Ο Επίσκοπος Ρωγών και Κοζύλης Ιωσήφ ήταν, χωρίς αμφιβολία, μία από τις μεγάλες μορφές της Ελληνικής Εκκλησίας και γενικότερα της απελευθερωτικής προσπάθειας του Ελληνισμού. Το όνομά του έχει συνδεθεί καθοριστικά με τον ανδρείο αγώνα κατά την Έξοδο του Μεσολογγίου το 1826 και είναι από τους Ιεράρχες που έδωσε ψυχή στον ιερό αγώνα των Πολιορκημένων και τους συμβούλευε πάντα με γνώμονα την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τον Θείο νόμο.
Γράφει ο Ιωάννης Κατσαβός
Αξιωματικός ΠΝ, Συγγραφέας – Ερευνητής- Ιστορικός
Ο Ιεράρχης γεννήθηκε στη Θεσσαλία (Αμπελάκια Λαρίσης) το 1776 και έμαθε τα πρώτα του γράμματα στο σχολείο της Τσαριτσάνης, όπου και διεκρίθη για την φιλομάθεια του. Όταν χειροτονήθηκε ιερέας υπηρέτησε ως εφημέριος στην Τσαριτσάνη και άρχισε να περιοδεύει στη Θεσσαλία κηρύττοντας το Θείο λόγο και ενισχύοντας την επαναστατική προσπάθεια.
Σημαντική, ήταν η δράση του Ιωσήφ στην αυγή του 19ου αιώνα. Συγκεκριμένα, έλαβε μέρος στο κίνημα του παπά – Ευθύμη Βλαχάβα, ενός ακόμη ιερέα που θυσιάστηκε για τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία (ο Βλαχάβας καταζητούνταν από τον Αλή Πασά, ο οποίος μεταχειρίστηκε πλαστή επιστολή, ότι τον καλούσαν σε συνάντηση οι Λαζαίοι, οικογένεια κλεφτών του Ολύμπου. Ο Βλαχάβας ανύποπτος πήγε και αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους, οι οποίοι τον παρέδωσαν στον Αλή Πασά για να θανατωθή). Ακολούθως, συνελήφθη και ο Ιωσήφ και φυλακίσθηκε στα Ιωάννινα, αποφεύγοντας όμως τελικά αυτός τη θανατική ποινή.
Αργότερα, έγινε Πρωτοσύγκελος του Μητροπολίτη Άρτης και Ναυπάκτου Πορφυρίου. Σταθμός, στην ζωή του Ιωσήφ υπήρξε η μύησή του στην Φιλική Εταιρεία το 1818 από τον Επίσκοπο Ρωγών Μακάριο (πρόκειται για έδρα Επισκοπής στο χώρο μεσαιωνικού οικισμού μεταξύ της σημερινής Νέας Κερασούντας και της Πέτρας Πρεβέζης. Υπάρχουν μαρτυρίες ότι προστάτης του οικισμού ήταν ο όσιος Λουκάς ο Ευαγγελιστής). Κατά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, ο Ιωσήφ φυλακίσθηκε εκ νέου από τους Τούρκους στην Άρτα. Ωστόσο, η διάρκεια της παραμονής του στη φυλακή ήταν μικρή, εξαιτίας της κατάληψης της πόλης από τους Έλληνες.
Εν συνεχεία, ο Ιωσήφ, ο οποίος το 1820 είχε χειροτονηθεί Επίσκοπος Ρωγών και Κοζύλης, το Φεβρουάριο του 1822 κατέφυγε με τον Μητροπολίτη Πορφύριο στο Μεσολόγγι. Ο Ιωσήφ μετείχε στις πολιορκίες του Μεσολογγίου και εργαζόταν προσωπικά χτίζοντας με τους άλλους αγωνιστές τα τείχη της πόλεως, ενώ όταν οι συνθήκες της πολιορκίας δυσκόλευαν πρόστρεχε στους προμαχώνες για να ευλογήσει και να ενθαρρύνει τους αγωνιστές, ενώ ενίοτε πολεμούσε και ο ίδιος στις ντάπιες. Ως Τοποτηρητής του Μητροπολίτη Πορφυρίου, στην ηρωική πόλη του Μεσολογγίου, τον Απρίλιο του 1824 χοροστάτησε στην κηδεία του Λόρδου Βύρωνος.
Όπως και οι αρχειακές πηγές αποδεικνύουν, ο Επίσκοπος Ιωσήφ έζησε, μαζί με το ποίμνιό του στο Μεσολόγγι, όλο το δράμα της τελευταίας πολιορκίας και μοιράστηκε μαζί του όλα τα δεινά του πολέμου. Είναι χαρακτηριστικό το έγγραφο του Γενικού Αστυνόμου του Μεσολογγίου της 24ης Αυγούστου του 1825, σύμφωνα με το οποίο όλοι οι ανώτεροι και κατώτεροι στρατιωτικοί της Ιεράς Πόλης συμφώνησαν «…ότι ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ, ως εξ ακοής βεβαίως εμάθομεν μερικοί, και μερικοί είδομεν την Θεοφιλίαν του με τα ομμάτιά μας, εστάθη εις αυτήν την πόλιν και εις την πρώτην πολιορκίαν την επί του Ομέρ-πασά και Κιουταχή, και εις μεν την δευτέραν του Σκόνδρα-πασά γενναίος και ακαταπτόητος, συνκινδυνεύσας τοις πολεμικοίς και συναγωνισθείς τοις πολιτικοίς, και αόκνως καθ’ ημέραν δεήσεις, παρακλήσεις και λιτανείας εκτελών προς Θεόν υπέρ ελευθερώσεως της Ελλάδος αμισθί…».
