Οι παίκτες χρειάζεται να κάνουν τεράστιες αποστάσεις όταν έχουν αγώνα αλλά δεν ξέρουν τι σημαίνει να τα παρατάς…
Είσαι έτοιμος; Ξεκινάμε σε δέκα λεπτά» μου λέει στο τηλέφωνο ο Μπάμπης Κόπανος, ένας από τους πρωτεργάτες της ομάδας μπάσκετ του Ινάχου.
Σήμερα, η μικρή αυτή ομάδα μπάσκετ από την Αιτωλοακαρνανία έχει αγώνα στις τρεις το μεσημέρι. Πρέπει όμως να ξεκινήσουν τουλάχιστον δύο ώρες νωρίτερα για να διανύσουν με τα δικά τους αυτοκίνητα πενήντα ολόκληρα χιλιόμετρα και να βρουν το κοντινότερο κλειστό γυμναστήριο.
Αυτό γίνεται σχεδόν κάθε βδομάδα που έχουν παιχνίδια. Δύο και τρία αυτοκίνητα ξεκινούν από τον Θύαμο Αιτωλοακαρνανίας, ένα από τα πιο ορεινά χωριά του νομού, ανεβοκατεβαίνουν ένα ολόκληρο βουνό για να συναντήσουν τη θάλασσα της Αμφιλοχίας, εκεί όπου και αγωνίζονται τα τελευταία χρόνια, καθώς δεν έχουν δική τους έδρα.
Έχει περάσει περίπου μια ώρα από τη στιγμή που έγινε το πρώτο τηλεφώνημα για την εκκίνηση όταν φτάνουμε τελικά στο γήπεδο μέσα από έναν χωμάτινο ανηφορικό δρόμο. Στο αυτοσχέδιο αυτό πάρκινγκ έξω από το κλειστό γυμναστήριο έχουν συγκεντρωθεί αρκετά αυτοκίνητα.
Οι φωνές από το γήπεδο φτάνουν μέχρι έξω. Παίζει η γυναικεία παιδική ομάδα της πόλης και έχουν συγκεντρωθεί πολλοί θεατές. Καθόμαστε στις εξέδρες για να δούμε παρακολουθήσουμε λίγο τον αγώνα, πριν μπει η ομάδα για προθέρμανση.
«Ξέρεις δεν υπάρχει πιο ωραίο πράγμα από το να νικάς εσύ, μια ομάδα από ένα χωριό, συλλόγους μεγάλων πόλεων όπως του Αγρινίου και του Αστακού. Πολλοί παίκτες και προπονητές των άλλων ομάδων μας ρωτούσαν πώς τα καταφέρναμε να είμαστε ανταγωνιστικοί με τόσα προβλήματα».
Στην αποστολή βρίσκεται και ένας από τους παίκτες που έπαιξαν στα πρώτα χρόνια του Ινάχου, ο Ντίνος Ραματιάς, ο οποίος πλέον έχει αποσυρθεί. «Εμείς αυτό που βλέπεις τώρα με τον κόσμο και τους πανηγυρισμούς δεν το χουμε ζήσει ποτέ. Παίζαμε πάντα μεταξύ μας» λέει γελώντας.
«Είμαστε κάτι σαν “νομάδες”. Όλα αυτά τα χρόνια ταξιδεύουμε για να παίξουμε και αγωνιζόμαστε μακριά από την περιοχή μας», ομολογεί ο Μπάμπης Κόπανος, ο οποίος έζησε την ομάδα σε όλες τις φάσεις της.
Ο σύλλογος ιδρύθηκε το 2000 από παιδιά που δεν είχαν παίξει ποτέ οργανωμένο μπάσκετ. Ήταν η μοναδική ομάδα μπάσκετ που είδε ποτέ η περιοχή.
Η μόνη τους επαφή με το άθλημα ήταν από τις αυτοσχέδιες μπασκέτες που είχαν φτιάξει στις αυλές των σπιτιών τους. «Να φανταστείς, όταν ξεκινήσαμε, δε ξέραμε να κάνουμε βασικά συστήματα» εξηγεί ο Μπάμπης.
Την ίδια περίοδο περίπου περίοδο ξεκινούσαν και οι διαδικασίες για το χτίσιμο ενός κλειστού γυμναστηρίου που θα κάλυπτε τα χωριά της περιοχής και θα στέγαζε την ομάδα του Ινάχου.
Εγκρίθηκε κονδύλι ύψους 250 εκατομμυρίων δραχμών. Το έργο όμως δεν έγινε ποτέ, εξαιτίας κάποιων τοπικών διενέξεων, με αποτέλεσμα ο σύλλογος μέχρι σήμερα να ψάχνε έδρα από δω και από κει.
