Το Δενδροχώρι (1), μικρός «σφικτός» οικισμός, σχολείο κλειστό, σημαία, δρόμος φεύγει κάτω, «μέρη από το διάστημα», ο Εύηνος ελίσσεται εδώ μέσα, είναι τόσα τα βουνά ολόγυρα που χάνεις τον προσανατολισμό σου, ακόμη και εγώ που ξέρω χονδρικά ότι ανατολικά έχω τα Βαρδούσια, βορειότερα την Γραμμένη Οξιά, βόρεια το Παναιτωλικό, έχω χαθεί!
Ο Εύηνος κινείται δυτικά και δυναμώνει μαζεύοντας τα νερά από πλήθος μικρότερων ρεμάτων, και κάτω από τον όγκο Ξεροβούνι, ύψ. 1.415 μ. σχηματίζονται τα στενά του Εύηνου. Συνεχίζω στο δρόμο (ευτυχώς που υπάρχει κι αυτός) και κάτι έργα βλέπω να γίνονται χαμηλά, διακρίνω ένα απέναντι χωριό, πρέπει να σταματήσω να το δω στον χάρτη, δεν το κάνω. Πρόκειται για κάμποσα χιλιόμετρα, χαμένα μέσα στα δάση, πλαγιές, συναντώ διάσελο με νερό, ποτίστρα, θέα αγναντερή. Είμαι στο διάσελο των Αγίων Αποστόλων – δυστυχώς δεν είδα εκκλησάκι – ένα μικρό εικονοστάσι μόνο. Εδώ ο δρόμος διχαλώνει. Ένας κάνει αριστερά για Λιβαδάκι και δεξιά για Δενδροχώρι.
Διάσελο, εικονοστάσι Αγίων Αποστόλων
Μετά το διάσελο των Αγίων Αποστόλων, γυροφέρνω τον όγκο Ξεροβούνι και πάω για το χωριό Κλεπά, νότια του Κοκκινιά. Καθώς κατηφορίζω, λίγο μετά το διάσελο, δρόμος φεύγει δεξιά μέσα, που λογικά πρέπει να προσεγγίζει τα ψηλώματα του Κοκκινιά. Πρέπει να πηγαίνει ψηλά στο ψηλό διάσελο, στα «γυμνά» του Κοκκινιά, όπου και θα σταματά. Απ’ εκεί η ανάβαση στην κορφή θα είναι κοντά, εάν όμως το ξέρεις στα σίγουρα και εάν περνά ο δρόμος αυτή την εποχή. Χρειάζονταν κάνας βοσκός στον δρόμο μου να «σκάσει» αλλά πούντος!
Διέρχομαι απ’ τον οικισμό Κλεπά για την Αράχοβα
Κατεβαίνω γρήγορα ξανά όλη την διαδρομή των 15 χιλ. και πέφτω στο χωριό, όπου το διασχίζω γρήγορα (Άνω και Κάτω Κλεπά) και βγαίνω με προορισμό το επόμενο χωριό, την Αράχοβα.
Ο ήλιος χαμηλώνει και δεν θα αργήσει να με βρει η νύχτα, χωρίς να έχω βρει ακόμη μέρος για διανυκτέρευση.
Καλύπτω την απόσταση Κλεπά – Αράχοβα, σύντομα, χωρίς να ξεφύγω απ’ την δημοσιά και να βρεθώ στης λίμνης τα νερά, από εδώ πάνω και σκάω κατευθείαν μέσα σε μαγαζί της πλατείας του χωριού!
Είναι αρκετά αστεία η είσοδος στην πλατεία καθώς σκάει το αμάξι σ’ αυτήν μέσα από στενό σοκάκι, που νομίζεις ότι βγήκες σε μέρος με σκαλάκια και τρομαγμένα κάνεις να φρενάρεις. Ρωτάω στο παλιό παραδοσιακό καφενείο δίπλα και μου λένε οι άνθρωποι ότι το χωριό δεν έχει ξενώνα και ότι ξενώνας υπάρχει στην Δομνίστα, μετά από 37 χιλ.!
Ρωτώ για την προσέγγιση στο βουνό Κοκκινιάς και μαθαίνω, ότι αμέσως βγαίνοντας από το χωριό, στα 3 – 4 χιλ. καθώς πάει η δημοσιά, με βόρεια κατεύθυνση, ένας δρόμος φεύγει δεξιά «μέσα» και ανεβαίνει ψηλά στο βουνό, όπου πλησιάζει στην ράχη. Απ’ εκεί η κορφή είναι πολύ κοντά. Ευχαριστώ τους ανθρώπους, που ακόμη διερωτώνται για το ούφο που έπεσε στην περιοχή τους, καταλαβαίνω ότι απ’ εδώ πρέπει να κάνω την ανάβαση νωρίς το πρωί και βγαίνω απ’ το καφενείο. Μπαίνω στο αμάξι προβληματισμένος και ξεκινώ να βγω απ’ το χωριό, περνώντας μπροστά από παρέα νέων εξ Αθηνών, που με κοιτούν με ύψος μπλαζέ. Δεν με πειράζει.
Κατασκηνώνω έξω απ τον οικ. Αράχοβα
Βγαίνω από το χωριό Αράχωβα και βρίσκω αμέσως τον χώρο της διανυκτέρευσης. Πολύ το χάρηκα! Ἀσε που δεν θα μπορούσα από την κούραση να φτάσω στην Δομνίστα, άσε που θα είχα ξεφύγει απ το βουνό Κοκκινιάς, οπότε η «αριστουργηματική» μου κίνηση στο έβγα του χωριού, αμέσως αριστερά το τιμόνι και ανάβαση δίπλα στον δρόμο, στο ωραιότερο μπαλκόνι της περιοχής. Πλάτωμα, γκαζόν στο έδαφος, παγκάκια για αγνάντι, εκκλησία, δίπλα στην δημοσιά! Μιλάμε για «το μέρος». Δεν θα μπορούσα να βρω καλλίτερο.
