Το τελευταίο δρομολόγιο των Κ.Τ.Ε.Λ., από Αθήνα για Αγρίνιο την Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2020, εν μέσω πανδημίας, έχει καθοριστεί για τις 3:20 απογευματινή.
Όπως κάθε φορά, έτσι και τώρα, οι επιβάτες επιβιβάστηκαν στο λεωφορείο φυσικά, όλοι φορώντας μάσκα, καθότι όλοι φοβούνται όλους και όλοι παρατηρούσαν αν εφαρμόζονται τα μέτρα που ισχύουν.
Στις 3:15 ο οδηγός συνεννοείται όπως κάθε φορά με τα εκδοτήρια των εισιτηρίων και τους ανθρώπους της αποθήκης, για τις τελευταίες οδηγίες και λεπτομέρειες π.χ. αν θα πάρει επιβάτες στην διαδρομή και από πού, και το λεωφορείο ξεκίνησε με 33 επιβάτες, στις 3:20 μετά το μεσημέρι με προορισμό το Αγρίνιο, μέσω Αντιρρίου, Μεσολογγίου και Αιτωλικού.
Η κίνηση στον δρόμο ήταν κανονική και το λεωφορείο μετά από μισή ώρα, στα ύψος των Μεγάρων, και επί της Εθνικής Οδού, όπως ήταν προγραμματισμένο από τα εκδοτήρια των ΚΤΕΛ και όπως είχε ενημερωθεί ο οδηγός, σταμάτησε να παραλάβει μία νεαρή κοπέλα η οποία, (όπως μάθαμε εκ των υστέρων) είναι καθηγήτρια και τοποθετήθηκε ως αναπληρώτρια στα Μέγαρα και χρησιμοποιεί το δρομολόγιο αυτό σταθερά σε εβδομαδιαία βάση.
Το λεωφορείο στην συνέχεια συνέχισε την διαδρομή και σε 2,5 ώρες έφτασε στα τελευταία διόδια πριν την Γέφυρα του Ρίου-Αντιρρίου. Εκεί σταμάτησε και πληρώνοντας ηλεκτρονικά τα διόδια, ο οδηγός σταμάτησε το λεωφορείο σε σήμα που του έκαναν αστυνομικοί της Τροχαίας Πατρών, οι οποίοι είχαν σταθμεύσει όχι στην λωρίδα κυκλοφορίας, δεξιά, ως όφειλαν, αλλά απέναντι και στα αριστερά του δρόμου.
Μέσα στο λεωφορείο εισέρχεται μία νεαρή κυρία-αστυνομικός η οποία με ύφος εκατό καρδιναλίων, μετρά τους επιβάτες και ελέγχει με το βλέμμα της, διανύοντας τον διάδρομο του λεωφορείου, αν όλοι φορούν μάσκα. Πράγματι όλοι οι επιβάτες φορούσαν μάσκα, πλην μίας κυρίας, επιβάτιδας η οποία -καθώς την είχε πάρει ο ύπνος και δεν κατάλαβε ούτε το ότι σταμάτησε το λεωφορείο, ούτε ότι γινόταν έλεγχος-φορούσε μεν μάσκα αλλά μέσα στον ύπνο της την είχε κατεβασμένη, κάτω από την μύτη.
Η αστυνομικός ήταν ξεκάθαρη «κυρία μου, κατεβείτε από το λεωφορείο και ακολουθήστε με» Γυρνώντας προς τον οδηγό συνεχίζει με την ίδια αυστηρότητα «οδηγέ, ως προς τον αριθμό των επιβατών, είστε οριακός».
Όπως διαπίστωσαν όλοι οι επιβάτες, η ομάδα των αστυνομικών απαρτίζετο από την συγκεκριμένη κυρία και από δύο άνδρες αστυνομικούς. Ο οδηγός πήρε τα χαρτιά του αυτοκινήτου και πλησίασε την ομάδα των αστυνομικών, ζητώντας διευκρινήσεις. Το ίδιο έκανε και η επιβάτης, ακολουθώντας τις συστάσεις του οργάνου.
Μετά από 30 λεπτά της ώρας, τελείωσε ο έλεγχος της αστυνομίας και ο οδηγός με την επιβάτιδα επέστρεψαν στις θέσεις τους. Το λεωφορείο ξεκινά και συνεχίζει το δρομολόγιό του με καθυστέρηση μισής ώρας.
