Loading...

Η Αθήνα πίνει νερό στο όνομα της Αιτωλοακαρνανίας


Μοιραστείτε το άρθρο...

Το μακρινό ταξίδι από Μόρνο και Εύηνο στις βρύσες της πρωτεύουσας και οι επιπτώσεις στη περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας.

Δημοσίευμα στην εφημερίδα «η Αιτωλοακαρνανία»
Τεύχος 4 | Οκτώβριος 2018

Οι διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες σε νερό του λεκανοπεδίου της Αθήνας οδήγησαν στη σταδιακή αναζήτηση πηγών υδροδότησης που βρίσκονταν όλο και σε µεγαλύτερη απόσταση από αυτό. Η διαχρονική αύξηση της ζήτησης σε νερό οφείλεται στην πληθυσµιακή έξαρση της πρωτεύουσας, στην αλµατώδη ανάπτυξη της βιομηχανίας, αλλά και στην υποτιθέμενη βελτίωση της ποιότητας ζωής, στην αλόγιστη σπατάλη και, κυρίως, στις σηµαντικές απώλειες από το απαρχαιωμένο δίκτυο ύδρευσης της ΕΥΔΑΠ (Εταιρεία ΎΔρευσης και Αποχέτευσης Πρωτευούσης).

Το κύριο χαρακτηριστικό του υδροδοτικού συστήµατος της Αθήνας είναι η µεταφορά νερού από πολύ µακρινές περιοχές, γεγονός που το κάνει να διαφοροποιείται σηµαντικά από αυτό των υπόλοιπων ευρωπαϊκών µεγαλουπόλεων, που συνήθως καλύπτουν τις ανάγκες τους µε οικεία υδάτινα αποθέµατα.

Η αναζήτηση λύσεων για την ύδρευση της Αθήνας οδήγησε µέχρι το νοµό Αιτωλοακαρνανίας. Έτσι, το πιο πρόσφατο µεγάλο έργο που ενίσχυσε σημαντικά την υδροδότηση της πρωτεύουσας είναι η κατασκευή του φράγµατος Αγίου Δηµητρίου στον άνω ρου του ποταµού Εύηνου και η εκτροπή των νερών του µέσω σήραγγας στην τεχνητή λίμνη του Μόρνου, από τις οποίες κατά µέσο όρο µεταφέρονται στην Αθήνα ετησίως 210 και 200 εκατ. μ3 νερού αντίστοιχα, προκαλώντας σηµαντικές αρνητικές επιπτώσεις στις περιοχές των λεκανών απορροής τους.

Το μεγάλο ταξίδι

Η διαδρομή του νερού από τους ποταμούς και τις λίμνες μέχρι το ποτήρι μας είναι πάρα πολύ μεγάλη. Η ΕΥΔΑΠ προμηθεύεται ακατέργαστο νερό από επιφανειακούς υδατικούς πόρους, με κυριότερους τους ποταμούς Μόρνο και Εύηνο. Βοηθητικές πηγές υδροληψίας είναι η φυσική λίμνη της Υλίκης (Βοιωτία) και η τεχνητή λίμνη του Μαραθώνα.

Το νερό που κάθε μέρα πίνουν και βάζουν στα σπίτια τους οι Αθηναίοι προέρχεται από τους τέσσερις βασικούς ταμιευτήρες, του Μόρνου, του Ευήνου, του Μαραθώνα και της Υλίκης. Για να λειτουργήσει το δίκτυο μεταφοράς, επεξεργασίας και διανομής του νερού από την ΕΥΔΑΠ, το ακατέργαστο νερό συγκεντρώνεται σε τεράστιες δεξαμενές-λίμνες που ονομάζονται ταμιευτήρες.

Από τους ταμιευτήρες αυτούς, μόνο αυτός της Υλίκης είναι φυσικά σχηματισμένη λίμνη. Οι υπόλοιποι είναι τεχνητές λίμνες και έχουν δημιουργηθεί με την κατασκευή φραγμάτων σε κατάλληλα σημεία στην κοίτη των ποταμών Ευήνου, Μόρνου και Χαράδρου (φράγμα Μαραθώνα).

Μόρνος

Στην κοίτη του ποταμού Μόρνου, 7 χλμ. δυτικά του Λιδορικίου στο Νομό Φωκίδος και στα όρια με τον νομό Αιτωλοακαρνανίας, Δημιουργήθηκε με την κατασκευή χωμάτινου φράγματος ο ταμιευτήρας του Μόρνου. Το έργο άρχισε τον Μάιο του 1969 και ολοκληρώθηκε το 1979, αλλά η κανονική λειτουργία του άρχισε το 1981. Το φράγμα του Μόρνου, ένα από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης, αποτελείται από αδιαπερατό αργιλικό πυρήνα.