Μέσα στην παραζάλη μου, πετάω έξω το αντισκηνάκι, το στήνω σε χρόνο μηδέν, καρέκλα και τραπεζάκι, μπιτόνι με νερό είχα φροντίσει να γεμίσω ανεβαίνοντας για το χωριό Κλεπά, (έγκαιρα, πριν αρχίσουν οι περιπέτειες, καθώς πολλές φορές έχω βρεθεί σε υπέροχο μέρος και έχω ξεχάσει να γεμίσω νερό). Δεν το πιστεύω ότι βρίσκομαι σ’ αυτό το υπέροχο μέρος.
Τα αεροπλάνα που περνούν και αφήνουν τον ήχο τους και τα σημάδια τους, ο ήλιος, που έχει αφήσει τα χρώματά του πίσω απ τον όγκο του Καρφοπεταλά, ό,τι πιο ωραίο που μπορούσα να ζητήσω και μου έχει δοθεί.
Σε λίγο έρχεται μπάρμπας με τα δύο εγγονάκια του να κτυπήσουν την καμπάνα! Πιάνω κουβέντα μαζί του, εξηγώντας ποιός είμαι, τι κάνω, τι σκοπεύω να κάνω, ώστε να δώσω στον άνθρωπο την ευκαιρία να βγάλει μία καλλίτερη άποψη γι’ αυτό που βλέπει. Εξοικειώνεται, τα εγγονάκια του μου κάνουν ερωτήσεις για το αντίσκηνο και ο άνθρωπος επιμένει να με καλέσει στο σπίτι του που είναι κάτω από την εκκλησία για φαγητό. Του εξηγώ ότι τα έχω όλα, είμαι μια χαρά, τον ευχαριστώ για το ότι μπορώ να διανυκτερεύσω στο μέρος τους και με διαβεβαιώνει ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Μου δίνει πληροφορίες για το βουνό, για τον δρόμο που ανεβαίνει επάνω, είναι κυνηγός, που πηγαίνει τον χειμώνα δυο και τρεις φορές τη βδομάδα.
Στον ουρανό ψηλά «γράφουν» οι γραμμές των αεροσκαφών αφήνοντας μια γλυκιά αίσθηση με τον απόηχό τους. Ο ήλιος να έχει δύσει πια, πίσω από τον όγκο του Καρφοπεταλιά, πέρα απ’ τα νερά του φράγματος και οι γύρω κορφές έχουν πάρει απ’ το φως του. Βρίσκομαι στο ωραιότερο μπαλκόνι, που θα μπορούσα να φανταστώ, το χωριό στα πόδια μου, ολόγυρα βουνά και ουρανός. Το ωραιότερο σκηνικό που μπορεί να στήσει κανείς, την ωραιότερη ώρα της ημέρας, μετά από ένα τρεχαλητό των αισθήσεων (εικόνων, χρωμάτων και γεύσεων).
Καθώς το σούρουπο πέφτει, απολαμβάνω την κάθε στιγμή, ζω το κάθε τι που κάνω, παρατηρώντας τις ίδιες μου τις κινήσεις, που ενώ είμαι παρακουρασμένος σωματικά, ψυχικά βρίσκομαι σε ανάταση. Ετοιμάζω το γεύμα μου, καθισμένος στο μπαλκόνι έχοντας γύρω μου όλα τα απαραίτητα γι’ αυτό. Προσπαθώ να ανάψω την γκαζιέρα μου που αυτή την φορά δεν έχω ξεχάσει τα.. σπίρτα, ακόμη και τις παστίλιες προθέρμανσης, και την τρόμπα, όλα στην εντέλεια και για το γκαζιεράκι μου είμαι πολύ υπερήφανος γι αυτό, καθώς δουλεύει με πολλών ειδών υγρά, εκτός από το φωτιστικό πετρέλαιο! Τώρα πώς βρέθηκα να κουβαλήσω φωτιστικό πετρέλαιο και όχι καθαρό οινόπνευμα, αυτό ένας Θεός το ξέρει! Αποτέλεσμα ήταν να μην μπορώ να μαγειρέψω παρά τις προσπάθειές μου, οπότε εγκαταλείπω και περνώ σε κρύο πιάτο με ντομάτα, αγγούρι, λουκάνικο βραστό και καλαμπόκι. Ότι σου βρίσκεται είναι ευλογημένο, άσε που το γκαζιεράκι μου δουλεύει πάνω από 6.000 μέτρα, ενώ εγώ δεν βρίσκομαι ούτε στα 1.000!
Ορεογραφία: Κοκκινιάς, ύψ. 1.832 μ.
«Μεγάλος ορεινός όγκος, με όψη οροσειράς, στη ΒΑ πλευρά του νομού Αιτωλοακαρνανίας και στην ΝΑ πλευρά του Ν. Ευρυτανίας. Από την Ορεινή Ναυπακτία (Κράβαρα ή Κράββαρα) στα νότια και ΝΑ χωρίζεται με τον ποταμό Εύηνο (Φίδαρη). Στα ΒΑ χωρίζεται από το συγκρότημα της Οξιάς με αυχένα /διάβαση (1.500 μ.) και τα αντίθετης ροής ρέματα Καψαλόρρεμα και Σταβλιώτη, ενώ δυτικά χωρίζεται από την οροσειρά Πυργούλια με τον αυχένα /διάβαση (1.340 μ.) στου Ψηλού Σταυρού και τα αντίθετης ροής ρέματα Κάκαβος –Κλινοβίτη και Δομνίστας. Αποτελείται από τους σχηματισμούς Κοκκινιάς και Δενδρούλι. Τα πετρώματά του είναι ασβεστόλιθοι και φλύσχης. Η ψηλότερη κορφή του είναι Κοκκινιάς, ύψ. 1.832 μ. Άλλες ψηλές κορφές του είναι : Δενδρούλι, 1.665 μ., Διάσελο ή Αρέντα, 1.512 μ., Μελίστρες, 1.592 μ., Γεροβούνι, 1.415 μ., Σμήνος,1.160 μ. Ανάβαση στην κορυφή μπορεί να γίνει από τον οικισμό Αράχοβα, (970 μ.) σε 0400ω. περίπου»: (Νέζη Νίκου 2010: 161)
Ανάβαση στον Κοκκινιά, ύψ. 1832 μ.,
Νωρίς το πρωί, ανοίγω την πόρτα του αντισκήνου, τα μαζεύω και κάνοντας το σταυρό μου, – εκκλησούλα δίπλα μου – λέω να φύγω. Το προαύλιο της εκκλησούλας, που με φιλοξένησε, «ανεγέρθη το έτος 1967 δαπάνες Γεωργίου Λεων. Καλογερόγιαννη».
