Ένα οδοιπορικό στα Μαναστράκια και στα Βριστιανά Ξηρομέρου μέσα από τη καθημερινότητα του τσοπάνη που αντιστέκεται στον χρόνο!
Ξεναγεί ο Δημήτριος Ν. Αγγέλης
Φωτογραφίες: Χαρά Δ. Αγγέλη
Α. Μαναστράκια: H στάνη του Νίκου Δ. Αγγέλη
Τούτος ο τόπος που λέγεται Μαναστράκια στο χωριό Μαχαιράς Ξηρομέρου τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα φιλοξενούσε το κοπάδι του Νίκου Αγγέλη.
Μαντριά κατασκευασμένα με πέτρα, ξύλα και τσίγκια προστάτευαν τα ζώα κυρίως στις δύσκολες καιρικές συνθήκες του χειμώνα. Ο ίδιος ο τσοπάνος ήταν και μάστορας και με εξαιρετική επιμέλεια είχε κατασκευάσει: γιδομάντρι, στερφομάντρι, γαλαρομάντρι, στρούγγα, καλύβα.
«Αυτός ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!» Οδ.Ελύτης
Ο πανδαμάτωρ χρόνος τα σάρωσε όλα… Σώζονται μόνο κάποιες μάντρες από τεράστιες πέτρες για να αφηγούνται την ιστορία της άλλοτε ζωντανής και ακμάζουσας στάνης του μερακλή τσέλιγκα Νίκου Δ. Αγγέλη.
H μνήμη του παιδιού του όμως, μπορεί να ξαναστήσει τη στάνη και τα μαντριά, να ζωντανέψει το κοπάδι και να αναστήσει τον Πατέρα!
Ο Δημήτρης Αγγέλης ξεναγεί και αφηγείται τη βιωμένη εμπειρία του στο γιδομάντρι και στη βοσκή του κοπαδιού…
Καλύβα: Ο χρόνος την έχει ισοπεδώσει. Μόνο πέτρες έχουν απομείνει. Και οι πέτρες αφηγούνται την ιστορία της…
Εικονοστάσι: ένα μικρό εικονοστάσι πάνω σε βράχο. Δείγμα της θρησκευτικής ευλάβειας των ξωμάχων.
Γαλατοδοχεία ή γαλατοπαφίλια: δοχεία για τη μεταφορά του γάλατος από τη στάνη στο χωριό.
Η σημαντική ελιά: Στον ίσκιο της στρώθηκε πολλές φορές το τραπέζι του κούρου. Όπου οι κουρευτάδες έτρωγαν το ψητό κατσίκι μετά την ολοκλήρωση του κουρέματος των ζώων. Ο κούρος γινόταν το μήνα Μάη.
Τσουγγανάκια: Ο Δ. Αγγέλης με τη γκλίτσα του τσοπάνη αναπολεί τα βιώματα των παιδικών και εφηβικών χρόνων στα Τσουγγανάκια. Εδώ θυμάται και αφηγείται ένα τραυματικό περιστατικό στην κορυφή του λόφου που του έχει αφήσει ένα σημαδάκι στα φρύδια και στην ψυχή…
Β. Βριστιανά: Τόπος κτηνοτρόφων
Σ’ αυτό το χώρο συναντιούνταν όλα τα κοπάδια της ευρύτερης περιοχής, κυρίως για το πότισμα. Εδώ υπάρχουν δύο πηγάδια και μια φυσική λεκάνη, «λούτσα» νερού.
Δίπλα στο κεντρικό πηγάδι υπήρχε μια τεράστια βελανιδιά. Στον ίσκιο της ξεκουράζονταν οι κτηνοτρόφοι και συζητούσαν την καθημερινότητα και τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν. Δυστυχώς αυτό το δέντρο σήμερα δεν υπάρχει. Διασώζεται όμως στη μνήμη των ανθρώπων που δροσίστηκαν στη σκιά του, όπως το παιδί τότε Δημήτριος Αγγέλης, που τα αφηγείται τώρα στα παιδιά του.