Εύηνος

Στον ποταμό Εύηνο, στην περιοχή Αγίου Δημητρίου του νομού Αιτωλοακαρνανίας (Ορεινή Ναυπακτία), κατασκευάστηκε το έργο του Ευήνου που περιελάμβανε την κατασκευή φράγματος, τη δημιουργία ταμιευτήρα και την κατασκευή της σήραγγας Ευήνου – Μόρνου. Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση του έργου προέβλεπε την ενίσχυση του βασικού ταμιευτήρα του Μόρνου από τη γειτονική λεκάνη του ποταμού Ευήνου. Η έναρξη των εργασιών στον Εύηνο έγινε το 1992 με την κατασκευή χωμάτινου φράγματος, το οποίο ολοκληρώθηκε το 2001.

Κάθε χρόνο µεταφέρονται στην Αθήνα κατά μέσο όρο 210 και 200 εκατ. μ3 νερού από Εύηνο και Μόρνο αντίστοιχα.

Πώς μεταφέρεται το νερό στην Αττική

Από τους υδάτινους και φυσικούς αυτούς προορισμούς, το ακατέργαστο νερό συνεχίζει το ταξίδι του στις Μονάδες Επεξεργασίας Νερού (ΜΕΝ) της ΕΥΔΑΠ μέσα από ένα εκτενές σύστημα εξωτερικών υδραγωγείων συνολικού μήκους 495 χιλιομέτρων.

Μάλιστα, παρά τη μεγάλη απόσταση των κύριων υδροδοτών – του Μόρνου και του Ευήνου – από την Αττική, η μεγαλύτερη ποσότητα του νερού μεταφέρεται μέσω των υδραγωγείων με τη δύναμη της βαρύτητας, δηλαδή χωρίς την οικονομική και περιβαλλοντική επιβάρυνση ενεργοβόρων αντλήσεων, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό για την προστασία των πόρων και του περιβάλλοντός μας.

Η σημασία της επεξεργασίας

Μια από τις πιο σημαντικές «στάσεις» στο ταξίδι του νερού είναι, φυσικά, εκείνη που πραγματοποιείται στις Μονάδες Επεξεργασίας Νερού (ΜΕΝ). Έχει καθοριστική σημασία για το νερό που πίνουμε αφού το καθιστά πόσιμο και αρίστης ποιότητας.

Εκείνο που σίγουρα αξίζει ένα συγκρατήσετε είναι το ότι όταν το νερό φτάνει στις Μονάδες Επεξεργασίας Νερού της ΕΥΔΑΠ (στο Γαλάτσι, στις Αχαρνές, στο Πολυδένδρι και τη Μάνδρα στον Ασπρόπυργο) βρίσκεται σε ακατέργαστη μορφή και για να καταστεί πόσιμο, πρέπει να υποβληθεί σε πέντε βασικά στάδια επεξεργασίας. Η διαδικασία ξεκινά με την προσθήκη χλωρίου -προκειμένου να εξουδετερωθούν τα όποια μικρόβια υπάρχουν- και ολοκληρώνεται με τη φίλτρανση και τη μεταχλωρίωση, πριν τη διανομή του νερού στο δίκτυο της πόλης.

Η ποιότητα

Ένα στοιχείο το οποίο πολλοί αγνοούν και σίγουρα αξίζει να γνωρίζουν είναι το ότι το νερό της Αττικής αποτελεί ένα από τα πιο ποιοτικά της Ευρώπης και μάλιστα, η ΕΥΔΑΠ βαθμολογήθηκε με άριστα για αυτό από το «Urban Water Atlas for Europe» της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η άριστη ποιότητά του, βέβαια, εντοπίζεται ήδη από την αρχή του ταξιδιού του και συγκεκριμένα, στους κύριους τροφοδοτικούς ταμιευτήρες της ΕΥΔΑΠ, τον Εύηνο και τον Μόρνο.

 

Επιπτώσεις

Από όλο αυτό το ταξίδι δεν θα μπορούσαν να λείπουν και οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις στις περιοχές μας που «ξεζουμίζεται» για λογαριασμό της Αττικής.

Κοινότητες

Τα πληθυσµιακά δεδοµένα των λεκανών απορροής του Μόρνου και του Εύηνσυ αφορούν στις κοινότητες των οποίων οι εκτάσεις που καταλαµβάνουν βρίσκονται από τη θέση των φραγµό έως τις εκβολές των ποταμών. Πρόκειται για συνολικά 39 κοινότητες στην υδρολογική λεκάνη του Εύηνσυ και 35 στη λεκάνη του Μόρνου. Οι κοινότητες αυτές θεωρείται ότι υφίστανται άμεσα τις επιπτώσεις από τη µείωση της επιφανειακής απορροής των ποταµών µετά τη λειτουργία των φραγμάτων. Γίνεται σαφές ότι οι κάτοικοι των περιοχών που θα πληγούν άμεσα αριθµητικά αντιστοιχούν µόλις στο 1,2% του συνόλου των ευεργετηθέντων Αθηναίων πολιτών.