Στην ίδια κατεύθυνση σημειώνουμε και το έγγραφο του Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου της 9ης Αυγούστου 1825 για τον Επίσκοπο Ιωσήφ «… εχρημάτισε ήδη τέσσαρας περίπου μήνας γενναίος, και συνδιακινδυνεύσας τοις πολεμικοίς και πολιτικοίς δεν έλειψε να εκπληροί τα χρέη του και εκκλησιαστικώς, χωρίς τινός απολαβής του γενικού Ταμείου, και πολεμικώς συνεργών όλαις δυνάμεσιν εις την διάσωσιν του Μεσολογγίου, του προπυργίου της Ελλάδος, και εις την ωφέλειαν όλης γενικώς της πατρίδος…».
Επικεντρώνοντας, τώρα, στην δράση του Επισκόπου Ιωσήφ κατά την ηρωική Έξοδο μπορούμε να υπογραμμίσουμε ότι προήδρευσε του μεγάλου Συμβουλίου στις 6 Απριλίου 1826, που έλαβε την απόφαση για την Έξοδο και συνέταξε το σχετικό σχέδιο της Εξόδου, το οποίο υπαγόρευσε στον Νικόλαο Κασομούλη ο οποίος και το κατέγραψε (στο βιβλίο του ‘Ενθυμήματα στρατιωτικά της επαναστάσεως των Ελλήνων 1821 – 1833’), ενώ μερίμνησε να κοινωνήσουν των Αχράντων Μυστηρίων οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι.
Ο Ιωσήφ κατά την Έξοδο ακολούθησε αρχικά το στρατιωτικό σώμα του Νότη Μπότσαρη, ωστόσο, λόγω μιας άγνωστης φωνής που ακούσθηκε εκείνη τη στιγμή και καλούσε τους Μεσολογγίτες να γυρίσουν πίσω, κάποιοι επέστρεψαν, μεταξύ των οποίων και ο Επίσκοπος Ρωγών και Κοζύλης Ιωσήφ, ο οποίος με γαϊτα (είδος βάρκας) κατέφυγε με άλλους αγωνιστές στη νησίδα του Ανεμόμυλου (συνολικά επτά, μεταξύ των οποίων και ο Μεγάλος Οικονόμος της Μητροπόλεως Ιερέας Ιωάννης Βάλβης, πατέρας του μετέπειτα Πρωθυπουργού Ζηνόβιου Βάλβη). Τα ξημερώματα της 11ης Απριλίου του 1826 έφθασαν στον Ανεμόμυλο και οι επιδρομείς του Ιμπραήμ.
Στο νησάκι του Ανεμόμυλου ο Ιεράρχης και οι υπόλοιποι αντιστάθηκαν ηρωικά επί τρεις ημέρες. Όταν ο Επίσκοπος Ιωσήφ διεπίστωσε ότι ελπίδα σωτηρίας δεν υπάρχει, αποφάσισε να δώσει τέλος και έβαλε φωτιά στην πυριτιδαποθήκη. Ο παπα-Γιάννης Βάλβης σκοτώνεται, καθώς και άλλοι. Οι υπόλοιποι είναι βαρειά τραυματισμένοι, μαζί με το Δεσπότη. Ο Ιμπραήμ διέταξε να βρεθεί το σώμα του Επισκόπου Ιωσήφ. Τον βρήκαν ημιθανή και τον κρέμασαν μπροστά στον Ανεμόμυλο. Όταν λοιπόν παρέδωσε το πνεύμα του στις 13 Απριλίου του 1826, τα τελευταία του λόγια ήταν: « Θαρσείτε! Ο Κύριος αποθάνοντας ημάς δια τον αυτού Νόμον, εις αιώνιον αναβίωσιν ζωής αναστήσει!». Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, του Σπ. Τρικούπη, «ημίκαυστος αποκεφαλίσθη».
Εν κατακλείδι, ο Επίσκοπος Ρωγών και Κοζύλης Ιωσήφ συγκαταλέγεται στην ηρωική χορεία των πολυαρίθμων Εθνομαρτύρων κληρικών, οι οποίοι έδωσαν την ζωή τους για τον Χριστιανισμό και τον Ελληνισμό. Προτίμησε να πεθάνει ελεύθερος παρά να παραδοθεί. Προτίμησε να πεθάνει Χριστιανός και Έλληνας παρά να τουρκέψει. Αναμφισβήτητα, λοιπόν, αποτελεί σύμβολο αξιοσύνης αλλά και πρότυπο ανδρείας και φιλοπατρίας. Τα ματωμένα ράσα του ας είναι σύμβολο και πρότυπο λεβεντιάς και αξιοπρέπειας και ας διδάσκουν τις επερχόμενες γενιές.
Επισκόπου Ρωγών και Κοζύλης Ιωσήφ, αιωνία η μνήμη.