Το πρωινό φως είναι εντυπωσιακό, γύρω – γύρω απ’ την λίμνη τα βουνά, τα κοινοτικά φώτα των χωριών σβήσανε νωρίτερα απ’ τις 0600, μαγική εικόνα αναδύεται από μέσα. Η μέρα είναι καταπληκτικά φωτεινή και ακριβώς από πάνω μου ο όγκος του Κοκκινιά. Πάνω απ’ τον Κοκκινιά περνά τις ακτίνες του ο ήλιος, περνά και το αεροπλάνο ξανά, -τα δρομολόγια τα πρωινά πάλι -, είναι καταπληκτικές αυτές οι γραμμές στον ουρανό.
Το βουνό Κοκκινιάς είναι πολύ όμορφο, μια κορφογραμμή, ένα σαμάρι, που ψηλώνει στα νότια, όπου αγριολούλουδα, αγριογεράνια, βιόλες και πέρδικες, που πεταρίζουν ξαφνιασμένες, με θέα εντυπωσιακή προς τα γύρω βουνά και κάτω η λίμνη, που κλέβει την παράσταση.
Ακολουθώντας τις οδηγίες της προηγούμενης μέρας, «από τον σπαστήρα που τερμάτιζε ο χωμάτινος δρόμος» μέσα από το δάσος, κάνω 0100ω, τραβερσάροντας την σάρα με ανηφορική κατεύθυνση για να βγω ψηλά στην ψηλή ράχη. Στην κορφή, βηματίζοντας νότια, όπως πάει αυτή και γέρνει κατά το χωριό Κλεπά, (είναι πάνω απ’ το χωριό Κλεπά), δεξιά η Αράχοβα, η θέα είναι μοναδική. Η πορεία επί της κορυφογραμμής είναι πολύ όμορφη, ενδιαφέρουσα και δίνει την δυνατότητα να μελετήσει κανείς τον περιβάλλοντα χώρο. Ολόγυρα όλα τα Κράβαρα, η λίμνη κλέβει την παράσταση, νότια και δυτικά το φως είναι ωραίο, ενώ στα ανατολικά υπάρχει αχλίδα λόγω ήλιου. Πράγματι, όπως είχα διαπιστώσει την προηγούμενη, στα ανατολικά, δρόμος προσεγγίζει τα γυμνά από το διάσελο των Αγίων Αποστόλων, και φτάνει μέχρι το πέταλο του κυρίως όγκου της κορφής. Σίγουρα θα ανεβαίνουν και απ’ εκεί τσοπαναραίοι. Επίσης στα βόρεια, το σαμάρι της κορυφογραμμής πάει και συναντά τους δρόμους που περνούσαν οι παλιές στράτες των βοσκών που πήγαιναν στο χωριό Ἀμπλιανη της Γραμμένης Οξυάς..
Αφήνω την κορφή και ακολουθώντας την ίδια διαδρομή, πέφτω στη σάρα, όπου και συναντώ μπάρμπα με ανιψιό που έχουν βγει για τσάι και λέμε ότι δεν πρέπει να πηγαίνω μόνος μου στα βουνά. Χαιρετιόμαστε και πέφτω στον σπαστήρα, όπου ανανεώνομαι, φτιάχνω τα πράγματα και ετοιμάζομαι για το ταξίδι του γυρισμού.
Η ώρα είναι 1015, πολύ καλά και κάνω προσεκτικά μέσα στο δάσος την διαδρομή προς τα πίσω, για να βγω στη δημοσιά (περίπου δύο χιλιόμετρα μετά το χωριό Αράχοβα ή η πρώτη διασταύρωση, δεξιά μετά την Αράχοβα) και εκεί που σκάω είναι το μνημείο που έφτιαξε το τάγμα μηχανικού στα χρόνια του μεταεμφυλίου πολέμου. Στην μνήμη όλων εκείνων που έπεσαν για την Ελλάδα, 15ος λόχος μηχανικού, 1950. Ακριβώς από πίσω πινακίδα όπου ένδειξη δεξιά για το χωριό Άμπλιανη.
Συνεχίζω επί της δημοσιάς και σταματώ στο μεγάλο εικονοστάσι – εκκλησάκι με χώρο αναψυχής απέναντι. Μιλάμε για δωρεά οικογένειας Γρηγορίου Παναγιώτη Λουκά, προφανώς για την εκκλησία που συναντώ επί της δημοσιάς, του Αγίου Νικολάου και απέναντι υπάρχουν δύο βρύσες, δεξαμενή μέσα, διαμόρφωση του χώρου έγινε το 1964 με δαπάνη του Δημητρίου και βασιλείου Κων/νου Παπακώστα. Πρόκειται για στοά λαξεμένη, τρέχουν υπόγεια νερά και είναι με καγκελόπορτα κλεισμένη η προσέγγιση, απ’ όπου μπορεί κανείς να δει. Διαβάζω διαβάτη μου το δροσερό νερό μου την δίψα σου να σβήσει..
Επιστροφή
Συνεχίζω σε χωματόδρομο, ψηλά, μέσα σε δάσος, παράλληλα με την δημοσιά που έχω αφήσει, είμαι στις πλαγιές του Κοκκινιά και βγαίνω σε διάσελο, αγναντερό σημείο, έξω από τα έλατα, όπου στα αριστερά του δρόμου εκκλησία με κόκκινη στέγη και υπόστεγο που θα μπορούσε να κοιμηθεί κανείς. Πιθανά και νερό από ποτίστρες, πολύ ωραίο μέρος, ο δρόμος βγαίνει σε ψήλωμα, διάσελο, όπου βοσκοτόπια. Στα αριστερά μου σχηματίζεται μία λεκάνη, πιθανά τοποθεσία Μελίστρες, όπου δυο σύγχρονες ποιμενικές εστίες, δρόμος αριστερά οδηγεί σε κορφή όπου αναμεταδότης και ανακλαστήρας, πιθανά κορφή ανώνυμη 1658 μ. ή κορφή Δεντρούλι 1665 μ. Το μέρος είναι πολύ όμορφο, βοσκοτόπια, κορφές ομαλές και αγνάντια. Συνεχίζω ανατολικά έχοντας στα δεξιά μου διαρκώς τον σαμαρωτό όγκο του Κοκκινιά και φτάνω σε διασταύρωση, όπου δρόμος κάνει δεξιά προς τα νότια και ένας που κάνει βόρεια. Αφήνω την νότια διαδρομή και επιλέγω την βόρεια.