Στην συνέχεια, όλοι οι επιβάτες έμαθαν ότι υπεβλήθη χρηματικό πρόστιμο 300 ευρώ στην κυρία που «δεν φορούσε μάσκα» και 150 ευρώ χρηματικό πρόστιμο στον οδηγό, γιατί είχε ενάμιση επιβάτη παραπάνω από το κανονικό επιτρεπόμενο αριθμό. Αντί για 32,5 επιβάτες είχε 34. Άρα ο οδηγός δεν έπρεπε να επιβιβάσει στο λεωφορείο την καθηγήτρια από τα Μέγαρα, η οποία λογικά έπρεπε να πάρει το λεωφορείο της επόμενης ημέρας. Ο οδηγός -προς τιμή του, δήλωσε ότι δεν μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο καθότι η καθηγήτρια είχε κλείσει εισιτήριο για την συγκεκριμένη ημέρα και ώρα και μάλιστα δήλωσε ότι σε μία μελλοντική ίδια περίπτωση θα ξανάκανε το ίδιο. «Δεν μπορώ να αφήσω μία κοπέλα μόνη της, στην ερημιά να κάθεται με τις ώρες και να περιμένει μέσα στη νύκτα», είπε. Μάθαμε στην συνέχεια, ότι οι δύο άνδρες αστυνομικοί είπαν ότι και τα δύο παραπτώματα κινούντο μέσα στα όρια της λογικής και ότι θα μπορούσαν να παραβλέψουν δύο τέτοιες «παρατυπίες» λογικές και ανθρώπινες. Όμως η γυναίκα αστυνομικός, η οποία προφανώς ήταν και προϊσταμένη του αστυνομικού κλιμακίου, ήταν ξεκάθαρη και επέμενε. «Ότι λέει ο Νόμος»
Αυτό, προκάλεσε την οργή των επιβατών με τα …..αντίστοιχα σχόλιά τους.
Όσον αφορά την κυρία στην οποία υπεβλήθη το πρόστιμο, σίγουρα κανείς δεν μπορούσε να διαβάσει τις σκέψεις της, οι οποίες μάλλον όλες θα περιφέρονταν γύρω από ένα τεράστιο «γιατί». Μάσκα φορούσε. Δεν την έβγαλε εσκεμμένα. Κρεμόταν στο πρόσωπό της. Απλά, μέσα στον ύπνο της κατέβηκε κάτω από την μύτη της.
Ακολούθησαν συζητήσεις στις οποίες συμμετείχαν σχεδόν όλοι οι επιβάτες. Όλοι έκλιναν στην άποψη ότι η συγκεκριμένη αστυνομικός εξάντλησε όλη την αυστηρότητά της τόσο στην επιβάτιδα, όσον και στον οδηγό ο οποίος εξέφρασε χαριτολογώντας το απλό ερώτημα, ότι εάν το λεωφορείο ξεκινώντας με 32 αντί για 33 επιβάτες και έχοντας όριο τους 32,5 επιβάτες, για να είναι εντάξει με τον αριθμό που ο νόμος ορίζει έπρεπε να κόψει την τελευταία επιβάτιδα που ανέβηκε στα Μέγαρα στα δύο και να πάρει τον μισό επιβάτη.
Το ταξίδι συνέχισε και όλοι επιβάτες σκεφτόταν δυνατά, πώς η κυρία που της επέβαλαν το πρόστιμο θα πλήρωνε, έτσι από το πουθενά 300 ευρώ. Πού θα τα εύρισκε. Προβληματισμός και σκέψη από όλους. «Είναι πολλά», είπε κάποιος. «Είναι ένας μισθός σήμερα», είπε άλλος. «Εγώ δεν θα το πλήρωνα», συμπλήρωσε άλλη επιβάτης. «Θα πάει στο τέλος στην Εφορία», φώναξε κάποιος «και θα το πληρώσει αναγκαστικά». Κάποια γυναίκα, προφανώς από ιδία πείρα, είπε. «Τι θα πει τώρα στον σύζυγό της, θα έχει φασαρίες».
Μετά από κάποια ώρα, πριν το λεωφορείο φτάσει στο Μεσολόγγι, ένας κύριος από το πρώτο κάθισμα, ντυμένος με ένα κόκκινο μπουφάν, σηκώθηκε όρθιος μέσα στην αρχή του διαδρόμου του λεωφορείου και αφού ζήτησε συγγνώμη για την παρέμβαση που θα έκανε και την κατανόηση όλων των επιβατών, είπε δυνατά και καθαρά λίγα λόγια για το συμβάν.