Μέχρι σήμερα έχουν αλλάξει συνολικά τρεις έδρες. Τρία γήπεδα σε δύο διαφορετικούς νομούς. Ξεκίνησαν να παίζουν στην Άρτα, συνέχισαν στο Αγρίνιο και τα τελευταία χρόνια κατέληξαν στην Αμφιλοχία.
«Κι αν νομίζεις πως είναι πολλά τα εκατό χιλιόμετρα που κάνουμε τώρα κάθε βδομάδα για να παίξουμε, σκέψου ότι κάποτε κάναμε περισσότερα» παραδέχεται ο Μπάμπης Κόπανος και αναφέρεται στην περίοδο που αγωνίζονταν στο Αγρίνιο όταν διένυαν περίπου 140 χιλιόμετρα.
«Κάναμε τέτοια απόσταση, με δικά μας έξοδο και όλο αυτό για να μας παραχωρούν το γήπεδο μόλις για εβδομήντα πέντε λεπτά», συνεχίζει. Αυτός ο χρόνος δεν έφτανε ούτε για ένα κάνουν καλό ζέσταμα.
Αυτό δεν ήταν όμως το μοναδικό πρόβλημα της ομάδας γιατί τα γήπεδα, είτε στο Αγρίνιο, είτε στην Αμφιλοχία παραχωρούνταν στην ομάδα του Ινάχου κάτι τρελές ώρες, ακόμη και στις 11 το βράδυ. Αυτό φυσικά είχε σαν αποτέλεσμα να γυρνούν στο σπίτι τους ακόμη και μετά τη μία το βράδυ διασχίζοντας ορεινούς δρόμους μέσα σε πίσσα σκοτάδι.
«Γιατί κάποιος να υποστεί τέτοια ταλαιπωρία μόνο και μόνο για να παίξει μπάσκετ;» διερωτάται ο κ. Κόπανος. Και ειδικά σε εποχές που οι συνθήκες στα ορεινά χωριά της Αιτωλοακαρνανίας ήταν πολύ χειρότερες, σε σχέση με σήμερα. «Γυρνούσαμε στο σπίτι τόσο αργά και δεν είχαμε θερμοσίφωνα να κάνουμε μπάνιο».
Πολλοί παίκτες τα παράτησαν στην πορεία γιατί δεν άντεχαν όλη αυτή την ταλαιπωρία. Ήταν μια μικτή ομάδα όπου αγωνίζονταν παιδιά από όλα τα χωριά της περιοχής. «Όταν ξεκινήσαμε όλοι εκεί ασχολούνταν μόνο με το ποδόσφαιρο. Δεν υπήρχε μπασκετική παιδεία» παραδέχεται ο ίδιος.
«Μπορεί να μην είχαμε έδρα, μπορεί να μη παίζαμε ”κανονικό” μπάσκετ, καταφέραμε όμως να είμαστε ανταγωνιστικοί στις υψηλότερες τοπικές κατηγορίες της Αιτωλοακαρνανίας». Έφτασαν στο σημείο να αγωνιστούν μέχρι και στην Κέρκυρα.
Ήταν μία από τις εμπειρίες που θα ‘χουν να αφηγούνται στα εγγόνια τους, όπως παραδέχονται. Επειδή δεν είχαν αρκετά χρήματα για να πληρώσουν διαμονή σε ξενοδοχείο, έκαναν αυθημερόν το ταξίδι στο νησί των Φαιάκων.
«Ξέρεις, δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα από το να νικάς εσύ, μια ομάδα από ένα μικρό χωριό, συλλόγους μεγάλων πόλεων όπως του Αγρινίου και του Αστακού» προσθέτει ο Μπάμπης Κόπανος «Πολλοί παίκτες και προπονητές των άλλων ομάδων μας ρωτούσαν πώς τα καταφέρναμε να είμαστε ανταγωνιστικοί με τόσα προβλήματα».
Θυμάται, μάλιστα, πως μετά από κάποια καλά ματς στην κατηγορία, είχαν έρθει προτάσεις γι’ αυτόν και για έναν ακόμη παίκτη της ομάδας αλλά δεν τις αποδέχτηκαν.
«Θέλαμε να κρατήσουμε την ομάδα. Να φανταστείς δεν του το είπα καν (σ.σ. εννοεί στον δεύτερο παίκτη) γιατί θα έφευγε και θα διαλυόμασταν» λέει και τον πιάνουν τα γέλια.
«Κάποιοι μπασκετμπολίστες έχασαν την ευκαιρία να προχωρήσουν και να κάνουν καριέρα. Γενικά τα παιδιά της περιφέρειας δεν έχουν τις ίδιες ευκαιρίες μ’ αυτά των μεγάλων αστικών κέντρων» παραδέχεται στη συνέχεια.