Επί της πορείας μου, στις πλαγιές των κορφών 1658 μ. και Δεντρούλι 1665 μ. λεκάνη με νερά και βοσκοτόπια, όπου στα αριστερά μου δύο καλοστεκούμενες σύγχρονες ποιμενικές εστίες. Πιο κάτω, όταν έχω πάρει όλο το ύψος του διάσελου, στην ευθεία του σαμαριού του Κοκκινιά, συναντώ πινακίδα πεσμένη, που αριστερά δείχνει για Σταυρό και ευθεία (δεξιά) για το Λειβαδάκι. Κάνω αριστερά πια, με το σκεπτικό να μην ξαναβγώ στην κορφή του Κοκκινιά! Η διαδρομή γίνεται σε καλοπατημένο δρόμο, όπου δάση όμορφα και ξέφωτα. Στα δεξιά μου δύο ποιμενικές σύγχρονες εστίες, και στενόμακρο μαντρί για να προφυλάσσουν τα κοπάδια από τον καιρό. Ακόμη δεν έχουν βγει οι τσοπάνηδες εδώ ψηλά. Βοσκοτόπια ποτίστρες, στάνες, ξέφωτα στα ΝΑ. της κορφής Δεντρούλι. Περνάω τον όγκο Δεντρούλι, όπου υπάρχει αναμεταδότης και κεραία και πέφτω σε κομβικό σημείο, όπου πινακίδες.
Διάσελο Σταυρός
Μπροστά μου περνάει άσφαλτος πια και αριστερά κάνει για τα χωριά Σταύλοι και Σταυροπήγι και δεξιά οδηγεί στους οικισμούς Μεγάλη και Μικρή Παλούκοβα.
Διαβάζω: δεξιά Άμπλιανη 4 χιλ., πίσω μου 11 χιλ. (άσε που δεν το πιστεύω ότι από την Αράχοβα μέχρι εδώ είναι μόνον τόσα λίγα χιλ., κάτι λάθος πρέπει να είναι). Υπάρχει ένα κτίσμα της ΔΕΗ στην άκρη που πρέπει να δίνει ρεύμα στον αναμεταδότη που βρίσκεται στην κορφή Δεντρούλι.
Βρίσκομαι στην τοποθεσία Σταυρός, ακόμη ένας Σταυρός όπου δρόμοι πάνε προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Το υψ. εδώ είναι 1530 μ. δείχνει το αλτίμετρό μου, φυσά δαιμονισμένα, τα σύννεφα πάνω από την θάλασσα των βουνών είναι εντυπωσιακά. Κάθομαι και περιμένω τον ήλιο να βγει απ’ τα σύννεφα και χάνομαι. Αργεί και στο τέλος αποφασίζω να εγκαταλείψω και να πάρω τον δρόμο της επιστροφής. Μεσημέρι πια, και αποφασίζω να κάνω δεξιά για το χωριό Σταύλοι. Φτάνω στο χωριό Σταύλοι και διαβάζω: Δομνίστα 9 χιλ. Κρίκελλο 13 χιλ. Καρπενήσι 40 χιλ. και Λαμία 92 χιλ.
Φτάνω σε πιο κομβικό σημείο, διαβάζω: Κρίκελλο δεξιά 6 χιλ., Καρπενήσι 33 χιλ. και Λαμία 85 χιλ. Στα αριστερά Δομνίστα, όπου στέλνω ένα νοερό χαιρετισμό στην θεια που γνώρισα πριν λίγες μέρες στο νοσοκομείο ΝΙΜΙΤΣ, στο ίδιο δωμάτιο με αυτό της μάνας μου. Η θεια που έχει τα διπλάσια χρόνια από μένα, με ροδαλά μάγουλα, τις πλεξούλες ολόγυρα στο κεφάλι και δυο μάτια τόσο φωτεινά, που δεν τα βλέπεις εύκολα και συχνά, μου έχει πει ότι είναι από τη Δομνίστα και όταν της είπα ότι θα πάω στο χωριό της, στον Κοκκινιά και το Δεντρούλι, με είχε προσκαλέσει να πάω στο σπίτι της, θα χαιρόταν πολύ, «κοίτα μη και δεν περάσεις».. Στέλνω χαιρετισμό χαμογελώντας: νάσαι καλά θεια, πάντα γερή να σε θυμάμαι, να χαίρεσαι τα παιδιά και τα εγγόνια σου, φιλιά..
Κάνω δεξιά και φτάνω στο χωριό Κρίκελλο, όπου στο ιστορικό οικισμό, κάμποσα σπίτια έχουν κρατήσει τις στέγες με την σχιστόπλακα, και το κάνουν χωριό πολύ ξεχωριστό. Απ’ εδώ διέρχεται και το διεθνές μονοπάτι Ε4, που περνάει από τους οικισμούς Κρίκελλο, Στάβλοι, Άμπλιανη, Μανδρινή – Λιβαδάκι.
