Οι λόγοι που οδήγησαν στην «θυσία» του Μεσολογγίου κατά την τελευταία πολιορκία (15 Απριλίου 1825 – 10 Απριλίου 1826) είναι ποικίλοι και πολλαπλοί, καθώς και ο επιμερισμός των ευθυνών.
του Ιωάννη Κατσαβού, Αξιωματικού ΠΝ
Ερευνητή – Συγγραφέα της Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας
Το παρόν κείμενο, προέρχεται από απόσπασμα των Απομνημονευμάτων του Στρατηγού του Αγώνα ’21 Σπυρομήλιου και είναι ενδεικτικό των συνθηκών που επικρατούσαν στην αρχή της πολιορκίας στην πόλη.
__________
Από τις αρχές Απριλίου έως τα τέλη Μαΐου 1825
«Ἔως τέλη Μαΐου τὸ Μεσολόγγιον καί Ἀνατολικόν ἐδιοικοῦντο ἀπό τὴν νεοελθοῦσαν Ἐπιτροπήν, τὴν Διευθύνουσαν τὰ τῆς Δυτικῆς Ἑλλάδος, ἥτις ἦτον συνθεμένη ἀπό τοὺς βουλευτάς Κυρίους Ἰωάννην Παπαδιαμαντόπουλον, Δημήτριον Θέμελην καὶ Γεώργιον Καναβόν. Ἡ Ἐπιτροπή αὕτη ἴσως εἰς τὴν εἰρήνην ἤθελε διοικήσῃ καλῶς τοὺς λαούς τῆς Δυτικῆς Ἑλλάδος, ἀλλ’ ὄχι ὅμως ἐν πολέμῳ. Καί ἐν τοσούτῳ ἡ σειρά τῶν πραγμάτων ἔφερεν νὰ διοικήσῃ εἰς τὴν τελευταίαν περίστασιν, διότι φθάσασα αὕτη περί τὰ μέσα Ἀπριλίου[1] δέν εἶδεν ἄλλον λαόν εἰς τὴν Δυτικήν Ἑλλάδα παρά τὸν τοῦ Μεσολογγίου καὶ Ἀνατολικοῦ, μέρη τά ὁποῖα μᾶλλον παρέσταινον γενικά στρατόπεδα, ὥστε ἡ διοίκησις εἰς αὐτά ἦτον ὁ Ἀρχηγός καὶ ἔπρεπε διά τοῦτο νὰ ἔχωσι τὰς ἀπαιτουμένας γνώσεις καὶ νὰ ἔχωσι καὶ μέσα ἀρκετά. Ἀλλ’οὗτοι οἱ Κύριοι δεν ἦτον φτιασμένοι ἐκ φύσεως νὰ διοικήσουν στράτευμα καὶ εἰς πολιορκίαν, καὶ ἡ Διοίκησις τούς ἔδωσεν τόσο ὀλίγα μέσα, ὥστε μόλις ἔδωσεν εἰς τόν στρατόν δέκα ἡμερῶν σιτηρέσια καί ἐτελείωσεν τὸ χρηματικόν τους. Καί οὔτε πανιά, οὔτε ξανθά δεν εἶχεν διά τούς πληγωμένους, καὶ ἀφίνω κατά μέρος ἰατρικά κτλ., καὶ ἐνίοτε δέν εἶχεν ἑκατό γρόσια νά δώσῃ εἰς ἕνα πεζόν νά πηγαίνῃ γράμματά μας εἰς τοὺς ἐκτός τοῦ Μεσολογγίου ἤ εἰς τήν Διοίκησιν.
