Σημαντική μείωση της έκτασης της τεχνητής Λίμνης του Μόρνου παρατηρείται τον τελευταίο μήνα λόγω της απουσίας βροχών, των υψηλών θερμοκρασιών αλλά και ως αποτέλεσμα του πολύ ήπιου χειμώνα με τις ελάχιστες χιονοπτώσεις στα ορεινά, όπου η τήξη τους δεν πρόσφερε τα μέγιστα στον υδροφόρο ορίζοντα.
Πιο συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψη τα δορυφορικά δεδομένα που επεξεργάστηκε το climatebook, από τον δορυφόρο Sentinel-2, στις 2 Ιουλίου 2023 (ένα χρόνο πριν) η συνολική έκταση της επιφάνειας της λίμνης ήταν ~16.5 km², ενώ στις 26 Ιουνίου 2024 υπολογίστηκε ~12.8 km². Την συγκεκριμένη χρονική περίοδο η έκταση της λίμνης είναι κατά 15-20% συρρικνωμένη σε σχέση με την μέση τιμή από το 2010.
Η έκταση της τεχνητής Λίμνης του Μόρνου για την συγκεκριμένη χρονική περίοδο υπολογίζεται ως η μικρότερη από το 2010 που υπάρχουν δορυφορικές παρατηρήσεις πολύ υψηλής ανάλυσης. Σημειώνοντας, πως η τεχνητή Λίμνη του Μόρνου αποτελεί τον κύριο ταμιευτήρα ύδρευσης της Αθήνας.
Η έλλειψη αξιόλογων βροχοπτώσεων, η επιμονή των πολύ υψηλών θερμοκρασιών αλλά και οι λιγοστές χιονοπτώσεις του χειμώνα αυξάνουν τον κίνδυνο λειψυδρίας για την συνέχεια του καλοκαιριού σε πολλές περιοχές της χώρας.
Συναγερμός στην ΕΥΔΑΠ – Αδειάζουν τα αποθέματα νερού στην Αθήνα
Αν και κατά καιρούς ο Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΥΔΑΠ, Χάρης Σαχίνης, έχει αναφέρει ότι σε γενικές γραμμές τα αποθέματα νερού που τροφοδοτούν την Αθήνα και γενικότερα το Λεκανοπέδιο της Αττικής είναι υπό έλεγχο και δεν ανησυχούν τη διοίκηση της ΕΥΔΑΠ, εντούτοις, φαίνεται να μπαίνουμε σε φάση «συναγερμού».
Η παρατεταμένη ανομβρία των τελευταίων δύο ετών, η έλλειψη χιονοπτώσεων και η συνεχιζόμενη ξηρασία «χτυπάνε καμπανάκι» στην ΕΥΔΑΠ για την επάρκεια νερού στην Αττική, όπου μένει σχεδόν ο μισός πληθυσμός της Ελλάδα, αν και σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα δεν φαίνεται να υπάρχει μεγάλο πρόβλημα. Ωστόσο, η κλιματική κρίση προκαλεί… «συναγερμό» στην ΕΥΔΑΠ. Ενημερώνοντας την αρμόδια επιτροπή υδάτινων πόρων της Βουλής για τον σχεδιασμό της ΕΥΔΑΠ για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Χάρης Σαχίνης, σημείωσε πως μέσα στους τελευταίους μήνες παρουσιάστηκε ένα έλλειμμα 250 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων στους ταμιευτήρες νερού.
Πάντως, όπως ανέφερε ο επικεφαλής της ΕΥΔΑΠ, ακόμη και αν επικρατήσουν οι ίδιες συνθήκες, τα επόμενα 3 με 5 χρόνια η Αθήνα δεν θα έχει κάποιο έντονο πρόβλημα λειψυδρίας. Ωστόσο, είναι πραγματικότητα ότι σταδιακά οι ταμιευτήρες και τα υδάτινα αποθέματα… στερεύουν. Με την ΕΥΔΑΠ να έχει λάβει ήδη την απόφαση να περάσει στα εφεδρικά συστήματα πηγών και γεωτρήσεων από την ερχόμενη εβδομάδα.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η Αττική καταναλώνει περίπου 400 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού τον χρόνο. «Με όλα αυτά τα έργα τα οποία έχουν γίνει τις προηγούμενες δεκαετίες και τον Μόρνο και τον Εύηνο ουσιαστικά όσο νερό μπαίνει στους ταμιευτήρες μας τόσο νερό βγαίνει, μπαίνουν 400 εκατομμύρια κυβικά και βγαίνουν 400 εκατομμύρια κυβικά.
