Την 3η Απριλίου 1827 η Τρίτη Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων στην Τροιζήνα εκλέγει τον Κερκυραίο κόμη Ιωάννη Καποδίστρια κυβερνήτη της Ελλάδας για επτά έτη. Ο Επτανήσιος ευγενής χαρακτηριζόταν για το οξύ πολιτικό του κριτήριο και τη γνώση των άμεσων προβλημάτων της Ελλάδας. Ιδεολογικά, ανήκε στο χώρο των ολιγαρχικών με έντονη εθνική συνείδηση.
Γράφει ο Ιωάννης Κατσαβός
Αξιωματικός ΠΝ-Συγγραφέας-Ερευνητής
της Νεότερης Ελληνικής ιστορίας
Ο εθνικός κυβερνήτης φθάνει στην Αίγινα, που είναι η προσωρινή έδρα της ελληνικής κυβερνήσεως, την 12η Ιανουαρίου 1828. Χάος και ερείπια τον περίμεναν αλλά και θέληση ενός λαού να ζήσει. Το χάος και τα ερείπια που ο κυβερνήτης αντίκρισε περιγράφονται πολύ χαρακτηριστικά στο βιβλίο «Η Ελλάδα του Καποδίστρια» του Φρειδερίκου Τιρς, Γερμανού ελληνιστή διανοούμενου, που υπήρξε και ο κύριος καθοδηγητής του κινήματος του βαβαρικού φιλελληνισμού, και που χαρακτηρίστηκε από τον ιστορικό ερευνητή Γιώργο Λάιο, ως «ο μαχητικότερος δημοσιογραφικός υπερασπιστής και ο δραστηριότερος αρωγός του ελληνικού αγώνα».
«….Όταν ο Καποδίστριας πάτησε για πρώτη φόρα τα χώματα της Ελλάδας (7/19 Ιανουαρίου 1928) αποβιβάστηκε στ’ Ανάπλι από αγγλικό πολεμικό. Η χώρα, όση είχε απελευθερωθεί ως εκείνη τη στιγμή, έμοιαζε μ’ένα σωρό ερείπια που καπνίζουν ύστερα από μία καταστρεπτική πυρκαγιά. Στη στεριά επικρατούσε το δίκαιο της αρπακτικότητας του τοπάρχη κοτζάμπαση και στη θάλασσα η πειρατεία. Ο Μοριάς ήταν ρημαδιό. Κάθε μεγαλοκαπετάνιος που κρατούσε ένα κάστρο (Μονεμβασία ο Πετρόμπεης, Ακροκόρινθο ο Κίτσος Τζαβέλλας, Παλλαμήδι ο Γρίβας και Ακροναυπλία ο Στράτος) τυραννούσε σαν κατακτητής τον γυμνό και άστεγο πληθυσμό. Παραγωγή δεν υπήρχε, ούτε χέρια να επιδοθούν στην καλλιέργεια της γης λόγω της ανασφάλειας. Ο πληθυσμός είχε καταφύγει στα βουνά και στις σπηλιές. Εικοσιπέντε χιλιάδες μαχητές περιπλανιόνταν χωρίς καμιά μισθοτροφοδοσία ή ενίσχυση, ενώ οι μοναδικές δημόσιες πρόσοδοι, ( δεκάτη και τελωνειακές εισπράξεις του Αναπλιού) δεν λειτουργούσαν. Κράτος, δηλαδή, και στην πιο υποτυπώδη του έννοια, δεν υπήρχε».