Ο Τάσος Ρήγας, της Ε.Ο.Ο.Σ., γράφει: «..από τα 1020 μ., που βρίσκεται το Κρίκελλο αρχίζει το μονοπάτι αρχικά μέσα από το χωριό και κατηφορίζει προς τον Κρικελλοπόταμο χάνοντας 260 μ. ύψος ως το ξύλινο γεφύρι, που περνάμε τον ποταμό (860 μ.). […] συναντάμε τον χωματόδρομο, που συνδέει το Καρπενήσι με τους Στάβλους, 1 χλμ. περίπου έξω από το χωριό. […] Εξακολουθούμε την πορεία μας επάνω στο δρόμο, που διασχίζει ένα θαυμάσιο δάσος από υψηλά έλατα. Όταν συναντήσουμε τον δρόμο Σταυροπήγι – Λιβαδάκι κάμπτουμε ανατολικά κι ακολουθούμε το σηματοδοτημένο δρόμο ως το Σταυροπήγι, όπου φθάνουμε σε 0430ω. από το ξεκίνημα. Εδώ προβλέπεται διανυκτέρευση. Υπάρχει ξενώνας με 25 κρεβάτια και καφενεία στην πλατεία του χωριού, που προσφέρουν πρωινό και φαγητό της ώρας. Για κράτηση θέσης στον ξενώνα, συνεννόηση με τον πρόεδρο του χωριού Αθ. Χαραλαμπόπουλο, τηλ. 2237-71205. Το χωριό εγκαταλείπεται τον χειμώνα. Οι κάτοικοι επιστρέφουν γύρω στις 15 Μαίου και φεύγουν αρχές Οκτωβρίου. Το Ε4 δεν μπαίνει μέσα στο Σταυροπήγι, αλλά ακριβώς στο νεκροταφείο του χωριού μπαίνει σε σηματοδοτημένο μονοπάτι, που οδηγεί στο χωριό Μανδρινή. […] Βρισκόμαστε σε ύψος 1.300 μ. Αφού περπατήσουμε για λίγο στο ίδιο ύψος αρχίζουμε να κατηφορίζουμε σε ΝΑ κατεύθυνση το μονοπάτι. Σε 0015ω. φτάνουμε στο ξωκλήσι Άγ. Ιωάννης και σε άλλα 0020ω. συναντάμε τον δασικό δρόμο Λιβαδακίου –Μανδρινής δίπλα στο Καψαλόρεμα. Από δω πλέον ακολουθούμε γυρίζοντας ανατολικά τον δασικό δρόμο προς Μανδρινή Πριν φθάσει στο χωριό αυτός ο δρόμος περνάει μέσα από ποτάμι, που την άνοιξη έχει πολύ νερό και το πέρασμά του είναι δύσκολο. […] Ύστερα από πορεία 0100ω. φθάνουμε στην Μανδρινή, μικρό χωριό μόνο σε καφενείο, που κι αυτό εγκαταλείπεται τον χειμώνα. Κατοικείται από κτηνοτρόφους μόνο, που έρχονται γύρο στις 15 Μαίου και φεύγουν τέλος Σεπτεμβρίου – αρχές Οκτωβρίου. Όταν φύγει και η τελευταία οικογένεια κλείνουν το νερό, από το υδραγωγείο και οι βρύσες του χωριού δεν έχουν νερό. Η Μανδρινή βρίσκεται σε υψόμετρο 1.000 μ. (Ρήγα Τάσου, εκ μέρους της Ε.Ο.Ο.Σ.).
Είχα μείνει στο Κρίκελλο. Μετά κατηφορίζω και πέφτω στη δημοσιά Καρπενήσι – Λαμία και κάνω δεξιά για Λαμία. Ο δρόμος είναι μακρύς αλλά δεν με νοιάζει. Το απολαμβάνω, σταματώ στο χάνι του Πανέτσου να τσιμπήσω κάτι, για συναισθηματικούς λόγους πιο πολύ και για να τακτοποιήσω τις σκέψεις μου, παρά για να φάω. Ούτε το στομάχι μου δεν έχει διάθεση να παραπονεθεί, τόχει καταλάβει κι αυτό ότι είμαι ευτυχισμένος.
Τάκης Ντάσιος, Ιούλιος 2002
Παραπομπές
(1) Άνω ή Ορεινή Ναυπακτία (Κράβαρα)
«Η βόρειος περιοχή της επαρχίας Ναυπακτίας ονομάζεται ορεινή Ναυπακτία ή κοινώς Κράβαρα. Περιέχεται μεταξύ των ορέων Βαρδουσίων, Κόρακος και ποταμού Μόρνου προς Α., των ορέων Οξιάς, Σαράνταινας, Υψηλού Σταυρού, Καρφοπεταλιά προς Β., του ποταμού Εύηνου προς Δ. και του όρους Ριγάνι προς Ν.
Κωμοπόλεις και χωριά των Κραβάρων, του τέως Δήμου Κλεπαϊδος, -περιοχή την οποία γυροφέρνουμε – είναι Κλεπά, Αράχοβα, Νεοχώριο, Δενδροχώρι, Λειβαδάκι, Περδικόβρυση»
Κράβαρα
Πολλά εκδοχαί δια την ονομασία Κράβαρα υπάρχουν.. Μερικοί υποστηρίζουν ότι προέρχεται από την Σλαβική λέξη «Κράβαρι», που σημαίνει γελαδότοπος, εκ του ότι και εις το σημερινόν Γρηγόριον Οφιονείας υπάρχει τοποθεσία με το όνομα «Κράβαρι». ΄Αλλοι ισχυρίζονται ότι το όνομα Κράβαρα εδόθη εις την περιοχήν εκ των κατοίκων αυτής Κραβαριτών. Ούτοι δεινοί πολεμισταί εκ φύσεως, κατά τας συγκρούσεις τους με τους Τούρκους εφώναζαν μεταξύ τους «στην κάρα (κεφάλι) βαρείτε»!. Και σήμερον ακόμη λέγουν οι κάτοικοι: «Βαρείτε στο σταυρό»! δηλαδή στο μεσόφρυδο. Έτσι κατά συγκοπήν του α της λέξεως κάρα το «Κάρα βαρείτε» έγινε «Κραβαρίται».
