Ανάμεσα στους θεόρατους βράχους με το αιώνιο κάλλος και το μεγαλείο τους είναι σκαλισμένο το βυζαντινό μοναστήρι της Κλεισούρας, που αναδεικνύεται μέσα από την σπηλιά.
Η Μονή της Ζωοδόχου Πηγής «Ελεούσης» στο 20ο χλμ της Εθνικής Οδού Μεσολογγίου-Αγρινίου θυμίζει μετεωρίτικο μοναστήρι έτσι «καρφωμένη» που είναι στο βουνό στην αρχή του περάσματος Κλεισούρας του βουνού Αράκυνθος ή Ζυγός.
Το εκκλησάκι της Παναγίας της Ελεούσας, που είναι ένα από τα ωραιότερα μοναστήρια της πατρίδος μας, αποτελεί σπουδαίο προσκυνηματικό κέντρο και σημείο αναφοράς της θρησκευτικής ζωής του τόπου.
Η προφορική παράδοση αναφέρει ότι στο παλαιό χωριό Χρυσοβέργι, στο σημείο όπου σήμερα βρίσκεται το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής, γύρω στα 1700, την ώρα της Ανάστασης κάποιος Τούρκος, μέλος στρατιωτικού αποσπάσματος χλεύασε τους χριστιανούς, με αποτέλεσμα ένας Έλληνας, ονόματι Κουμπούρας παρεξηγήθηκε, συνεπλάκη μαζί του και τον σκότωσε. Οι υπόλοιποι φοβήθηκαν και έφυγαν, οι δε Έλληνες κατέβασαν με σχοινιά τον Κουμπούρα στο σπήλαιο πάνω από το σημερινό μοναστήρι για να κρυφτεί και έτσι να σωθεί από την οργή του κατακτητή.
Ένα χρόνο έμεινε εκεί κρυμμένος, τρεφόμενος από τους χωριανούς, που του έδιναν τα απαραίτητα μέσα σε αιωρούμενο καλάθι. Όταν το γεγονός λησμονήθηκε ο Κουμπούρας με την βοήθεια σχοινιών επανήλθε και τότε διηγήθηκε ότι στο σημείο όπου σήμερα είναι ο ναός έβλεπε κάθε βράδυ ένα ζωηρό φως. Όταν οι χωριανοί με χίλιες δυσκολίες έφθασαν στο σημείο που τους υπέδειξε έκθαμβοι αντίκρισαν την εικόνα της Παναγιάς και δίπλα πηγή με νερό (αγίασμα).
Στο σημείο εκείνο ανήγειραν από ευλάβεια το πρώτο εκκλησάκι. Μάλιστα, σ’ αυτό φιλοξενήθηκε και ο εθναπόστολος Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός σε μια από τις περιοδείες του, ο οποίος είχε διαμηνύσει στους χριστιανούς ότι «μια ημέρα θα γίνει ένα μεγάλο προσκύνημα εδώ». Εξάλλου, στο χαμηλό πλάτωμα του νεότευκτου μοναστηριού υπάρχει η προτομή του Κοσμά του Αιτωλού.
Το εκκλησάκι του μοναστηριού, που αποτελεί κόσμημα της Αιτωλοακαρνανίας και φάρο ορθοδοξίας και ελληνισμού, είναι συνδεδεμένο με τα ιστορικά γεγονότα της νεότερης ιστορίας της πατρίδος μας. Συγκεκριμένα, εκεί βρήκε καταφύγιο και μόνασε ο Γιάννης Γούναρης, ο οποίος πριν γίνει καλόγερος ήταν στην υπηρεσία του Ομέρ Βρυώνη και κυνηγούσε για λογαριασμό του αφέντη του, ενώ την οικογένεια του την είχε «όμηρο» ο πασάς στην Άρτα. Το πραγματικό του όνομα ήταν Γιάννης Ζούκος ή Ζούκας, αλλά τον αποκαλούσαν Γούναρη, γιατί κυνηγούσε γουνοφόρα αγρίμια και αλεπούδες.
Η γενναία και αγαθή αυτή ψυχή, λόγω της ιδιότητας του πληροφορήθηκε ότι ο Ομέρ Βρυώνης σχεδίαζε αιφνιδιαστική επίθεση κατά του ηρωικού Μεσολογγίου στις 24 με 25 Δεκεμβρίου του 1822, όταν οι χριστιανοί θα κατέκλυζαν τις εκκλησιές. Το δίλημμα του υπήρξε έντονο: σιωπή για την σωτηρία της οικογένειας του ή αποκάλυψη του φοβερού μυστικού, λύτρωση των Ελεύθερων Πολιορκημένων και καταδίκη σε θάνατο των μελών της ίδιας της οικογένειας του. Ο ίδιος επέλεξε να αποκαλύψει τα δόλια σχέδια του πασά στους Έλληνες και έτσι κατέληξε η πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου τα Χριστούγεννα του 1822 σε μια περίτρανη νίκη των υπερασπιστών της ηρωικής πόλης.
