Οι παραδόσεις, δηλαδή τα ήθη και τα έθιμα κάθε τόπου, ορίζονται ως οι καθιερωμένες αρχές και συνήθειες που μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά.
Φιλόλογος – Ιδιοκτήτρια Εκπαιδευτικού Κέντρου «ΕΠΙΛΛΥΟΝ» στο Νεοχώρι Μεσολογγίου
Περιλαμβάνουν, όχι μόνο τα προφορικώς μεταδιδόμενα στοιχεία, αλλά κι εκείνα που εμπεριέχονται πολλές φορές σε γραπτά κείμενα. Αποτελούν, λοιπόν, με αυτό τον τρόπο τον συνδετικό δεσμό με το παρελθόν. Ιδίως στην περίπτωση της Ελλάδας, οι παραδόσεις είναι ευρύτατες, καθώς αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της μακραίωνης ιστορίας της.
Όπως λοιπόν κάθε τόπος αριθμεί τις δικές του παραδόσεις, έτσι και η Αιτωλοακαρνανία, καθώς τα χριστουγεννιάτικα έθιμά της ραδίως δύνανται να χαρακτηριστούν ως μείζονος πολιτισμικής σημασίας. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του χωριού της Παλαιομάνινας, όπου κατά την περίοδο των Κριτσιούνε (Χριστούγεννα στη γλώσσα των Βλάχων) τα παλαιότερα χρόνια τουλάχιστον, δεν στόλιζαν δέντρο!
Η εορταστική ατμόσφαιρα ήταν περισσότερο αποτέλεσμα ουσιαστικής εσωτερικής διεργασίας αλλά και εργασιών που είχαν να κάνουν με το σπίτι. Η σαρανταήμερη νηστεία και ο εκκλησιασμός ήταν ίσως τα σημαντικότερα. Οι Βλάχοι της Παλαιομάνινας έχουν να επιδείξουν σημαντικό εθιμικό και, κατ’ επέκταση, πολιτισμικό ενδιαφέρον σε σχέση με την προετοιμασία για τα Κριτσιούνε.
Την παραμονή, λοιπόν, οι γυναίκες ασχολούνταν με το ζύμωμα του Χριστόψωμου και των κουλουριών αλλά και με τη γνωστή για τη νοστιμιά της, παραδοσιακή βλάχικη μακαρονόπιτα. Εκτός αυτού, την ίδια μέρα έπρεπε να διεκπεραιώσουν τη δύσκολη και κουραστική διαδικασία που αφορούσε το «Πόρκο ντι Κριτσιούνε», δηλαδή το χοιρινό των Χριστουγέννων. Η σφαγή του χοιρινού αποτελούσε μια μικρή ιεροτελεστία για κάθε σπίτι, καθώς το γουρούνι ήταν, φυσικά, οικόσιτο.
Σε κάθε αυλή σπιτιού, την ημέρα εκείνη, παρευρίσκονταν σχεδόν όλα τα μέλη της οικογένειας υπό τις κραυγές των γουρουνιών που σφάζονταν. Μάλιστα, κατά την παράδοση στα σφάγια έμπηγαν ένα μαχαίρι ή ένα πιρούνι και ψωμί, γιατί έτσι θεωρούσαν ότι «δεν θα τα βαρέσει ο ίσκιος», δηλαδή κάποιο ξωτικό.
Επίσης, από τον χοίρο δεν πετούσαν σχεδόν τίποτε και, κάπως έτσι, καθιερώνεται και η γιορτή της «τσιγαρίδας», που την εορτάζουν κι άλλα χωριά του Ξηρομέρου, όπως η Κατούνα. Ουσιαστικά, η τσιγαρίδα ήταν το τσιγάρισμα του χοιρινού κρέατος μαζί με το λίπος του, πράγμα που αποτελούσε και τη μέθοδο με την οποία διατηρούνταν το κρέας, παστό πια, καθ’ όλη τη χειμερινή περίοδο. Το μόνο μέρος του χοιρινού που έμενε ανεκμετάλλευτο (ως προς τη μαγειρική τουλάχιστον), ήταν η «γουρνόφουσκα», δηλαδή η ουροδόχος κύστη του χοίρου. Αυτή αποτελούσε τη χαρά του παιδιού! Τη φούσκωναν, λοιπόν, σαν μπάλα κι έπαιζαν!
Άλλο έθιμο, που όλα τα παιδιά το περίμεναν, ήταν «τα κάλαντα ντι Μπάμπω», δηλαδή τα κάλαντα της γιαγιάς και οι στίχοι τους έχουν ως εξής:
«Κόλιντι, μέλιντι, ντένι, μάιε,
κουλάχου κου σου τάλιεράπου,
αράπου ντι λα ούσιε, κου κίπουρουντικούσιε» και σημαίνουν:
«Κάλαντα, μέλιντα, δώσ’ μου, γιαγιά,
κουλούρι, για να μη σφάξω τον αράπο, τον αράπη στην πόρτα με το κουδούνι στο λαιμό»
Σε έναν κόσμο που συνεχώς αλλάζει, που η διατήρηση της παράδοσης μοιάζει περισσότερο αναχρονισμός, παρά αγάπη και υπερηφάνεια για τη γενιά που κατάγεται ο καθένας, οι Βλάχοι της Παλαιομάνινας και τα γύρω χωριά, όπως και άλλα μέρη της Ελλάδας,αντιστέκονται. Διατηρούν ήθη, έθιμα, διαλέκτους, ιδιώματα και κατ’επέκταση, γλώσσα ήθη και αξίες. Η υγιής διατήρηση των παραδόσεων του κάθε τόπου αποτελεί ένδειξη και τρόπο διατήρησης της πολιτιστικής ταυτότητάς μας και του πολιτισμού μας!
ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!