«Σκέψου πόσο δύσκολο είναι για ένα παιδί να πρέπει να διανύσει εκατό χιλιόμετρα μόνο και μόνο για να κάνει προπόνηση, ενώ το πρωί πρέπει να ξυπνήσει στις 7 π.μ. για να πάει σχολείο» εξηγεί και προσθέτει: «Άσε που δεν είναι εύκολο να παίρνεις την ευθύνη να μεταφέρεις παιδιά μέσα στα βουνά μ’ αυτούς τους δρόμους».
Μετά την περίοδο της ακμής και με τους περισσότερους παίκτες να έχουν «γεράσει», η ομάδα στηρίζεται για κάποια χρόνια μόνο σε νέα παιδιά. «Να ‘ναι καλά ο Δημήτρης Παληοσπύρος που μετέφερε τα παιδιά και κράτησε ζωντανό τον Ίναχο» ομολογεί ο Μπάμπης Κόπανος.
Υπήρξαν φορές που ο σύλλογος, επειδή ακριβώς στηρίζονταν σε νέα παιδιά, δεχόταν μεγάλες διαφορές από αντιπάλους. «Πολλοί προπονητές έβλεπαν τα παιδιά να παλεύουν και έβαζαν τους παίκτες τους να πιέζουν σ’ όλο το γήπεδο και τα 40 λεπτά του αγώνα. Με τι ψυχολογία να συνεχίσει να παίζει μπάσκετ ένα παιδί όταν πρέπει την άλλη μέρα να πει το σκορ του αγώνα στους γονείς του και στους συμμαθητές στο σχολείο;» συνεχίζει με κάποια πικρία στη φωνή ο κ. Κόπανος.
Αυτή την περίοδο η ομάδα προσπαθεί να βρει πάλι τα πατήματά της. Διεκδικούν την άνοδο από την μικρότερη ερασιτεχνική κατηγορία μπάσκετ της περιοχής.
«Πλέον, όμως, έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί οι εποχές των παχέων αγελάδων όταν μπορούσαμε να χρηματοδοτούμε την ομάδα από την τσέπη μας» λέει ο Μπάμπης.
Αυτή την περίοδο ο Ίναχος δεν έχει προπονητή ενώ δε γίνονται καν προπονήσεις. Οι παίκτες συγκεντρώνονται μόνο για τους αγώνες.
«Θα παίξουμε το δύο, το τρία ή το τέσσερα σύστημα;» αναρωτιέται γελώντας ένας παίκτης καθώς βγαίνει από τα αποδυτήρια πριν ξεκινήσει το ματς.
Το εναρκτήριο «ζντο» φαίνεται να δίνει για λίγο «ζωή» στο γήπεδο, το οποίο έχει αδειάσει μετά το τέλος του προηγουμένου αγώνα. Οι μόνοι θεατές, η οικογένεια ενός εκ των παιχτών του Ινάχου. Η ομάδα στο ημίχρονο δε χρειάζεται να μπει στα αποδυτήρια. Μένει στο παρκέ και αρχίζουν να κάνουν πλάκα ο ένας με τον άλλον.
Ο χαβαλές συνεχίζεται και στον αγώνα. Είναι, όμως, μπροστά στο σκορ σε όλο σχεδόν το παιχνίδι. «Μη νομίζεις ότι παίζουμε τόσο καλά σε κάθε αγώνα. Έτυχε» λέει γελώντας ένας από τους παίκτες που είναι στον πάγκο, ενώ το παιχνίδι τελειώνει και κερδίζουν.
«Να ξέρεις, αυτή η ομάδα που νικήσαμε σήμερα έχει δικό της γήπεδο και κάνει προπονήσεις δύο φορές τη βδομάδα» με ενημερώνει περιχαρής ο Μπάμπης Κόπανος. Σκοπός τους κάποια στιγμή είναι να δουν να ολοκληρώνεται το κλειστό γυμναστήριο στην ορεινή Αιτωλοακαρνανία, έτσι ώστε, όπως λένε, να αποκτήσει η ομάδα «τη φυσική της έδρα».
Λίγο πριν φύγουν από το γήπεδο οι παίχτες του Ινάχου δίνουν τα χέρια με τους αντιπάλους τους, παίρνουν το ροζ φύλλο αγώνα και όλοι μαζί επιβιβαζόμαστε στα αυτοκίνητα.
Έχουμε μόλις πενήντα χιλιόμετρα για να φτάσουμε σπίτι.
Πηγή: www.lifo.gr