Πρόπερσι και εμείς βλέπουμε υδρολογικές περιόδους, δηλαδή αρχίζουμε από τότε που αρχίζει να βρέχει, να χιονίζει, έχουμε περισσότερο νερό στους ταμιευτήρες μας και μετά έρχεται το καλοκαίρι δεν βρέχει και το νερό μειώνεται. Στο τέλος της προπέρσινης υδρολογικής περιόδου, δηλαδή τον Σεπτέμβριο του 2022, οι ταμιευτήρες μας είχαν 1,1 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα, 1100 εκατομμύρια κυβικά μέτρα.
Αντί να μείνουν σταθερά στο τέλος της επόμενης υδρολογικής περιόδου, δηλαδή τον Σεπτέμβριο του 2023, αυτό μειώθηκε στα 950 εκατομμύρια κυβικά μέτρα, άρα χάσαμε 150 εκατομμύρια. Επίσης βλέπουμε, γιατί το παρακολουθούμε συνέχεια αυτό, ότι δεν έβρεξε, δεν χιόνισε φέτος καθόλου, ακόμη χειρότερα από πέρυσι και πιστεύουμε στο τέλος της υδρολογικής αυτής περιόδου θα είμαστε στα 700 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Άρα έχουμε ένα έλλειμμα 250 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων, το οποίο παρουσιάστηκε τους τελευταίους μήνες ειδικά», ανέφερε ο κ. Σαχίνης.
Σύμφωνα με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΕΥΔΑΠ υπάρχουν και άλλες πηγές, οι οποίες θα μπούνε σε λειτουργία, ώστε να αυξηθούν τα αποθέματα που έχουμε. Αυτές οι πηγές είναι οι πηγές της Μαυροσουβάλας, οι οποίες είναι κάτω από την Πάρνηθα και είναι οι πηγές του μέσου ρου του Βοιωτικού Κηφισού, οι οποίες είναι κοντά στην Υλίκη.
«Αυτές δεν τις χρησιμοποιούμε και δεν τις βάζουμε, γιατί έχουν ενεργειακό κόστος. Το νερό από το Μόρνο και τον Εύηνο έρχεται με βαρύτητα και, μάλιστα, παράγει και ενέργεια. Αυτές οι πηγές αντλούν το νερό από το υπέδαφος, οπότε έχουν ένα παραπάνω κόστος, αλλά σε αυτή την περίπτωση τα μοντέλα μας λένε ότι πλέον, πρέπει να μπουν κι αυτές, για να βοηθήσουν, για να έχουμε νερό όχι μόνο για 3 χρόνια, αλλά να μπορέσουμε, αν συνεχιστούν οι ίδιες συνθήκες, να έχουμε νερό για τα επόμενα 4-5 χρόνια», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Πέραν αυτών, στην ΕΥΔΑΠ εξετάζουν εναλλακτικές «πηγές τροφοδοσίας» όπως η Ψυττάλεια, μέσω επαναχρησιμοποίησης του νερού για βιομηχανική χρήση, ίσως και αρδευτική, καθώς το 75% του νερού που καταναλώνουμε και επεξεργάζεται εκεί καταλήγει στη θάλασσα, για τον ίδιο λόγο το ΚΕΛ Θριασίου, η επένδυση στο Αδριάνειο Υδραγωγείο, ώστε το νερό να αξιοποιηθεί για να ποτίσει πάρκα από την Πάρνηθα ως το Κολωνάκι, το ενδεχόμενο της επέκτασης μετά τον Εύηνο κ.α., ενώ υπάρχει και η λύση της αφαλάτωσης, η οποία όμως έχει μεγάλο ενεργειακό κόστος.
Γενικότερα, και για λόγους αντιμετώπισης λειψυδρίας, η ΕΥΔΑΠ έχει ήδη δουλέψει εναλλακτικά και μακροπρόθεσμα σενάρια, αλλά και μεγάλα επενδυτικά προγράμματα ύψους 3 δισεκατομμυρίων ευρώ σε επίπεδο δεκαετίας (επέκταση δικτύων, βιολογικοί καθαρισμοί, ενεργειακά, νέα Κέντρα Επεξεργασίας Λυμάτων, μετρητές νερού, ψηφιακός μετασχηματισμός κ.α., με τα 750 εκατ. να αφορούν, σύμφωνα με εκτιμήσεις, σε έργα για την ανάσχεση της λειψυδρίας).
Ωστόσο, «κλειδωμένες» από ευρωπαϊκούς πόρους είναι μόνο οι επενδύσεις στην Ανατολική Αττική, σχεδόν 900 εκατ. ευρώ, που σχετίζονται με βιολογικές υποδομές, αποχετευτικό δίκτυο κ.α.