Οποιανδήποτε όμως κι αν είναι η προέλευση της ονομασίας ταύτης, οι σημερινοί Κραβαρίται είναι γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων Αιτωλών έχοντες τα αυτά χαρακτηριστικά γνωρίσματα εκείνων. Είναι δηλαδή φιλελεύθεροι, φιλοπόλεμοι, ανδρείοι, ιπποτικοί, ευσεβείς, πάντοτε αισιόδοξοι. Τις αρετές τους αυτές κατέδειξαν πάντοτε, αλλά και κατά τους τελευταίους εθνικούς αγώνες αποτελούντες τον σκληρό πυρήνα του θρυλικού 2/39 Συντάγματος Ευζώνων [Οι Εύζωνοι ήταν πάντοτε η ιδιαίτερη συμπάθεια του Ελληνικού λαού. Εις τον Εύζωνον υπάρχει πάντοτε κάτω από την φουστανέλα η αριστοκρατική φύσις του Ρουμελιώτη. Το χακί, το φέσι, ο ντουλαμάς, αποτελούν την εξωτερική εμφάνιση. Αλλά από μέσα ο άνθρωπος έμεινε ο ίδιος, λεπτός, οξύς, ταχύς, γενναίος, ορμητικός, ακατάβλητος, υπερήφανος, αισιόδοξος» (Γ. Τσοκοπούλου, οι Εύζωνοι)] αφθόνως επότισαν τα πεδία των μαχών με το αίμα τους. Ουδείς Κραβαρίτης δείλιασε, ουδείς λιποτάκτησε, ουδείς εγκατέλειψε τον συμπαραστάτη του. Με την πολεμική κραυγή αέρα και μοναδικόν όπλον την θαυματουργούσα εις χείρας του ξιφολόγχη ανέτρεψε παντού τους εχθρούς του. (Ντούζου Δημητρίου 1961: 26, 33)
Οι Αιτωλοί στους αγώνες του έθνους έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο. Δια του θρυλικού 2)39 Ευζωνικού τάγματος και μετά συντάγματος Μεσολογγίου, συνετέλεσαν εις την νίκη των Ελληνικών όπλων εναντίον των Τούρκων και των Βουλγάρων (1912-1921). Το Ευζωνικό τούτο σύνταγμα διεκρίθη και επάνω εις τα Αλβανικά βουνά το 1940 εναντίον των Ιταλών επιδρομέων. Τέλος οι Αιτωλοί και εις τον τελευταίον συμμοριτοπόλεμον επολέμησαν με λύσσαν προς προάσπισιν της Ελληνικής Πατρίδος Οι Αιτωλοί εις την πολεμικήν τέχνην, ιδίως δε επί ορεινού εδάφους, είναι απαράμιλλοι και εις τας εκ του συστάδην μάχες υπήρξαν φοβεροί. Πολλοί αξιωματικοί εκ της Αιτωλίας επέδειξαν εξαιρετική διοικητική ικανότητα, στρατιωτική ευφυΐα, άμεμπτον ήθος και αυτοθυσία εις τις μάχες, ώστε πολλοί εξ αυτών έφθασαν εις τις ανώτατες βαθμίδες της στρατιωτικής ιεραρχίας» (Ντούζου Δημήτρη1961: 19) .
Λαϊκή αρχιτεκτονική: σπίτια –ταράτσες
Εδώ σε πολλά σπίτια επάνω στον ξύλινο σκελετό της οροφής είχε χρησιμοποιηθεί πλακερή πέτρα για σκεπή, που είναι οκτώ φορές βαρύτερη από τα κεραμίδια, που χρησιμοποιούσαν οι παμπάλαιοι εκείνοι κάτοικοι. Εκείνοι, μάλλον, στέριωναν σπίτια με ξύλα ή με πλίθες και όχι με λιθάρια, τη σκεπή όμως την κατασκεύαζαν με κεραμίδια. Σε χαμόσπιτα κατοικούσαν εδώ οι άνθρωποι επί Τουρκοκρατίας και έως τις μέρες μας. Οι τοίχοι τους κατασκευάζονταν από πέτρες κολλημένες με λάσπη. Ως τώρα τελευταία τα περισσότερα είχαν μια πόρτα και σπάνια παράθυρα. Σ’ αυτά μπαινόβγαιναν άνθρωποι και ζώα. Και το ηλιακό φως, που κατόρθωνε και εισδύσει, ελάχιστο ήταν κι εκείνο. […] Λίγο –πολύ τα πλείστα εδώ σπίτια στην ίδια κατεύθυνση ήσαν. Το σχήμα τους ήταν παραλληλόγραμμο. Χωρισμένα ήταν σε δυο μέρη –το ένα για τα ζώα και το άλλο για τους ανθρώπους. Το χώρισμα σπάνια ήταν λιθόκτιστο. Συνήθως ήταν ξυλοκατασκευασμένο με πλέχτη ή τσεκουτοπέταυρα. Για να φτιάσουν ταβάνι (κεράνη) στα σπίτια χρησιμοποιούσαν ξύλα από κορμούς δένδρων, τοποθετημένα στη σειρά και το ένα κοντά στο άλλο. Στο σχηματιζόμενο κενό χώρο του νταβανιού, αποθέτανε τροφές για ανθρώπους και για ζώα.