Πέρα από την παραπάνω περιγραφή, και ο ίδιος ο κυβερνήτης σε συνομιλία του με τον Γεωργάκη Μαυρομιχάλη αναφέρει:
«Είναι καιροί που πρέπει να φορούμε όλοι ζώνια δερματένια και να τρώμε ακρίδες και μέλι άγριο. Είδα πολλά εις την ζωήν μου, αλλά σαν το θέαμα όταν έφθασα εδώ εις την Αίγινα δεν είδα τι παρόμοιο ποτέ, και άλλος να μην το δει … « Ζήτω ο κυβερνήτης, ο σωτήρας μας, ο ελευθερωτής μας ! » εφώναζαν γυναίκες αναμαλλιάρες, άνδρες με λαβωματιές πολέμου, ορφανά γδυτά, κατεβασμένα από τις σπηλιές . Δεν ήτον το συναπάντημά μου φωνή χαράς, αλλά θρήνος . Η γη εβρέχετο από δάκρυα. Εβρέχετο η μυρτιά και η δάφνη του στολισμένου δρόμου από το γιαλό ως την εκκλησία. Ανατρίχιαζα, μου έτρεμαν τα γόνατα, η φωνή του λαού μου έσχιζε την καρδιά μου. Μαυροφορεμένες γυναίκες, γέροντες, μου ζητούσαν να αναστήσω τους απεθαμένους τους, μανάδες μου έδειχναν εις το βυζί τα παιδιά τους και μου έλεγαν να ζήσω και ότι δεν τους απέμειναν παρά εκείνα κι εγώ και με δίκαιο μου εζητούσαν όλα αυτά, διότι εγώ ήλθα και σεις με προσκαλέσατε να οικοδομήσω, να θεμελιώσω κυβέρνησιν και κυβέρνησις καθώς πρέπει ζει, ευτυχεί τους ζωντανούς, ανασταίνει τους αποθαμένους, διότι διορθώνει την ζημία του θανάτου και της αδικίας. Δεν ζει ο άνθρωπος, ζει το έργο του, καρποφορεί , αν ο διοικητής είναι δίκαιος, αν το κράτος έχει συνείδηση, ευσπλαχνία, μέτρα σοφίας …..».
Την 26η Ιανουαρίου ο κυβερνήτης ορκίζεται και αναλαμβάνει το έργο της παλινόρθωσης της αιματοβαμμένης πατρίδας. Το τεράστιο έργο του είναι να συγκροτήσει και να οργανώσει κράτος μέσα από τα ερείπια και την αθλιότητα μετά από έναν εξοντωτικό επταετή πόλεμο, ενώ η δυτική και ανατολική Στερεά Ελλάδα είναι στα χέρια των Τούρκων του Κιουταχή και η Πελοπόννησος στα χέρια των Αιγυπτίων του Ιμπραήμ εκτός από μερικά φρούρια.
Έχει να αντιμετωπίσει επίσης τις κακές συνήθειες των διαφόρων καπεταναίων και οπλαρχηγών που είχαν δημιουργηθεί από τη μεγάλη διάρκεια του αγώνα, όπως η διχόνοια, οι συγκρούσεις για επικράτηση, οι λεηλασίες της υπαίθρου, οι καταχρήσεις και η διαφθορά. Αμέσως ο κυβερνήτης ιδρύει το « Πανελλήνιον », συμβουλευτικό σώμα που αποτελείται από 27 μέλη και προσπαθεί να ανταπεξέλθει στο δύσκολο έργο του.
Την 30η Αυγούστου 1828 με την εξουσιοδότηση του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου (7 Ιουλίου 1828 )ο Γάλλος στρατηγός Μαιζόν με δύναμη 14.000 ανδρών αποβιβάζεται στην Πελοπόννησο και αναγκάζει τον Ιμπραήμ και τα στρατεύματά του να δεχθούν την αποχώρησή τους από την Ελλάδα. Στα τέλη του 1828 ολόκληρη η Πελοπόννησος είναι ελεύθερη.
Στις 12 Ιουνίου 1829 ο Δημήτριος Υψηλάντης με δύναμη 2.500 ανδρών, νικά στην Πέτρα της Βοιωτίας τουρκική δύναμη 7.000 ανδρών και με την τελευταία αυτή μάχη λήγουν οι μακροχρόνιοι εξοντωτικοί μας αγώνες για την Ελευθερία.
Στις 22 Ιανουαρίου 1830 υπογράφεται στο Λονδίνο μεταξύ των τριών δυνάμεων, Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας πρωτόκολλο, με το οποίο αναγνωρίζεται η πλήρης ανεξαρτησία της Ελλάδας και καθορίζονται τα αρχικά σύνορά της : εκβολές Αχελώου- μέση γραμμή των λιμνών Λυσιμαχίας και Τριχωνίδας- ορεινή Ναυπακτία – Βαρδούσια ( Αρτοτίνα ) – Οίτη – εκβολές Σπερχειού – Εύβοια – Βορ. Σποράδες – Κυκλάδες.
