Ένα εξαίρετο αφιέρωμα γύρω από τα σημαντικά κεφάλαια της μουσικής παράδοσης στα χωριά του δήμου Σολλίου…
Στα χρόνια της ελληνικής επανάστασης του 1821, πριν, αλλά και μετά την επαναστατική περίοδο, είχε επικρατήσει η συνήθεια, στο «μπουλούκι» ή στην εκατονταρχία ή στην χιλιαρχία, να πλαισιώνεται με δυο τρία παλικάρια, «μουσικούς» και να παίζουν διάφορα όργανα, έγχορδα, πνευστά και κρουστά προς τέρψη και ευχαρίστηση των παλικαριών τους. Κι έπαιζαν όχι μόνο στα κλέφτικα λημέρια τους, αλλά και σε χωριά όπου έβρισκαν φιλόξενο κατάλυμα και τους δίνονταν η ευκαιρία για ξεφάντωμα.
Ο Νικόλαος Κασομούλης στα Στρατιωτικάτου Ενθυμήματα, τόμος Γ, σελ.74, υποσημ. 2, μας δίνει πολύτιμη πληροφορία, που ενδιαφέρει εμάς τους Ξηρομερίτες και δη τους π. Δήμο-Σολλιώτες, νύν πολίτες της Δ.Ε. Αλυζίας του Δήμου Ξηρομέρου. Αναφέρει ο Κασομούλης στα Στρατιωτικά του Ενθυμήματα. «Ο Γεωργούλας Παλαιογιάννης, από τον Βάρνακα, Εκατόνταρχος της Χιλιαρχίας, λαλούσεν πολλά γλυκά τον βαγλαμάν, ο Παλαιοκώστας (επίσης πεντηκόνταρχος) το βουζούκι και άλλοι της Χιλιαρχίας κατώτεροι αξιωματικοί με λιογκάρα και ικιτέλια, ακολουθούντες αυτούς, προξενούσαν την μεγαλυτέραν ηδονήν εις τους Έλληνας συναδέλφους των».
Αρχοντοχωρίτες στο πανηγύρι του χωριού γύρω στα 1953. Εκ δεξιών: Χρήστος Σαλτός, Γιάννης Καρκάσης (κλητήρας) και ο Χρήστος Ντάγλας. Στο βάθος λεωφορείο εκείνης της εποχής, η πλατεία του χωριού εντελώς αδιαμόρφωτη και στο βάθος τα σπίτια τα Καλλιμανέϊκα και τα Λιρομητσέϊκα.
Φαίνεται ότι οι Βαρνακιώτες αγωνιστές του ́21, θα ήταν επιδέξιοι και εξαίρετοι Λαϊκοί Οργανοπαίχτες, όπως μας αναφέρει ο ιστορικός-ενθυματογράφος του ́21 Νικόλαος Κασομούλης. Ο Βάρνακας Ξηρομέρου, η κοιτίδα της κλεφτουριάς και της αντρειοσύνης, εξού και το παραδοσιακό τραγούδι. «Στον Βάρνακα τα Καπετανάτα και στη Ζάβιτσα τ ́αρχοντάτα».
Αλλάκαιη κοιτίδα του αρματολισμού του Ξηρομέρου και της Ακαρνανίας γενικότερα, είναι όπως φαίνεται απ’ τις γραπτές αλλά και προφορικές πηγές και η κοιτίδα της Λαϊκής παραδοσιακής μουσικής κομπανίας.
Δημιούργησε, ο Βάρνακας, παράδοση, που συνεχίζεται ως τις μέρες μας, κάτι που συμβαίνει, έντονα και στη γειτονική Κανδήλα, στην οποία πρέπει να σημειωθεί, ότι μετά το 1821-1830, εγκαταστάθηκαν πολλοί Βαρνακιώτες, λίγοι απ΄ τον Βάτο, αλλά κι μερικοί από τη Ζάβιτσα.
Αυτά τα δύο χωριά (Βάρνακας και Κανδήλα) έδωσαν και εξακολουθούν να δίνουν και τώρα, πληθώρα Λαϊκούς Οργανοπαίχτες και καλούς τραγουδιστάδες με πανελλήνια εμβέλεια, όπως ο εν ζωή, σολίστ και δάσκαλος παραδοσιακών οργάνων, ο λαουτιέρης Χρήστος Σπ. Ζώτος και ο πριν 16χρόνια εκλιπών και γνωστότατος τραγουδιστής Τάκης Καρναβάς.
Τα όργανα που έπαιζαν μέχρι τέλη του περασμένου αιώνα αλλά και μέχρι το 1940, ήταν τα έγχορδα, τα μπουράς, μπαγλαμάς, βουζούκι (καμία σχέση με το σημερινό μπουζούκι), λιογκάρι, όλα της ίδιας μουσικής οικογένειας, αλλά με παραλλαγές στις χορδές, στα διαστήματα, οπότε και στον ήχο, το πνευστό νάϊ που έμοιαζε με τη τζαμάρα, αλλά ήταν πολύ γλυκόλαλο, όπως μας αναφέρει ο δάσκαλος της παραδοσιακής Μουσικής Χρήστος Ζώτος, το ντέφι μεγάλο σαν ταψί, που κρατούσε τον χρόνο (νιχό) και το οποίο σήμερα έχει αφανιστεί απ τις κομπανίες, με εξαίρεση αυτούς που επιμένουν παραδοσιακά.