Η ταράτσα αποτελούσε στέγη για ζώα και ανθρώπους τη χειμερινή ιδιαίτερα περίοδο. Η μία από τις τέσσερις πλευρές της, η βασική ήταν ξερολιθιά ή λασπότοιχος σπανιότερα. Πάνω σ’ αυτή στηριζόταν η μία πλευρά ενός παραλληλoγράμμου ξύλινου με μικρή κλίση και διαστάσεις, περίπου 2-2,5 μ. ύψος 4-5 μ. πλάτος και 3-4 μμ. Βάθος. Την παραλληλόγραμμη στέγη και τις γωνίες του παραλληλογράμμου αποτελούσαν χονδροί κορμοί δένδρων. Όλες οι πλευρές καλύπτονταν με κλαδιά δένδρων. Η στέγη πάντα, πιο ενισχυμένη με χοντρότερα και πυκνότερα κλαδιά σκεπαζόταν με πατημένο χώμα 15-20 εκατοστά πάχος, έτσι που να διώχνει έξω το νερό της βροχής. Οι άλλες τρεις πλευρές καλύπτονταν με κλαδιά δένδρων και επαλείφονταν με νερουλή λάσπη. Στην απέναντι πλευρά της βασικής αφήνονταν μικρή πόρτα και αυτή με ευλύγιστα κλαδιά πλεγμένη. Σπάνια αφηνόταν φεγγίτης-παράθυρο για φως και έξοδο καπνού κ.λπ. Εκεί κατοικούσαν εξοχικές γεωργοκτηνοτροφικές οικογένειες, κάποτε χειμώνα – καλοκαίρι, με υγρασία, καπνό, βρωμιά. Εκεί γινόταν το νοικοκυριό μιας φαμελιάς; με γέροντες και μικρά παιδιά και με φιλοξενία νεογέννητων της κρύας ημέρας αρνιών και κατσικιών. Φωτίζονταν και θερμαίνονταν με ξύλα. Όμοιες κατοικίες παρακείμενες είχαν για μικρά και μεγάλα ζώα για τη χειμερινή περίοδο. Στα πάνω χωριά της Ναυπακτίας συνηθιζόταν πολύ η ταράτσα. Στην Αράχοβα π.χ. σώζεται στα τοπωνύμια «Παλιοτάρατσα» και στα επώνυμα «ταράτσας». Από το παλιό σπίτι του Παπακώστα, κοντά στον Καστανόλογγο, με ξυλοδέματα και το αρχαίο παράθυρο με το χαρακτηριστικό «Π» σώζεται με χρονολογία από το 1806. Σ’ αυτά τα σπίτια Τούρκοι, Κλέφτες και αρματολοί έμεναν, όταν περνούσαν από το χωριό. (Μποσινάκου Γεωργίου1983:210-212)
Γεφύρια στον ποταμό Εύηνο – στην Άνω ορεινή Ναυπακτία
«Ο Εύηνος είναι ποταμός της Αιτωλίας, ο οποίος λέγεται κοινώς Φίδαρης. Ο ποταμός αυτός τα παλιά χρόνια λέγονταν Κυκρόμας ή Λυκόρνας ή Λυκέρνας. Μετά απ’ αυτά ονομάστηκε Εύηνος από του Ευήνου του εμβρυοκτόνου, ο οποίος αφού νικήθηκε από τον Ίδη του αδελφού του Λυγγός, την εαυτού θυγατέρα την Μἀρπησσαν ως αριστείον έσφαξε τους εαυτού ίππους, έρριψε και τον εαυτόν του εις τούτον τον ποταμόν και έτσι ονομάσθη Εύηνος» (Πύρρου Διονυσίου, περιηγητικά,1985:υποσημείωση 14α, σ.157)
Σε αναγκαστικά σημεία διάβασης για την επικοινωνία των ανθρώπων από τη μια όχθη των ποταμών στην άλλη, ανέκαθεν ο άνθρωπος έφτιανε γεφύρια και διάβαιναν επάνω ζώα και άνθρωποι. Γεφύρια στον Εύηνο ποταμό αναφέρονται:
- Μία πεζογέφυρα Μπέλεϋ, από παλιά γεφυροκατασκευή, που συνδέει την Ελατόβρυση με το Δενδροχώρι.
- Μία λιθόχτιστη πεζογέφυρα με ίσια επιφάνεια για την διέλευση πεζών και ζώων μικρών και μεγάλων, που στηρίζεται πάνω σε τοξωτές λιθόχτιστες παλαίστρες με συνδετική ύλη ασβεστοκονίαμα (κερέτσι). Βρίσκεται στο ανατολικότερο σημείο της περιοχής Κλεπά και Κρυονερίου. Τώρα μένει παραπονεμένη, δεν περνούν άνθρωποι από απάνω της, την αντικαταστούν άλλες γέφυρες. Στα παλαιότερα χρόνια εξυπηρετούσε τους ορεινούς πληθυσμούς της Ναυπακτίας. Είναι χτισμένη τον περασμένο αιώνα.
- Μία σιδηροτσιμεντένια μεγάλη γέφυρα, μεταξύ Κλεπά και Περδικόβρυση, ικανή να αντέξει στο πέρασμα των πλέον μεγαλυτέρων τροχοφόρων
- Μια καταστραμμένη πεζογέφυρα Μπέλεϋ στην Παλιοκάμαρα της Αράχοβας. Στο σημείο αυτό υπήρξε τοξωτή πεζογέφυρα από τουρκοκρατίας (καμάρα), που παρασύρθηκε από το πολύ νερό και δένδρα, που κατέβασε το ποτάμι το Σεπτέμβρη του 1897.
- Μια στρατιωτική γέφυρα Μπέλεϋ, που στήθηκε στην Παλιοκάμαρα Αράχοβας στα 1981 για την καλύτερη εξυπηρέτηση του πληθυσμού μερικών ορεινών χωριών της Ναυπακτίας και της Ευρυτανίας, που παραχειμάζουν στο Μεσολόγγι ως Αγρίνιο». (Μποσινάκου Γεωργίου1983:214, 212)
Οικισμοί:
Δενδροχώρι, (έως 1928 Τέρνοβα) υψ. 870 μ. Δήμου Πλάτανου, νομού Αιτωλοακαρνανίας. Στα 1928 είχε 153 κατοίκους, 1940 > 228, 1951 > 81, 1961 > 75, 1971 > 19, 1981 > 29, 1991 > 15, 2001 > 28
Αράχοβα, υψ. 960 μ. στις πλαγιές του Κοκκινιά δήμου Πλατάνου νομού Αιτωλοακαρνανίας. Στα 1928 είχε 715 κατοίκους, 1940 > 635, 1951 > 598, 1961 > 346, 1971 > 295, 1981 > 263, 1991 > 253, 2001 > 242.
Κλεπά, υψ. 780, στις πλαγιές της κορφής Κοκκινιάς, δήμου Πλατάνου νομού Αιτωλοακαρνανίας. Στα 1928 είχε 747 κατοίκους, 1940 > 1.040, 1951 > 474, 1961 > 322, 1971 > 170, 1981 > 158, 1991 > 146, 2001 > 301
Λιβαδάκι, υψ. 1.160 μ. στις ΒΑ πλαγιές του Κοκκινιά, δήμου Πλατάνου, νομού Αιτωλοακαρνανίας. Στα 1928 είχε 166 κατοίκους, 1940 > 497, 1951 > 64, 1961 > 22, 1971 > 5, 1981 > 56, 1991 > 86, 2001 > 52
Νεοχώρι (έως 1928 Τσεβελιάσα) ,υψ.720 μ. στις πλαγιές της κορφής Άννινος του Παναιτωλικού, δήμου Πλατάνου, νομού Αιτωλοακαρνανίας. Στα 1928 είχε 496 κατοίκους, 1940 > 636, 1951 > 496, 1961 > 260, 1971 > 149, 1981 > 191, 1991 > 153, 2001 .> 128
Περδικόβρυση (έως 1928 Συνίστα), υψ.680 μ. στις πλαγιές της κορφής Τσεκούρα, δήμου Πλατάνου, νομού Αιτωλοακαρνανίας. Στα 1928 είχε 554 κατοίκους, 1940 > 632, 1951 > 167, 1961 > 145, 1971 > 73, 1981 > 67, 1991 > 39, 2001 > 27.
