Πριν λίγο καιρό άκουγα το δελτίο καιρού σε κεντρικό κανάλι, όπου η δημοσιογράφος ρώτησε τον μετεωρολόγο αν νομίζει ότι για τις έντονες πλημμύρες ευθύνεται και η κλιματική αλλαγή.
Εκείνος απάντησε: «Εάν οι θεωρίες των συναδέλφων μου είναι αληθινές, τότε μάλλον η κλιματική αλλαγή παίζει κάποιον ρόλο στα ακραία καιρικά φαινόμενα». Πάγωσα. Εάν ένας επιστήμονας μιλάει για «πιθανές θεωρίες», δηλαδή δεν είναι πεπεισμένος ο ίδιος ότι κάτι τρέχει με εμάς και με το κλίμα του πλανήτη, τότε τι να πει ένας απλός άνθρωπος; Πώς να αντιδράσει και ποια θέση να πάρει όταν άλλοι του λένε ότι κάτι δεν πάει καλά και άλλοι ότι αυτά είναι αναμενόμενες διακυμάνσεις στον κύκλο του κλίματος του πλανήτη; Έτσι διάλεξα σαν θέμα την κλιματική αλλαγή, ένα θέμα που ενώ ακούγεται αδιάφορο και απόμακρο, σχετίζεται άμεσα τόσο με την καθημερινότητά μας όσο και με την προσωπική μας κοσμοθεώρηση και αντίληψη για την ζωή.
Θα ήθελα λοιπόν με έμφαση να εντυπώσω δύο επιστημονικά δεδομένα. Και λέω «επιστημονικά» με την έννοια της στέρεης, αναμφισβήτητης γνώσης. Θα ήταν καλό να τα θυμόμαστε κάθε φορά που υπάρχουν διαμάχες γύρω από αυτά τα θέματα.
Το πρώτο είναι το μετρήσιμο γεγονός ότι το διοξείδιο του άνθρακα (CO2) είναι ένα «αέριο του θερμοκηπίου», απορροφά δηλαδή μέρος της ηλιακής ακτινοβολίας (ενέργειας) που αντανακλά η Γη στο διάστημα και ένα μέρος της το ξαναστέλνει πίσω σαν θερμική ενέργεια (ζέστη). Αυτό δεν είναι θεωρία αλλά ένα μετρήσιμο, εργαστηριακό γεγονός το οποίο οδηγεί άμεσα στο απλό λογικό συμπέρασμα: «περισσότερο διοξείδιο στην ατμόσφαιρα σημαίνει περισσότερη θερμική ενέργεια στην ατμόσφαιρα, ζεστότερη Γη». Υπάρχει βέβαια και το μεθάνιο που είναι 85 φορές πιο ‘δυνατό’ από το διοξείδιο του άνθρακα, αλλά οι ποσότητες και η επιρροή του είναι προς το παρόν ένα μικρό μέρος του προβλήματος. Βλέπετε το CO2 παράγεται σε τεράστιες ποσότητες κατά την καύση οποιουδήποτε πράγματος καίγεται, είτε είναι φυσικό αέριο, πετρέλαιο, λιγνίτης ή ξύλο! Το 1/3 περίπου παράγεται κατά την παραγωγή ηλεκτρισμού, 1/3 από τις μεταφορές και το υπόλοιπο από την βιομηχανία, την οικιακή θέρμανση κ.τ.λ. Από τις καύσιμες ύλες το φυσικό αέριο και τα πετρελαιοειδή παράγουν το μισό CO2 απ’ ό,τι ο λιγνίτης για την παραγωγή ισοδύναμης ενέργειας. Η ποσότητά του στην ατμόσφαιρα πλησιάζει να διπλασιαστεί. Εδώ φαίνεται η ανάγκη για εναλλακτικές μορφές παραγωγής ηλεκτρισμού και για την χρήση ηλεκτρικών αυτοκινήτων αντί για την καύση λιγνίτη και πετρελαίου.
Το δεύτερο αφορά την επίδραση του CO2 στο οικοσύστημα. Αυτή η αλληλεπίδραση έχει αρκετές όψεις αλλά η πιο ανησυχητική είναι η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας. Έχουν γίνει πολλές μελέτες με διαφορετικές μεθόδους και όλες συμφωνούν στο γεγονός ότι η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας, μετά την αρχή της βιομηχανικής επανάστασης, διαρκώς αυξάνει και μάλιστα με γρήγορο (εκθετικό) ρυθμό. Μια πιο θερμή ατμόσφαιρα θα έχει πολλαπλές επιπτώσεις πέρα από το λιώσιμο των πάγων και την αύξηση των ακραίων καιρικών φαινομένων. Τι ακριβώς θα συμβεί και σε ποιον βαθμό είναι αντικείμενο έρευνας, αλλά τα μηνύματα δεν είναι αισιόδοξα και οι ισορροπίες είναι λεπτές.