Ἡ διαίρεσις τῶν ἀνθρώπων εἰς τά δύο κόμματα, τοῦ Κυρίου Ι. Κωλέττη δηλαδή καὶ τοῦ Κυρίου Α. Μαυροκορδάτου, καί ἡ ἀντιζηλία ἔβανον εἰς θέσιν τὴν Διοίκησιν, ὥστε νὰ μὴ δύναται νὰ διορίσῃ ἕναν Ἀρχηγόν. Ὅπως καί ἄν θεωρηθῇ τὸ πρᾶγμα, ἤ ἐπαινεθῶσι ἤ κατηγορηθῶσι τὸ διατί ὑπῆρχον τὰ κόμματα ταῦτα, ἤ διατί οἱ ἄνθρωποι νὰ ἔχωσι τοιαύτην ἀντιζηλίαν, ὥστε νὰ μὴ ὑποτάζεται ὁ εἷς εἰς τὸν ἄλλον, πάντοτε δὲν εἰμπορεῖ παρά νὰ φέρῃ ὄλεθρον ἡ τοιαύτη περίστασις, ἐπειδή εἰς τὸ στράτευμα ἡ πρώτη βάσις εἶνε ἡ πειθαρχία καί ἡ ἱεραρχία. Ἡ μόνη θεραπεία ἦτον ὁ διοικητικός τύπος, ἡ Επιτροπή δηλαδή, διότι ὅλοι τὴν ἀναγνωρίζαμε καί ὅλοι ὑποταζόμεθα εἰς αὐτήν. Ἀλλά εἶπον ὅτι κατά δυστυχίαν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι δεν ἦτον φτιασμένοι διά νὰ διοικήσωσι στράτευμα, καθότι ὁ μέν Κύριος Παπαδιαμαντόπουλος καὶ Κ.Θέμελης πρό τῆς ἐπαναστάσεως ἦτον ἔμποροι, ὁ δὲ Κ.Γ.Καναβός ἦτον Γκοτζάμπασης τοῦ Κραββάρου, καὶ τοῦτος μάλιστα εἶχεν προσωπικούς ἐχθρούς εἰς αὐτό τὸ τμῆμα ὅπου ἐστάλθη νὰ διοικήσῃ, ὥστε μᾶλλον ἔβλαπτεν· δὲν ἦτον ἄλλο λοιπόν παρά μία σκιά διοικήσεως ἐπικυρώνουσα ἤ ἀναιροῦσα ὅ,τι οἱ στρατιωτικοί ἤθελον.
Ὁ Στρατηγός Γ.Τζιόγκας εἴπομεν ὅτι ἦτον ὁ ἀρχηγός τῆς φρουρᾶς τοῦ Μεσολογγίου μετά τὸν Κ. Ν.Στουρνάρη, ὅστις τοῦ παρεχώρησε τὴν ἀρχηγίαν δίχως νὰ πειραχθῇ, ἀλλά μάλιστα ἦτον σύμφωνος καὶ αὐτός εἰς τὸ περί ὑπολήψεως του Τζιόγκα (τὸ μοναχόν παράδειγμα ὁποῦ ἔχομεν τοῦ νὰ παραχωρῆται δίχως συγχύσεις μία ἀρχηγία). Πλήν ὁ Στρατηγός Τζιόγκας ἀνέφερεν εἰς τὴν Ἐπιτροπήν κατά τὰς ἀρχάς αὐτοῦ τοῦ μηνός[2] καὶ εἰς τοὺς λοιπούς ὁπλαρχηγούς, ὅτι δὲν ἐδύνατο νὰ διαμένῃ περισσότερον ἀπ’ εἴκοσι ἡμέρας εἰσέτι εἰς τὸ Μεσολόγγιον καὶ ὅτι μετά τοῦτο ἤθελεν ἀναχωρήσῃ ἐπειδή, ἔλεγεν, ἐφοβεῖτο μήπως ἀρρωστήσῃ εἰς τὸ Μεσολόγγιον προχωροῦντος τοῦ καλοκαιρίου· καὶ διὰ τοῦτο τοὺς ἰδέαζεν πρωτήτερα διὰ νὰ λάβουν μέτρα νὰ φέρουν ἄλλην φρουράν. (Πόθεν ν’ ἀρχίσω νὰ κατηγορήσω αὐτόν τὸν στρατηγόν, καὶ μάλιστα ἀρχηγόν ὅλης της φρουρᾶς;)