Βρίσκονται στο Διάσελο, βαδίζουν προς τα Βρίστιανα και θαυμάζουν από μακριά το βουνό Βίτσι και τη Σέλα, σιγοτραγουδώντας το δημοτικό τραγούδι της περιοχής:
«Ρημάξανε τα διάσελα και του βουνού οι στράτες…»
Το τεράστιο δέντρο όπου στάλιζαν τα γίδια για να προστατευτούν από το λιοπύρι του καλοκαιριού. Η επιλογή του συγκεκριμένου δέντρου δεν ήταν τυχαία!
Στη σκια του δέντρου η συζήτηση στρέφεται γύρω από το κοπάδι και την ονομασία των γιδιών.
Ο Δ. Αγγέλης θυμάται τα ονόματα των ζώων που δινόταν ανάλογα με τα χαρακτηριστικά που είχαν:
Μούσκα: έχει άσπρες τρίχες στη μουσούδα και στη βάση των αυτιών.
Μπάρτσα: λευκά ή σκούρα μπαλώματα με μαύρα
Γκέσα: κάθετες γραμμές στα μάτια προς τη μύτη
Ψαριά: ασπροκόκκινες τρίχες ανάμεικτες
Σούτα: χωρίς κέρατα
Μπούτσκα: έχει καφέ τρίχωμα στα μάγουλα
Τσούρα: έχει μικρά αυτιά
Παρδαλοκόκκινη: κόκκινη και άσπρη
Λιάρα: μαύρες και άσπρες τρίχες σε όλο το σώμα
Λαούσα: άσπρες τρίχες κάτω από το λαιμό στο εσωτερικό των αυτιών
Καψαλή: έχει χρώμα σκουροκίτρινο
Μπλαχούρα: μεγάλα αυτιά
Παλκουκέρα: όρθια κέρατα σαν παλούκια
Μσουκέρα: κέρατα πίσω κυκλικά από τα αυτιά
Κακαβούσα: έχει κέρατα όρθια και τσιγκελωτά γυριστά μπροστά
Κορελάτη: κάτω από το λαιμό ένα ή δυο σκουλαρίκια
Λαγκουνάτη: μπάλωμα άσπρο στο πλευρό
Τσουραπάτη: άσπρο μπάλωμα στο πόδι
Ζωναράτη: ζώνη άσπρη γύρω από την κοιλιά
Κουτσοκέρα: έχει ένα κέρατο,το άλλο είναι σπασμένο
Καλαμοβίζα: έχει μακριά ,ίσια βυζιά
Σακλουμάσταρη: έχει βυζιά μαζεμένα σαν σακκούλες
Κανούτα ή γαλάζα: έχει γκρι χρώμα
Κόκκινη: έχει κοκκινωπό τρίχωμα
Ζάρκο: χωρίς τρίχωμα
Φλώρα: άσπρη μονόχρωμη
Ρούσα: σαν λερωμένο λευκό, κιτρινωπό χρώμα
Ο Δ.Ν. Αγγέλης ξεναγεί το γιο του Νίκο στα Βρίστιανα. Στα «χώματα με ιστορία», όπως τα χαρακτηρίζει ο ίδιος! Στα χώματα που πότισε με ιδρώτα και αίμα ο τσέλιγκας πατέρας Νίκος Αγγέλης.
Ίσως ο γέρο τσέλιγκας να τους παρακολουθεί χαρούμενος από κάποιο μικρό μονοπάτι που έχει κλείσει σήμερα από την πυκνή βλάστηση…
Γ. Τα εργαλεία του Τσοπάνη
η χρησιμότητα των «άχρηστων» αντικειμένων
Με αφορμή αυτή την περιήγηση επιστρέφοντας στο σπίτι η συζήτηση συνεχίστηκε για τη ζωή και τα εργαλεία που χρησιμοποιούσε ο παππούς Νίκος.
Στην αποθήκη του σπιτιού φυλάσσονται ελάχιστα από τα πενιχρά εργαλεία της εποχής του:
Σαλιβάρια ή καπίστρια: ειδικά ξυλάκια πελεκημένα, δεμένα με ιδιαίτερο τρόπο για την αποκοπή του θηλασμού των μικρών κατσικιών.Ο Ν.Αγγέλης με τέχνη και λεπτότητα τα πελεκούσε ο ίδιος.