Περιβάλλον

Η επέμβαση στο υδρολογικό ισοζύγιο μιας λεκάνης απορροής που προκαλεί η κατασκευή ενός φράγματος έχει τραγικές επιπτώσεις στο οικοσύστημα και τη λειτουργία των φυσικών διεργασιών, επιπτώσεις που δεν λήφθηκαν υπόψη από τους διαχειριστές του νερού της Αθήνας και θεωρήθηκαν δευτερεύουσες, αφού θα αφορούσαν σαφώς μικρότερο αριθμό ανθρώπων, ενώ από την άλλη θα καλύπτονταν οι ανάγκες μεγάλου αριθμού κατοίκων της πρωτεύουσας.

Η ποσοτική εκτίµηση των παραµέτρων του κύκλου του νερού για τη λεκάνη του Εύηνου έδειξε ότι η µείωση της επιφανειακής απορροής λόγω της µεταφοράς του νερού στην Αθήνα αγγίζει σχεδόν το 50%. Η µείωση αυτή επιφέρει σταδιακά αρνητικές επιπτώσεις στις παραποτάµιες περιοχές, όπου οι χρήσεις γης σχετίζονται άµεσα µε τον πρωτογενή τοµέα, και κυρίως στην περιοχή των εκβολών, όπου πέραν των καλλιεργειών φιλοξενούνται οικοσυστήµατα και υδροβιότοποι μεγάλης περιβαλλοντικής σπουδαιότητας.

 


Χάρτης κατανομής της βροχόπτωσης στην Ελλάδα: η Αιτωλοακαρνανία δέχεται σημαντικά μεγαλύτερο ύψος βροχής απ’ ότι άλλεςπεριοχές της χώρας. Πηγή: Κατσαφάδος, 2008

Η δέσµευση των φερτών υλών των ποταµών στους ταµιευτήρες των φραγµάτων περιορίζει την τροφοδοσία της παράκτιας ζώνης µε ίζηµα, µε αποτέλεσµα την αναστροφή της δράσης των φυσικών διεργασιών στις εκβολές και τη σταδιακή υποχώρηση των δέλτα λόγω διάβρωσης από τη δράση των θαλάσσιων διεργασιών.

 

Στις περιοχές υπάρχουν σηµαντικοί υδροβιότοποι, οι οποίοι έχουν χαρακτηριστεί προστατευόµενες περιοχές βάσει της σύμβασης RAMSAR. Η διατήρηση των υδροβιότοπων αυτών εξαρτάται από τη λεπτή ισορροπία αλµυρού και γλυκού νερού.

Αναφέρθηκε ήδη ότι κατά τη θερινή περίοδο οι ανάγκες σε νερό αυξάνονται στην Αθήνα, οπότε µεγαλύτερες ποσότητες νερού δεσµεύονται και µεταφέρονται από τον Εύηνο και άρα λιγότερο νερό καταλήγει στις εκβολές.  Τη θερινή όµως περίοδο οι ανάγκες των υδροβιότοπων σε γλυκό νερό είναι εξίσου αυξημένες και ζωτικής σημασίας για τη διατήρησή τους.

Μία επιπλέον αρνητική συνέπεια είναι η µειωµένη τροφοδοσία των υπόγειων νερών που φιλοξενούνται στις αλλουβιακές αποθέσεις των ποταµών, τόσο κατά μήκος της κοίτης τους όσο κυρίως στις δελταϊκές περιοχές, όπου τα υπόγεια νερά χρησιμοποιούνται για την άρδευση των καλλιεργήσιµων εκτάσεων. Επιπλέον, για τους υδροφόρους ορίζοντες των δέλτα, που η κύρια τροφοδοσία τους γίνεται από το ποτάμι, ελλοχεύει ο κίνδυνος της υφαλµύρινσης σε περίπτωση παύσης της τροφοδοσίας τους και χρήσης του υπόγειου νερού για άρδευση µε τον ίδιο ρυθµό.

Στοιχεία αντλήθηκαν από το δημοσίευμα του Ευθύμιου Καρύμπαλη στο εξαμηνιαίο περιοδικό «Γεωγραφίες» με τον τίτλο: «Το νερό της Αθήνας: Οι επιπτώσεις στον Μόρνο και τον Εύηνο»





Μοιραστείτε το άρθρο...
Ετικέτες: # # # # #

Newsroom

Σκοπός μας είναι η προβολή και ανάδειξη της ιστορικής κληρονομιάς, του περιβαλλοντικού πλούτου καθώς και της πολιτιστικής και πολιτισμικής παράδοσής μας. Στόχος μας είναι η ενημέρωση των επισκεπτών και η έμπρακτη συμβολή ούτως ώστε ο νομός Αιτωλοακαρνανίας να γίνει ένας δημοφιλής τουριστικός προορισμός.
iAitoloakarnania.gr

Φανταστικά τοπία, σπουδαία ιστορία, υπέροχοι άνθρωποι!