Οὔτ’ αἴσθημα τιμῆς, οὔτε ὀρθός λόγος δὲν ἐστάθησαν ἱκανοί νὰ τὸν καταπείσουν· ἐστοχάζετο μάλιστα ὅτι ἐθεράπευε καὶ τὸ συνειδός του καὶ τὴν φιλοτιμίαν του, διότι τούς ἔδιδε την προθεσμίαν είκοσι ἡμερῶν, ὥστε νὰ λάβουν μέτρα νὰ τὸν ἀντικαταστήσουν, καὶ ὅτι ἦτον ἡρωϊκή πρᾶξις αὐτή μάλιστα! Τοῦτο ἔφερεν τὴν Ἐπιτροπήν εἰς τὴν πλέον ἀθλίαν θέσιν, διότι δὲν ἔβλεπε τὶ ἐδύνατο νὰ κάμῃ, καθώς καὶ ὅλην τὴν φρουράν εἰς ἀπελπισίαν, ὥστε οἱ ἄνθρωποι ἄρχισαν νὰ σκέπτωνται τὴν θέσιν τους, καὶ ἄλλοι νὰ σκέπτωνται διὰ τὰ καπετανάτα τους καὶ μάλιστα ἄρχισαν νὰ ἐνεργοῦν· διότι ὁ Κύριος Στέργιος Στουρνάρης, ἀδελφός τοῦ Κ. Νικολάου, παραλαβών διακοσίους ἀνθρώπους ἐλιποτάκτησεν διὰ νὰ πηγαίνῃ εἰς τὸν Μεχμέτ Ρεσίτ πασιᾶ ν’ ἀσπασθῇ ἐκείνην τὴν χεῖραν, τὴν ὁποίαν εἶχεν βάψῃ ο Σατράπης οὗτος εἰς τὸ αἷμα τῶν χριστιανῶν, διὰ νὰ τοῦ δώσῃ διάταγμα νὰ ἔχῃ τὸ καπιτανάτον τοῦ Ἀσπροποτάμου, τὸ ὁποῖον ἔως τότε εἶχεν ὁ ἀδελφός του.
Ἡ ἐπιμονή τοῦ Στρατηγοῦ Τζιόγκα καὶ ἡ λιποταξία τοῦ μοχθηροῦ Στουρνάρη ἔφερον τὴν νέκρωσιν καὶ τὴν ἀπελπισίαν εἰς τὸ Μεσολόγγιον, ἐν ᾧ ὁ ἐχθρός ἀκόμη ἦτον εἰς τὴν ἀρχήν τῆς πολιορκίας, καὶ ἐνίοτε ἐκανονοβόλει. Ὅθεν ἡ Ἐπιτροπή διὰ νὰ προλάβῃ ἄλλα δεινότερα ἐπακόλουθα ἐδιέταξεν νὰ μεταβώσι ἐκ τοῦ Ἀνατολικοῦ εἰς τὸ Μεσολόγγιον τὰ σώματα τῶν Στρατηγῶν Ν. Μπότζαρη, Γιάννη Σιούκα, Κ. Βλαχόπουλου καὶ τὸ ἡμέτερον. Ἐκτός τοῦ Στρατηγοῦ Νότη, οἱ λοιποί ὑπακούσαμε, πλὴν ὁ Γέρων οὗτος ἐπρότεινε τινάς συνθήκας εἰς τὴν Ἐπιτροπήν καί εἰς την φρουράν.
Αἱ συνθῆκαι αὗται ἐπεριορίζοντο εἰς τὴν Ἀρχηγίαν τῆς φρουράς, τοῦ νὰ τῷ δοθῇ ὡς δῶρον ἀπό τούς κατοίκους τοῦ Μεσολογγίου τὸ ἐθνικόν οἴκημα ὀνομαζόμενον Βοϊβοντικό, καὶ τρίτον ἄρθρον μυστικόν, περί χρηματικῆς δόσεως. Προτάσεις ὁποῦ ἄλλοτε ἦτο τῶν ἀδυνάτων νὰ τοῦ παραδεχθῶσι, ἀλλά εἰς τοιαύτην τὴν κρίσιμον περίστασιν δέν ἐπιδέχοντο τροπολογίαν, ὥστ’ἐνεκρίθησαν καὶ ἐνεργήθησαν· καὶ τὸ περίεργον ὁποῦ ὁ Στρατηγός Τζιόγκας ὑπέγραψεν τὴν παραχώρησιν τῆς Ἀρχηγίας του μ’ευχαρίστησίν του καὶ μὲ χαράν του, διότι ἔβλεπε με τοῦτο ὅτι ἐδύνατο αὐτός ν’ αναχωρήσῃ διὰ νὰ μὴν ἀρρωστήσῃ.