Η ψυχρή εκτέλεση των μελών της οικογένειας του για εκδίκηση από τον Ομέρ Βρυώνη ήταν πλέον γεγονός, ενώ ο ίδιος για να ξεφύγει από την μανία του, βρήκε καταφύγιο στο μικρό σπήλαιο στην Κλεισούρα του Μεσολογγίου, τρεφόμενος από τους βοσκούς και κατοίκους της περιοχής. Με την απελευθέρωση της πατρίδος έγινε καλόγερος –ιερομόναχος με τον αβάσταχτο πόνο της απώλειας των δικών του να τον συντροφεύει διαρκώς.
Όταν το 1837, διερχόμενος ο Όθων με την Αμαλία και την συνοδεία του από τη Μονή, οι καπεταναίοι που τον συνόδευαν του εξιστόρησαν τα γεγονότα της ζωής του καλόγερου της Κλεισούρας, ο Όθωνας συγκινήθηκε από τον τραγικό επίλογο και θέλησε να τον ανταμείψει. Του απεύθυνε το ερώτημα, λοιπόν, τι αξίωση έχει από την πατρίδα για την προσφορά του στον αγώνα. «Δεν υπάρχει αμοιβή, ούτε αξίωμα αρκετό για να ξεπληρώσει το κακό μου. Αξιώθηκα να δω την πατρίδα μου ελεύθερη και αυτό είναι αρκετό για να με παρηγορήσει». Το μόνο που ζήτησε από τον Όθωνα αντί για άλλη χάρη ήταν να παραχωρήσει το κράτος την περιοχή στο Μοναστήρι, το οποίο συντελέστηκε από την είσοδο έως και την έξοδο της Κλεισούρας.
Ο Γούναρης άφησε εκεί την τελευταία του πνοή, ενώ τα οστά του ευρέθησαν στα θεμέλια του Ναού κατά την ανακαίνιση του 1997 και ετάφησαν κοντά στην προτομή του. Στην πραγματικότητα, όμως, πέρασε στην αθανασία και κατέλαβε τη θέση που του άρμοζε στο πάνθεον των ηρώων. Η Συνομοσπονδία Κυνηγών πανηγυρίζει κατά παραδοσιακό τρόπο και τιμάει τον αγωνιστή αυτόν την τρίτη Κυριακή του Ιουνίου κάθε χρόνο.
Πλούσια υστεροφημία άφησε ένας ακόμη ασκητής της Μονής. Πρόκειται για τον Πανάρετο Παλαμά-προερχόμενο από την γνωστή Μεσολογγίτικη οικογένεια – μια μορφή επιβλητική, δυναμική και δραστήρια. Μάλιστα, θεωρείται και κτήτορας του πρώτου ξενώνος (1878), ενώ ύψωσε και μανδρότοιχο. Κατασκεύασε την κλίμακα και απαγόρευσε τη βοσκή στους χώρους της μονής. Εκείνη την περίοδο πέρασε και προσκύνησε την εικόνα της Παναγιάς ο βασιλιάς Γεώργιος ο Α’. Ο Χαρίλαος Τρικούπης επισκέφθηκε το μοναστήρι και χρηματοδότησε την κατασκευή της στέρνας, όπου συγκεντρώνεται το βρόχινο νερό και το 1956 , η τότε βασίλισσα Φρειδερίκη προώθησε την αναδάσωση. Το 1973, κατόπιν ενεργειών της Ιεράς Μονής ανεκηρύχθη όλη η περιοχή της Κλεισούρας, ιστορική με φυσικό κάλλος και προστατεύεται από όλες τις δημόσιες Αρχές, ενώ τα τελευταία χρόνια οι ανακαινιστικές εργασίες εντάθηκαν.
Το ιερό Μοναστήρι γιορτάζει την ημέρα της Ζωοδόχου Πηγής και οι εορτασμοί και η πανήγυρης διαρκούν περίπου τρεις ημέρες. Μάλιστα, το συγκεκριμένο διάστημα θεωρείται θαυματουργό το εκκλησάκι, καθώς μόνο τότε στάζει νερό από τον τεράστιο βράχο, που βρίσκεται ακριβώς από πάνω του. Οι πιστοί θεωρούν ότι πρόκειται για τα δάκρυα της Παναγιάς και θα παρατηρήσει κανείς ότι αφού προσκυνήσουν στο εσωτερικό του, να αναμένουν κάτω από το βράχο για να δεχτούν έστω μια σταγόνα πάνω τους, πριν πάρουν το δρόμο της κατάβασης.
Οι χιλιάδες των περαστικών μέρα και νύχτα στρέφουν το βλέμμα τους ψηλά στη μορφή της Παρθένου Αγίας Ελεούσας σχηματίζουν ταπεινά το σχήμα του σταυρού και απευθύνουν μυστικές προσευχές, επικοινωνώντας με μοναδικό τρόπο με την Παναγιά. Πολλοί επισκέπτες ανηφορίζουν για να προσεγγίσουν στον υποβλητικό χώρο της σπηλιάς, που βρίσκεται η θαυματουργός εικόνα, υποκλινόμενοι μπροστά της και διακατεχόμενοι από την ειρήνη της καρδιάς, του πνεύματος και της ψυχής, που μόνο εκείνη δύναται να τους προσφέρει με την Χάρη και την ευλογία της Θεοτόκου Αγίας Ελεούσας.
Ειρήνη Σωτηρίου – Δημοσιογράφος, Διοικητικό Στέλεχος, Διεθνολόγος