Πριόβολος: ένα μικρό εργαλείο που με το στουρνάρι και την ίσκα χρησίμευε για το άναμμα της φωτιάς. Χρήσιμο επίσης για το τρόχισμα των μαχαιριών.
Ίσκα: μύκητας επεξεργασμένος.
Στουρνάρι: μια ειδική πέτρα που πάνω της τοποθετούσαν την ίσκα και με την τριβή του πριοβόλου άναβε η φωτιά.
– Μπαμπά, χάρη σ’ αυτή τη συζήτηση και εξήγηση της χρησιμότητας αυτών των άχρηστων πια εργαλείων και ιδιαίτερα του πριοβόλου και της ίσκας κατάλαβα αυτά που γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης για το δικό του παππού. Και εκείνος με τον ίδιο τρόπο άναβε το τσιγάρο του. Το διάβασα στο βιβλίο: Αναφορά στον Γκρέκο!
Αυτά είπε η Ειρήνη, φοιτήτρια της Φιλοσοφικής Αθηνών. Και διευκρίνησε: ο Καζαντζάκης χρησιμοποιεί τη λέξη πυροβόλος και όχι πριόβολος.
Καλύτερα να σας διαβάσω την παράγραφο:
«Έβγαζε από τον κόρφο του μια δερμάτινη καπνοσακούλα, έστριβε τσιγάρο, έπαιρνε το πυροβόλο και την ίσκα, άναβε και κάπνιζε, κοιτάζοντας ευτυχισμένος τη θυγατέρα του, τ’ αγγόνια του, το σπίτι.[…] Και κάπνιζε, έβγαζε καπνούς από τα ρουθούνια του και χαμογελούσε.
[…] Και χαίρουμαι γιατί όσο ζω θα ζει κι αυτός(ο παππούς) μέσα μου…»
Δύο ξύλα ειδικά πελεκημένα για την αποκατάσταση των σπασμένων ποδιών των γιδιών του. Ο τσοπάνος τότε είχε στοιχειώδεις γνώσεις κτηνιατρικής…
Κοπίδι και βελόνα: τα χρησιμοποιούσε για το ράψιμο λουρίδων για τα κουδούνια που θα περνούσε στο λαιμό των ζώων Επίσης το χρησιμοποιούσε για την επιδιόρθωση των δικών του αρβύλων.
Ένα ειδικό σανίδι: απαραίτητο για το κόψιμο των ξερών καπνόφυλλων που χρησιμοποιούσε για κάπνισμα.
Σουγιάς: απαραίτητος για καθημερινή χρήση. Κόψιμο ψωμιού και τυριού που είχε πάντα στο σακούλι του. Χρήσιμος επίσης για το σφάξιμο μικρών κατσικιών.
Το κουροψάλιδο: Ένα μεγάλο ψαλίδι για το κούρεμα των ζώων. Το μαλλί των γιδιών χρησίμευε στην υφαντική μάλλινων υφασμάτων. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα σαΐσματα (ειδικά για στρώσιμο του σπιτιού) και τις κάπες των τσοπάνηδων.
Η γκλίτσα: Απαραίτητο εργαλείο-σύμβολο του τσοπάνη.
«Ο γραμματικός την πένα του, ο γεωργός τα’ αλέτρι του, ο παπάς το πετραχήλι του κι ο τσοπάνος τη γκλίτσα του!» γράφει ο Δ.Λουκόπουλος.
Απλά εργαλεία. Ωστόσο πολύ σημαντικά για εκείνον που τα χρησιμοποιούσε…
Ικανά επίσης, να ξυπνήσουν μνήμες σε όσους βίωσαν την παραδοσιακή κτηνοτροφία. Να μεταδώσουν γνώσεις σε όσους δεν είχαν αυτή τη βιωμένη εμπειρία. Να προκαλέσουν πολλά συναισθήματα στα παιδιά και στα εγγόνια του τσέλιγκα Νίκου Αγγέλη. Αυτή είναι η χρησιμότητα των άχρηστων…