Τότε πλέον ἦλθεν καὶ ὁ Στρατηγός Νότης, ὅστις ἐτοποθετήθη εἰς τὸ δεξιόν μέρος τοῦ φρουρίου, εἰς τὸ δεύτερον κανονοστάσιον ἀπό τὸ τελευταῖον ὁποῦ ἦτον εἰς τὸ ἀκροθαλάσσιον. Ἐν ᾧ, καὶ διότι ἦτον κέντρον τοῦ φρουρίου καὶ διότι ἦτον ὁ πλέον ἐπικίνδυνος καὶ διότι ἔφερεν τ’ ὄνομα τοῦ ἀειμνήστου ἀνεψιοῦ του Μάρκου Μπότζαρη, ἔπρεπε νὰ τοποθετηθῇ εἰς ἐκεῖνο το κανονοστάσιον. Ὁ Κύριος Νότη-Μπότζαρης σχεδόν ἐξηκοντούτης ἀνεθράφη εἰς τὸν πόλεμον, διότι εἰς τὸ διάστημα τῆς ζωῆς του συνέβησαν ὅλοι οἱ πόλεμοι τῆς πατρίδος του Σοῦλι παρά τοῦ Ἀλη πασιᾶ κ.τ.λ., ὥστε ἔχει ἀρκετήν πεῖραν εἰς τὰ πολεμικά, δὲν εἶνε ἐλλειπής καὶ ἀπό τὰ στρατηγήματα, τὰ ὁποῖα τοῦ ἐχορήγησεν ἡ πολυχρόνιος πεῖρα, ἔχει καὶ νοῦν πλὴν δὲν ἔχει οὐδεμίαν παιδείαν καὶ σχεδόν οὔτε τ’ ὄνομά του δὲν ἠξεύρει νὰ γράψῃ.
Ἡ φύσις τοῦ ἔδωσεν δύο σημαντικά ελαττώματα, τὸ φιλόδοξον καὶ φιλοκερδές, ἐλαττώματα τὰ ὁποῖα μάλιστα εἰς ἕν δημοκρατικόν κράτος εἶνε τὰ πλέον ἐπιβλαβῆ, καὶ ὁποῦ ἐμποδίζουν τὸν ἄνθρωπον εἰς τὸ νὰ σύρῃ εἰς ἑαυτόν τὴν ὑπόληψιν τῶν πολιτῶν του, θέλει να δικαιώνῃ τὰς πράξεις του παρασταίνων ἐκδουλεύσεις καὶ τὴν ἡρωϊκήν θυσίαν του ἀνεψιοῦ του Μάρκο-Μπότζαρη, ἀλλά ταῦτα δεν ἀρκοῦσι, διότι τινάς εἰς τὴν δημοκρατίαν δὲν σημαίνει ἐάν δὲν ἔχῃ προσωπικάς ἀρετάς.