«Αγαπητές φίλες και φίλοι, σήμερα στην συγκεκριμένη διαδρομή έλαβαν χώρα δύο περιστατικά στον οδηγό και την επιβάτιδα. Εάν βρισκόμασταν σε μία χώρα από αυτές που ονομάζουν ανεπτυγμένες π.χ. στην Γερμανία και ταξίδευαν 34 επιβάτες στο ίδιο λεωφορείο και ένας «έτρωγε» πρόστιμο 300 ευρώ, οι υπόλοιποι 33 θα έλεγαν «μπράβο στην Αστυνομία». «Να το πληρώσει τώρα για να μάθει». Είναι γνωστό για αυτούς, ότι το να καταγγέλλουν και να καρφώνουν τους συμπολίτες τους, είναι τρόπος ζωής. Εδώ όμως είναι Ελλάδα και σήμερα έγινε κάτι που όλοι αναγνωρίζουμε ότι ήταν άδικο και υπερβολικό. Τόσο στον οδηγό, όσο και στην κυρία. Και το ζήτημα πιο πολύ, είναι πού θα βρει 300 ευρώ η συγκεκριμένη κυρία να πληρώσει το πρόστιμο. Με όλο τον σεβασμό προς όλους σας, χωρίς να είναι υποχρεωμένος κανείς, προτείνω να συνεισφέρουμε όλοι, όπως μπορεί ο καθένας και όποιος θέλει, βάζοντας ένα, δύο ευρώ ή όποιο ποσό θέλει, προκειμένου να συμπληρωθεί κάποιο ποσό, το οποίο θα μοιράσουμε στον οδηγό και στην κυρία που της υπεβλήθη το πρόστιμο, για να συνεισφέρουμε έστω και λίγο στην πληρωμή των προστίμων. Και ξεκινώ πρώτος εγώ ο ίδιος δίνοντας ένα ποσό.
Ο οδηγός πετάχτηκε αμέσως και δήλωσε ότι δεν θα πάρει μέρος των χρημάτων που θα μαζευτούν και πρόσφερε και αυτός χρήματα για την κυρία.
Αμέσως μέσα στο λεωφορείο, άρχισαν οι ζυμώσεις. «Ναι, να δώσουμε». «Να είσαι καλά κύριε που το σκέφτηκες», «σε κανέναν δεν περισσεύουν αλλά θα δώσουμε όλοι». Μία κυρία η οποία πριν λίγο έκανε αρκετά σχόλια για το συμβάν, ανέλαβε την συλλογή των χρημάτων. Πράγματι, σε λίγο μαζεύτηκε ένα ποσό, ίσο με το ήμισυ του προστίμου, το οποίο παραδόθηκε στην κυρία η οποία δεν μπορούσε να κρύψει την έκπληξή της. Σηκώθηκε και φανερά συγκινημένη και ευχαρίστησε όλους τους επιβάτες.
Κλείνοντας την όμορφη αυτή ιστορία, αφού σημειώσουμε τον «υπερβάλλοντα ζήλο» της γυναίκας Αστυνομικού και αφού επαινέσουμε την πράξη των επιβατών του λεωφορείου, του δρομολογίου των 3:20, από Αθήνα -Αγρίνιο, καθώς επίσης τον οδηγό και τον κύριο με το κόκκινο μπουφάν, να τονίσουμε ότι ο Ελληνικός Λαός και οι λαοί της Νότιας Ευρώπης (γιατί κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει στην Ιταλία και στην Ισπανία, όχι όμως στον Ολλανδία ή την Γερμανία) στο σύνολό του παραμένει ιδιαίτερος, ανθρώπινος και με ανεπτυγμένο το αίσθημα αγάπης «στον πλησίον του» και σίγουρα ξεχωρίζει από πολλούς άλλους λαούς οι οποίοι θέλουν να αυτοαποκαλούνται «ανεπτυγμένοι» πιο εξελιγμένοι και σίγουρα θέλουν να ανήκουν στην πρώτη κατηγορία μεταξύ των Ευρωπαϊκών λαών, καθότι βάζουν ως κριτήριο μόνο τον πλούτο και την οικονομική δύναμη των κρατών που ζουν, αγνοώντας πρωτίστως τον παράγοντα Άνθρωπο.
Υπογράφων. Επιβάτης του συγκεκριμένου δρομολογίου.