Αυτά είναι τα επιστημονικά δεδομένα και παρατηρήσεις, η βάση. Ξαφνικά ανακαλύψαμε ότι ο πλανήτης είναι μικρός και ότι οι πράξεις μας έχουν συγκεκριμένες συνέπειες σ’ αυτό το ευαίσθητο και καλορυθμισμένο οικολογικό σύστημα. Όλα αυτά καλούν σε συνεργατική δράση όλα τα έθνη σε οικουμενικό επίπεδο. Τα έθνη κλήθηκαν να συμμετάσχουν σε έναν ενεργό αγώνα για τον έλεγχο των συνεπειών αυτών των αλλαγών. Οι ενεργειακές ανάγκες για την ανάπτυξη κάθε έθνους πρέπει πλέον να συντονιστούν και να ακολουθούν έναν παγκόσμιο σχεδιασμό.
Θα περίμενε κανείς να δει μια ομόφωνη, γρήγορη και συντονισμένη δράση πάνω στα θέματα αυτά από όλα τα κράτη. Όμως και εδώ βλέπουμε ότι οι επιμέρους ενεργειακές πολιτικές και τα συμφέροντα επηρεάζουν την στάση διαφόρων εθνών με συνέπεια την επιβράδυνση της εφαρμογής ακόμη και των συμφωνημένων ενεργειών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρόσφατα άλλαξαν εντελώς πορεία στο ενεργειακό/περιβαλλοντικό ζήτημα. Η Ινδία χτίζει με αυξανόμενη ταχύτητα εργοστάσια ηλεκτρισμού με λιγνίτη. Η Κίνα το ίδιο, αν και πρόσφατα έκανε στροφή στις ανανεώσιμες πηγές, κυρίως γιατί η ρύπανση του περιβάλλοντος έφτασε σε απροχώρητο σημείο, τέτοιο ώστε οι πόλεις να είναι μέσα σε ένα σύννεφο ρυπαντών που κρύβουν μόνιμα τον ήλιο. Η Κίνα, η ΗΠΑ και η Ινδία δημιουργούν τις μισές εκπομπές CO2 του πλανήτη. Όλοι βασίζουν τις αποφάσεις τους στην ανάγκη για ‘Ανάπτυξη’. Ξέρουμε όμως ότι πολλές προτάσεις για ανάπτυξη κρύβουν και ένα δηλητηριασμένο βέλος για την καρδιά της Γης; Ότι πολλές προτάσεις κρύβουν μακροπρόθεσμες περιβαλλοντικές καταστροφές με κόστος πολλαπλάσιο του πρόσκαιρου κέρδους;
Πολλά έχουν ήδη επιτευχθεί, τόσο στον τομέα της ενημέρωσης όσο και στον τομέα των διακρατικών συμφωνιών πάνω σε κοινά σχέδια δράσης και στόχων. Χρειάζονται όμως να γίνουν ακόμη περισσότερα και σε ατομικό και σε συλλογικό επίπεδο. Ειδάλλως ο πλανήτης θα αντιδράσει ακόμη πιο βίαια, έως ότου κάθε περαιτέρω αδράνεια θα μας κοστίζει πολλαπλά σε χρήμα και ζωές. Χρειάζεται μια υπέρβαση σε ατομικό και εθνικό επίπεδο, μια υπέρβαση που έχει να κάνει με τη θεώρηση, σχέση και θέση μας μέσα σε αυτό που ονομάζουμε Ανθρωπότητα σαν σύνολο. Μια υπέρβαση που θα θυσιάσει αυτό που φαίνεται πρόσκαιρα καλό και εύκολο για το καλό του συνόλου. Η ιδέα μιας ενιαίας ανθρωπότητας πάνω στο κοινό μας σπίτι που είναι ο πλανήτης εμφανίζεται πλέον σαν μια αναγκαιότητα για την επιβίωσή μας και όχι σαν μια φιλοσοφική θεώρηση. Ας ελπίσουμε ότι θα ανταποκριθούμε στην μεγάλη αυτή πρόκληση με σύνεση.
* πειραματικός φυσικός και καθηγητής του Πανεπιστημίου Κεντ του Οχάιο