Δυστυχώς η σοβαρή αντιπαράθεση των Υδραίων με τον Ι. Καποδίστρια οδήγησε σε ένα τραγικό περιστατικό. Συγκεκριμένα την 1η Αύγουστου 1831 ο Α. Μιαούλης έχοντας καταλάβει στον Πόρο τον Εθνικό στόλο περικυκλώθηκε από τον Ρωσικό στόλο με επικεφαλής τον Ναύαρχο Ρίκορντ και αναγκάστηκε να ανατινάξει την Φρεγάτα “Ελλάς“ και την Κορβέττα “Υδρα”.
Στρατιωτική Ανασύνταξη των Δυνάμεων
Κορυφαία ήταν η προσπάθεια του κυβερνήτη για τη στρατιωτική ανασύνταξη της χώρας. Ίδρυσε και εγκατέστησε πολεμικό συμβούλιο υπό την προεδρία του για να ρυθμίζει τα θέματα του ελληνικού στρατού και του στόλου. Αμέσως προσπάθησε να μεταβάλλει σε τακτικό στρατό τα ανοργάνωτα πλήθη που περιέφεραν οι διάφοροι καπεταναίοι. Έτσι εξέδωσε διάταγμα στις 7-2-1828 «περί οργανισμού χιλιαρχιών», με το οποίο τα άτακτα σώματα μετονομάσθηκαν σε «αεικίνητα» και σχημάτισαν 8 χιλιαρχίες με δύναμη 1.200 άνδρες η κάθε μία και διοικητή χιλίαρχο. Η κάθε χιλιαρχία είχε υποδιαιρέσεις σε πεντακοσαρχίες, εκατονταρχίες και εικοσιπενταρχίες που διοικούνταν από Αξιωματικούς καθώς και δωδεκαρχίες και πενταρχίες που διοικούνταν από Υπαξιωματικούς. Στις χιλιαρχίες αυτές οι καταταγμένοι άνδρες προέρχονταν από διάφορα μέρη της Ελλάδας για να εξαλειφθεί το τοπικιστικό πνεύμα και να μην εξαρτώνται οι στρατιώτες από τον αρχηγό τους. Μέχρι τότε, όπως περιγράψαμε, τα σώματα των ατάκτων και οι άνδρες τους ήταν εξαρτημένοι από τους Καπετάνιους που τους στρατολογούσαν, τους εκπαίδευαν και τους πλήρωναν. Δηλαδή η διοίκηση κατέβαλλε τα αναγκαία χρήματα για τη συντήρηση των ανδρών στους καπετάνιους. Τα παλικάρια του κάθε «νταϊφά» αναγνώριζαν ως ηγέτη τους μόνο τον αρχηγό τους. Συνήθως τις περισσότερες φορές παρουσιαζόταν μεγαλύτερος αριθμός ανδρών, με αποτέλεσμα η κατάχρηση των χρημάτων να είναι καθημερινή πρακτική. Τα άτακτα αυτά σώματα αμέσως μετά την επανάσταση εμφάνιζαν εικόνα συρφετού, όπου τα παλικάρια ακολουθούνταν από τις γυναίκες, τα παιδιά και από τους διάφορους ψυχογιούς των οπλαρχηγών.
Ο κυβερνήτης, αφού με τεράστια προσπάθεια συγκρότησε τις χιλιαρχίες, παρέδωσε τις σημαίες τους στους χιλίαρχους. Ένα μέρος τους ετάχθη στις διαταγές του στρατάρχη Δημητρίου Υψηλάντη, με εντολή την εκκαθάριση από τους Τούρκους της ανατολικής Στερεάς Ελλάδας. Οι υπόλοιπες χιλιαρχίες ετέθησαν στις διαταγές του Άγγλου στρατηγού Τζώρτζ για να εκκαθαρίσουν τη δυτική Στερεά Ελλάδα. Επίσης συγκροτήθηκε «Επιμελητήριον ανεφοδιασμού» και με διάταγμα στις 17-8-1828 σχηματίσθηκε και ένα τάγμα Πυροβολικού που διαιρούνταν σε έξι λόχους με διοικητή το Νικόλαο Πιέρρη.
Το ίδιο χρονικό διάστημα ιδρύεται και η σχολή Ευελπίδων με διοικητή το Γάλλο Αξιωματικό Πωζιέ και κατατάσσονται οι πρώτοι 40 Ευέλπιδες. Τη διεύθυνση των ενόπλων δυνάμεων είχε το « Γενικόν Φροντιστήριον» που διαιρούνταν σε δύο υπηρεσίες, των «Στρατιωτικών» και των «Ναυτικών». Επίσης κατετάγησαν στον τακτικό στρατό με την ειδικότητα του εκπαιδευτή, 40 Γάλλοι Υπαξιωματικοί του στρατού του Γάλλου στρατηγού Μαιζών που είχε σταλεί να εκκαθαρίσει την Πελοπόννησο από τους Αιγυπτίους με το βαθμό του ανθυπολοχαγού.