Απ τους καλλίτερους στο ντέφι ήταν, κατά το Χρ. Ζώτο, αλλά και για τον γράφοντα, που είχε την τιμή να τον γνωρίζει και προσωπικά, ήταν ο Γιάννης Βαρδής απ ΄τον Βάρνακα (Βάτος).
Η Ζυγιά (κομπανία) στην αρχή ήταν τριμελής και την αποτελούσαν, ο ταμπουράς ή το βουζούκι, το νάϊ και το ντέφι. Αργότερα, στις αρχές του 1900-1910, η κομπανία πήρετ η γνωστή, κλασική μορφή, με το κλαρίνο, το βιολί, το σαντούρι, το λαούτο και το ντέφι.
Την παράδοση του Βάρνακα συνέχισαν, ο Σωτήρης Παληογιάννης με το νάϊ κι ο Γιάννης Καρναβάς με το λαούτο, που έπαιζαν γύρω στα 1895-1905 με 1910, ενώ δεν έχουν διασωθεί μνήμεςγια άλλους σύγχρονους με τους παραπάνω ή προγενέστερους λαϊκούς οργανοπαίχτες.
Η πρώτη συστηματική Δημο-Σολλιότικη και Ξηρομερίτικη κομπανία, συγκροτήθηκε στην Μουσικομάνα ΚΑΝΔΗΛΑ, γύρω στα 1910–1915, από τον κλαριτζή, Γιαννακό Κόλιο, που στο ξεκίνημά του, όπως αναφέρουν οι Κανδηλιώτες Μουσικοί, ήταν βιολιτζής. Ο Γιαννακός Κόλιοςυπήρξε αυτοδίδακτος,αλλά έγινε αρκετά καλός τεχνίτης και έπαιζε γλυκά καιπαραπονιάρικαλένε οι παλιοί.
Τ ́άλλα μέλη αυτής της πρώτης κομπανίας ήταν οι Αφοί Μουρκούση, ήτοι: ο Μήτσος με το βιολί, ο Σταύρος με το λαούτο και ο Μίχας με το ντέφι. Η ακτίνα δράσης αυτής της κομπανίας περιορίζονταν στα χωριά του τ. Δήμου Σολλίου [Ζάβιτσα, Μερδενίκου, Βάτος, Βάρνακας, Κανδήλα και Μύτικας], αλλά δρούσε και στα γύρω απ΄τον Δήμο Σολλίου χωριά, όπως τα χωριά: Ζαβέρδα (Πάλαιρος), Μοναστηράκι, Αη–Βασίλη, (Θύριο), Τρύφου, Κατούνα, Μαχαλάς (Φυτείες), Μαχαιρά, Δραγαμέστο, Βλυζιανά, Αστακό, αλλά και στα νησιά Κάλαμος και Καστός.
Αυτή την περίοδο εμφανίζονται και άλλοι Βαρνακιώτες Μουσικοί λαϊκοί οργανοπαίχτες, όπως οι: Αποστόλης Βαρδής καλό βιολί και γνώστης παλιών οργανικών σκοπών, ο Γιώργος Καρναβάς (πατέρας του Τάκη Καρναβά) που λένε ότι ήταν τεχνίτης καλός στο λαούτο, αλλά και καλός τραγουδιστής. Ο μπάρμπα-Γιώργο Καρναβάς είχε κάμποσα χρόνια πριν το 1940 αλλά και μετά, δικιά του κομπανία-ζυγιά, που έπαιζαν μαζί του και ο καταγόμενοι απ΄τη Ζάβιτσα (Αρχοντοχώρι) αδερφοί Νίκος Διον. Χατζαράς (κλαρίνο) και Φωτάκης Διον. Χατζαράς (ντέφι). Άλλος κλαριτζής από τον Βάρνακα ήταν κι ο Ζαχαρής Ζαρκαδούλα, αυτοδίδακτος κι αυτός και με καλό φύσημα.
Νεότεροι Δημοσολλιότες λαϊκοί οργανοπαίχτες ήταν και οι: Γιώργος Μουρκούσης (βιολί), ο Τάκης Μουρκούσης (ντέφικαισαντούρι). Οι Μουρκουσαίοι έπαιζαν σχεδόν ως το πόλεμο του 1940.
Ο Σπύρος Ζώτος ή Μαύρος (πατέρας του σημερινού πασίγνωστου στο πανελλήνιο, λαουτιέρη, Χρήστου Ζώτου) ήταν απ΄τα καλλίτερα λαούτα αλλά και πολύ καλλικέλαδος τραγουδιστής. Ο μπάρπα-Σπύρος ο Ζώτος κατάγονταν απ’ την περιοχή του Λούρου Πρεβέζης, αλλά έζησε, δούλεψε, απόκτησε οικογένεια και πέθανε στην Κανδήλα.