Ο Άγιος Παντελεήμονας είναι ο κοντινότερος ανατολικός όρμος στον κόλπο του Αστακού.
Το απάνεμο αυτό άνοιγμα χρησιμοποιούταν ως ασφαλές αγκυροβόλιο μικρών πλοίων και κατά τον 19ο μ.Χ. αιώνα είχαν χτιστεί εκεί αποθήκες και βυρσοδεψεία ως αποτέλεσμα των εμπορικών δραστηριοτήτων που σχετίζονταν με το βελανίδι. Στη δυτική πλευρά του όρμου και πάνω σε έναν κωνικό λοφίσκο υπάρχει ένα μικρό φορύριο με έξι ημικυκλικούς πύργους, χτισμένο πιθανόν κατά το τέλος της κλασικής περιόδου προκειμένου να αντιμετωπιστούν πειρατικές επιδρομές.
Κατά μία άποψη, ο γραφικός ορμίσκος του Αγίου Παντελεήμονα, στην Αιτωλοακαρνανία, αποτελούσε ασφαλές λιμάνι της αρχαίας πόλης του Αστακού. Κατά άλλους, η οχυρωμένη Ακρόπολη στην κορυφή του λόφου, πολύ κοντά στον όρμο, σχετιζόταν με την αρχαία πόλη Μάραθο ή λειτουργούσε ως καταφύγιο για τις πειρατικές επιδρομές.
Όποια και να ήταν η χρήση της θέσης στην αρχαιότητα, το σίγουρο είναι ότι τα μνημεία της περιοχής, αρχαία και νεότερα, βρίσκονται μέσα σε ένα πανέμορφο φυσικό τοπίο, αρκετά αλώβητο, παρά τη γειτνίασή του με το Πλατυγιάλι, που μετατράπηκε σε Ναυτιλιακή Βιομηχανική Περιοχή.
Ο όρμος του Αγίου Παντελεήμονα -ονομασία που απέκτησε από το ομώνυμο μεταβυζαντινό εκκλησάκι το οποίο βρίσκεται κοντά στην Ακρόπολη— απασχόλησε τα μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, τα οποία έδωσαν ομόφωνα το «πράσινο φως» στην κήρυξη της περιοχής ως αρχαιολογικού χώρου. Οι λόγοι ήταν σαφείς: Πρώτα απ’ όλα, ο κυκλικός οχυρωμένος περίβολος, μήκους περίπου 365 μ., που χρονολογείται στο β΄ μισό του 3ου αι. π. Χ., σώζεται σε εξαιρετικά καλή κατάσταση. Χτισμένος με το ψευδοϊσόδομο τραπεζιόσχημο σύστημα δόμησης, που απαντάται συχνά στην Αιτωλοακαρνανία, ο περίβολος, που κατά διαστήματα διατηρείται σχεδόν στο αρχικό του ύψος (περίπου 2,20 μ.), έχει ενισχυθεί με τουλάχιστον έξι πύργους.
Επιπλέον, εκτός από μια φυσική πηγή νερού, έχουν εντοπιστεί κατάλοιπα οικίας του 5ου αι. π. Χ. στα βορειοδυτικά του λόφου, όπου πιθανότατα εκτεινόταν η αρχαία πόλη μέχρι και τη θάλασσα.
Εξάλλου, στη θέση του αρχαίου λιμένα, ορατά είναι τα ίχνη από τις ρωμαϊκές θέρμες, καθώς και ό,τι έχει απομείνει από προβλήτα της νεότερης εποχής, ενώ την ιδιαίτερη εικόνα του τοπίου συμπληρώνουν οι αποθήκες βελανιδιού που χτίστηκαν τον 19ο αιώνα, όταν οι εμπορικές δραστηριότητες σχετίζονταν με τον συγκεκριμένο καρπό (βυρσοδεψεία). Τέλος, στον νέο αρχαιολογικό χώρο ενσωματώνεται τμήμα του ενάλιου όρμου για την προστασία αρχαιοτήτων που πιθανόν βρίσκονται μέσα στο νερό.