέρη».

‘Εκ του Μεσολογγίω ελληνικού στόλου την 25 Φεβρουαρίου 1822 έν ονόματι των καπεταναίων του ελληνικού στόλου:

                     Έκ Ψαρών                                                             Έκ της Ύδρας

               Νικολής Αποστόλης                                                 Ανδρέας Μιαούλης

              Ανδρέας Γιαννίτσης                                                  Ιωάννης Βούλγαρης

                                                                                                       Λάζαρος Πινότσης

Έκ Σπετσών

Γκίκας Τσούπας

Αργότερα οι Τούρκοι εγκατέλειψαν το Ιόνιο, έπλευσαν στο Κρητικό Πέλαγος, από εκεί ανέπλευσαν το Αιγαίο και μπήκαν στα Στενά. Οι Έλληνες άφησαν 9 πλοία (4 υδραίικα, 3 σπετσώτικα και 2 ψαριανά) να περιπολούν στον Πατραϊκό και το Ιόνιο και γύρισαν στα νησιά τους.

Η ναυμαχία των Πατρών η πρώτη εκ παρατάξεως μάχη του ελληνικού στόλου με ισχυρή δύναμη της Αρμάδας και παρά τη συντριπτική διαφορά ισχύος έληξε με λαμπρή νίκη των Ελλήνων, κυρίως ηθική. Ο Αρχινάυαρχος του τουρκικού Στόλου Καρά Αλής δεν μπόρεσε να εκτελέσει την αποστολή του και έφυγε κατησχημένος. Οι Έλληνες αντελήφθσαν πλήρως την ανικανότητα των Τούρκων ως θαλασσομάχων και τη δική τους ικανότητα να αντιμετωπίζουν τα γιγαντιαία πολεμικά τους όχι μόνο με πυρπολικά, αλλά και σε κανονική ναυμαχία παράταξης.

Τέλος το Ελληνικό ναυτικό ήταν κυρίαρχο τόσο στο Αιγαίο όσο και στο Ιόνιο Πέλαγος. Η κύρια δύναμή του επέστρεψε στα ναυτικά νησιά, εκτός από μία μοίρα με επικεφαλής τον Ναύαρχο Α. Μιαούλη, η οποία παρέμεινε στο Μεσολόγγι.


Βιβλιογραφία- Πηγές:

-Αλεξανδρής Κ.: Αί ναυτικαί επιχειρήσεις του υπέρ ανεξαρτησίας αγώνος, 1821-29, Αθήναι 1930.

-Αντωνιάδης, Έμ. Π.: Πολεμικόν Ναυτικόν της Ελλάδος, Αθήναι 1838.

-Κόκκινος, Διον.: Η Ελληνική Επανάστασις, τ. 1-12, Αθήναι 1956-1960.

-Κριεζής, Α.Ε.: Πλοία και ναυμαχίαι του ’21, Αθήναι 1961.

-Κωνσταντινίδης, Τρύφ.: Καράβια, καπεταναίοι και συντροφοναύται (1800-1830). Εισαγωγή εις την Ιστορίαν των ναυτικών επιχειρήσεων του Αγώνος, Αθήναι 1951.

-Κώνστας, Π.: Ναυτική εποποιΐα του 1821, Αθήναι 1971.

-Λαζαρόπουλος, Ιω.: Το πολεμικόν ναυτικόν της Ελλάδος (1821-1833), από Ανεξαρτησίας μέχρι Βασιλείας Όθωνος, Αθήναι 1936.

-Μελετόπουλος, Ιω.: Το ναυτικόν του 1821, Αθήναι 1971.

-Παπαρρηγόπουλος, Κωνστ.: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. 1-6, Αθήναι 1925.

-Πρωτοψάλτης, Ε.Γ.: Η επανάστασις του 1821 και η περί αυτής Ιστοριογραφία (ανάτυπο), Αθήναι 1975.

-Ρόζος, Ευ. Γ.: Οι Νησιώτες του Αιγαίου στον Αγώνα, Αθήναι 1971.

-Σαχτούρης, Γ.: Ιστορικά ημερολόγια του Ναυτικού Αγώνος, Αθήναι 1890.

-Φωκάς, Δημ.: Το ναυτικό του ’21, Αθήναι 1951.

-Σίμψας Μ.: Το Ναυτικό στην Ιστορία των Ελλήνων, τομ. Γ’, Δ’, Αθήνα, 1982.

-Αδαμοπούλου – Παύλου Κωνσταντίνα και Πρασσά Αννίτα: Ανδρέας Μιαούλης (1769-1835). Από την Υπόδουλη ως την Ελεύθερη Ελλάδα, Αθήνα, 2003.

-Γιαννόπουλος Νίκος: Η Ναυμαχία της Πάτρας (1822), Ναυτική Ιστορία, τεύχος 10, εκδ. Περισκόπιο, Απρίλιος – Ιούλιος 2007.

-Δεληγιάννης Περικλής: Ο Ναυτικός Αγώνας της Επανάστασης – Η Εδραίωση της Ελληνικής Επανάστασης στη θάλασσα (1822-1823), «Η Ναυμαχία της Πάτρας», Στρατιωτική Ιστορία, εκδόσεις Περισκόπιο, Αθήνα, 2009.







Μοιραστείτε το άρθρο...
Ετικέτες:

Newsroom

Σκοπός μας είναι η προβολή και ανάδειξη της ιστορικής κληρονομιάς, του περιβαλλοντικού πλούτου καθώς και της πολιτιστικής και πολιτισμικής παράδοσής μας. Στόχος μας είναι η ενημέρωση των επισκεπτών και η έμπρακτη συμβολή ούτως ώστε ο νομός Αιτωλοακαρνανίας να γίνει ένας δημοφιλής τουριστικός προορισμός.
iAitoloakarnania.gr

Φανταστικά τοπία, σπουδαία ιστορία, υπέροχοι άνθρωποι!