Ὥστε ἰδού πῶς ἐξηγοῦνται αἱ πράξεις του· διατί ἄφησεν τὸν Καρβανσαρᾶ;[3] Μήπως μὲ χιλίους ἀνθρώπους δὲν ἐδύνατο τοὐλάχιστον νὰ συγκροτήσῃ ἀκροβολισμόν μὲ τοὺς Τούρκους, καὶ μάλιστα εἰς τόσας θέσεις, ὁποῦ ἡ φύσις ἀπεκατέστησεν ὀχυράς; Ἤ εἶνε ἀγύμναστος εἰς τὸ εἶδος τοῦτο τοῦ πολεμεῖν ὀλίγοι τοὺς πολλούς; Διατί συνήργησενν’ἀφεθῇ το Καστέλλι[4] τοῦ Ἀνατολικοῦ; Μήπως δέν ἐγνώριζεν αὐτός πόσον ἧτον ἀναγκαίον να διατηρηθῆ; Ἀλλ’ ἰδού τὰ αἴτια· νὰ δείξῃ τὴν δυσαρέσκειάν του εἰς τὸ ὅτι δὲν τον ἐδιόριζεν ἡ Διοίκησις Ἀνώτερον Ἀρχηγόν ὅλων τῶν ἄλλων, και επειδή ὁ ἀπεσταλμένος του εἰς Ναύπλιον νὰ τοῦ φέρῃ τοὺς μισθούς τοῦ ἔγραφεν ὅτι δὲν εἶχε λάβῃ χρήματα· ὥστε ἐπείσμωσε κατά τῆς Διοικήσεως καὶ ἤθελεν νὰ τῆς ἀποδειχθῇ ἀναγκαῖος, ὥστε νὰ τοῦ δώσῃ χρήματα καὶ ἀξίαν, ὥστε νὰ διακρίνεται τῶν ἄλλων. Καὶ ταύτας τὰς ἀληθείας ἀπέδειξεν τρανώτατα μὲ τὴν συνθήκην ὁποῦ ἐπρότεινε ὅταν ἐδιετάχθη νὰ μεταβῇ ἀπό το Ἀνατολικόν εἰς τὸ Μεσολόγγιον, ὁποῦ ὠφελήθη ἀπό τὴν περίστασιν εἰς τὴν ὁποίαν εὑρέθη ἡ Τοπική Διοίκησις νὰ τοῦ παραχωρήσῃ τὴν ἀρχηγίαν, οἱ Μεσολογγῖται τὸ Βοϊβοντικό, καὶ ἡ Ἐπιτροπή δεκατέσσαρας χιλιάδας γρόσια μυστικά. Ἀλλά μ’ὅλον ὅτι ὁ ἐνεργῶν τοιουτοτρόπως πωλεῖ τὴν ὑπηρεσίαν του εἰς τὴν πατρίδαν, ἥτις δεν πρέπει νὰ τοῦ χρεωστῇ οὐδεμίαν χάριν, πλήν μήπως ἦτον καὶ πραγματικῶς ἀρχηγός ὅταν ἐπέτυχεν νὰ τοῦ δοθῇ ἔγγραφον; Ὄχι, διότι τότε ἡ Ἀρχηγία ἦτο ἀληθινή, ὅταν οἱ ἄνθρωποι γνωρίζοντες τὰς ἀρετάς του τὸν ἐσέβοντο πραγματικῶς· ὥστε ἐπί ψιλοῦ ὀνόματος ἐπεριορίζετο ἡ Ἀρχηγία. Ἀλλά το Βοϊβοντικό ὡς ἐθνικόν κτῆμα μήπως ἐδύνοντο οι Μεσολογγῖται νὰ τοῦ τὸ χαρίσουν, ἐν ᾧ μόνον ἡ Ἐθνική Συνέλευσις είχε τοιαύτην ἐξουσίαν; Ὣστε ὅ,τι καὶ ἄν τοῦ ἐχάριζον ἦτον ἀβάσιμον. Ἀπ’ ὅλα ταῦτα λοιπόν ἐκέρδισεν τὰς δεκατέσσαρας χιλιάδας γρόσια! Πλήν διὰ νὰ κατορθώσῃ ταῦτα μὲ τὰς πράξεις του πόσων κακῶν ἔγεινεν αἴτιος, καὶ πόσα ἐδύνοντο νὰ ἐπακολουθήσουν εἰς τὴν Πατρίδαν!»
[1] Ἔφθασε στις 12 Απριλίου 1825 και στις 14 είχαν αναπτυχθεί και οι εμπροσθοφυλακές των Τούρκων προ των τειχών και είχε αρχίσει σποραδικός κανονιοβολισμός της πόλης.
[2] Μάϊος 1825.
[3]Το Κεφαλόβρυσο
[4] Του είχε ανατεθεί η φύλαξη της διαβάσεως του Μακρυνόρους, αποστολή την οποία εγκατέλειψε χωρίς την έγκριση της Διοίκησης, άνευ αγώνος.