Έτσι ως το τέλος του 1829 ο στρατός της μικρής Ελλάδας παρουσίαζε την όψη συγκροτημένου και εκπαιδευμένου στρατού με γαλλικούς κανονισμούς και στολές.
Μετά τη μάχη της Πέτρας ( Σεπτέμβριος 1829 ) ο Καποδίστριας μετασχημάτισε τις χιλιαρχίες σε 13 ελαφρά τάγματα που αποτελούνταν από 4 λόχους και μετέβαλε την ενδυμασία τους σε φουστανέλα και φέσι. Για τους παλιούς οπλαρχηγούς ίδρυσε σώμα που το ονόμασε «Ταξιαρχικόν» και τους κατέταξε ως Αξιωματικούς που ελάμβαναν μισθό χωρίς όμως ενεργή υπηρεσία. Ο οπλισμός του πρώτου συγκροτημένου τακτικού στρατού σε γενική κατάταξη ήταν ευρωπαϊκά πυρόλιθα τυφέκια κυρίως γαλλικού τύπου, από τα οποία άλλα ήταν λογχοφόρα και άλλα όχι.
Ήδη από το 1823 είχε ιδρυθεί στο Ναύπλιο Πυροτεχνουργείο-Οπλουργείο. Το Σεπτέμβριο του 1825 μετονομάσθηκε σε «ΟΠΛΟΣΤΑΣΙΟ ΝΑΥΠΛΙΟΥ». Αναφορά του Συνταγματάρχη Heideck, αρχηγού του τακτικού στρατού στις 3/7/1829 προς την κυβέρνηση, αναφέρει ότι στο ΟΠΛΟΣΤΑΣΙΟ υπήρχαν 10.340 τυφέκια. Από αυτά 3.000 ήταν δωρεά των Γάλλων, 4.340 αγοράσθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση και 3.000 προέρχονταν από επισκευή αχρήστων. Επίσης στο τέλος του 1829 η Ρωσία προέβη σε δωρεά 6.000 τυφεκίων Πεζικού με μηχανισμό πυρόλιθου.
Τα καριοφίλια και οι «σισανέδες» ήταν στα χέρια του πληθυσμού της υπαίθρου καθώς και των ατάκτων σωμάτων που είχαν απομείνει.
Δυστυχώς όμως η κακή μοίρα του ελληνισμού γράφει το τέλος του εμπνευσμένου κυβερνήτη. Την Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 1831 ο Ευπατρίδης οραματιστής Κερκυραίος δολοφονείται άνανδρα από τους Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη (αδελφού και ιού του υπό περιορισμό Πετρόμπεη), τη στιγμή που έμπαινε στο ναό του Αγίου Σπυρίδωνος, στο Ναύπλιο. Έτσι διεκόπη το ανορθωτικό του έργο.
Βιβλιογραφία :
- Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Ελλάδος Α.Ε, Αθήνα, 1980.
- Έκθεσις της πολεμικής αρετής των Ελλήνων, Αθήνα, 1968.
- Παύλος Πετρίδης : Ελληνική Πολιτική και Κοινωνική Ιστορία , 1821 – 1940, εκδ. Παρατηρητής, 1986.
- Γρηγόριος Δαφνής : Ι. Καποδίστριας – Η Γένεση του Ελληνικού Κράτους, 1976.
- Ελένη Κούκου : Ιωάννης Καποδίστριας , ο άνθρωπος – ο Διπλωμάτης , εκδ. Εστία, 1978.
- Παγκόσμιο Βιογραφικό λεξικό, λήμμα «Καποδίστριας Ιωάννης », Εκδοτική Αθηνών.
- Αγώνες και Άρματα, Ιστορικό – Εθνικό Μουσείο Αναστασίου Λιάσκου, εκδόσεις ΕΜ – ΕΣ ΠΡΕΣΣ Α.Ε., Αθήνα 2005.
- Τα όπλα των Ελλήνων , Χρήστου Ζ. Σαζανίδη, Θεσσαλονίκη 1995.