Μανδρινή (έως 1928 Μεγάλη Παλούκοβα), υψ. 1.020 μ. στις πλαγιές της Οξιάς δήμου Αποδοτίας, νομού Αιτωλοακαρνανίας. Στα 1928 είχε 49 κατοίκους, 1940 > 272, 1951 > 10, 1961 > 18, 1971 > 0, 1981 > 23, 1991 > 75, 2001 > 73
Άμπλιανη (έως 1940 Άμπλιανη, έως 1991 Σταυροπήγειο ή Σταυροπήγιο), υψ. 1.220 μ. στις πλαγιές της Οξιάς δήμου Δομνίστης νομού Ευρυτανίας. Στα 1928 είχε 0 κατοίκους, 1940 > 114, 1951 > 8, 1961 > 9, 1971 > 8, 1981 > 216, 1991 > 187, 2001 > 255
Στάβλοι, υψ. 1.230 μ. στις πλαγιές της Οξιάς Δήμου Δομνίστης νομού Ευρυτανίας. Στα 1928 είχε 213 κατοίκους, 1940 > 525, 1951 > 180, 1961 > 97, 1971 > 17, 1981 > 165, 1991 > 288, 2001 > 304.
Κρίκελλο, υψ. 1.100 μ. στις δυτικές πλαγιές της κορφής Τσούμα της Καλιακούδας, δήμου Δομνίστης νομού Ευρυτανίας. Στα 1928 είχε 640 κατοίκους, 1940 > 1.135, 1951 > 440, 1961 > 467, 1971 > 358, 1981 > 344, 1991 > 391, 2001 > 513.
Χρήσιμες πληροφορίες
- Katelanos.blogspot.gr. Οδηγός πεζοπορίας, ορειβασίας, διαμονής και φαγητό σε Παναιτωλικό, Ναυπακτία, Ευρυτανία. Μια πρωτοβουλία της ομάδας: Κατελάνος & Περίχωρα.
- Ορειβατικός Σύλλογος Καρπενησίου, τηλ. 22370-23051
Ενδεικτική βιβλιογραφία
- Καρκαβίτσα Ανδρέα1925: Ζητιάνος (το συναπάντημα, μυστήρια της ζητιανιάς, τα βότανα, ο βρυκόλακας, δικαιοσύνη, έκδοση τρίτη επιδιορθωμένη, εκδ. Ιωάννης Δ. Κολλάρος, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας»
- Ντούζου Δημήτρη1971: Λαογραφικά ορεινής Ναυπακτίας (Κραβάρων), Αθήναι
- Μποσινάκου Γ.1973: Στ΄ απόσκια της Αράχωβας, Αθήναι
- Χαραλαμπόπουλου Δ. Χαράλαμπου(Διαχείρ.)1983: Ναυπακτιακά, τόμος πρώτος, περιοδική έκδοση της Εταιρείας Ναυπακτιακών Μελετών, Αθήνα
- Χαραλαμπόπουλου Δ. Χαραλ.1985:Ιστοριολαογραφικά Ναυπακτίας (εκπαιδευτικά, αγωνιστικά, πατριδογραφικά, αρχαιολογικά, περιηγητικά, αρχειακά, λαϊκό δίκαιο, έκδ. Συλλόγου Δορβιτσωτών Ναυπακτίας «Η Αναγέννηση», αρ. 3, Αθήνα
- Fermor Leigh Patrick1991: Ρούμελη ταξίδια στη Βόρεια Ελλάδα, μτφρ. Λίνα Κάσδαγλη, εκδ. Ωκεανίδα
- Ντάσιου Τάκη 1995: Κράβαρα, άνθρωποι και βουνά γύρω από τον Εύηνο ποταμό, (ανέκδοτη εργασία)
- Παπαδογεωργόπουλου Γ. Θεοδ.: Στα καραούλια και στα λημέρια της Βοϊτσάς. Ιστορία του χωριού «Βοϊτσά» σήμερα
- Ελατόβρυση, από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα και βιογραφία του ηρωικού τέκνου της και οπλαρχηγού
- Ιωάννη Φαρμάκη Κραβαρίτη και λοιπών οπλαρχηγών του χωρίου αυτού
- Ρήγα Τάσου: Το Ευρωπαϊκό μονοπάτι Υπερσυνοριακών διαδρομών Ε4, της Ελληνικής Ομοσπονδίας Ορειβατικών Συλλόγων (Ομοσπονδία Ορειβασίας)
- Μανιατέα Ηλία, Τεγόπουλου Γιάννη(Εκδ.)2006: Νομός Αιτωλοακαρνανίας Στερεά; Ελλάδα Νο10, σειρά: Ελλάδα, εκδ. ΔΟΜΗ Α.Ε.
- Οδικός και περιηγητικός Άτλας 2009: Στερεά Ελλάδα, κλίμακας 1:50.000, εκδ. Anavasi
- Αλεξάκη Π. Ελευθέριου2010: Ορεινή Στερεά Ελλάδα, Εθνογραφικό ημερολόγιο (1984-1991), εκδ. Δωδώνη, Αθήνα
- Νέζη Νίκου2010: Τα Ελληνικά βουνά, γεωγραφική εγκυκλοπαίδεια, τόμος 2, Ηπειρωτική Ελλάδα (Πελοπόννησος,
- Στερεά Ελλάδα, Θεσσαλία, Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη. Τόμοι1,2,3, εκδ. Ελληνική Ομοσπονδία Ορειβασίας Αναρρίχησης – Κληροδότημα Αθ. Λευκαδίτη
- Σταματελάτου Μιχαήλ, Βάμβα Σταματελάτου Φωτεινή2012: Γεωγραφικό λεξικό της Ελλάδας, τόμοι: Α΄, Β΄, Γ΄, εκδ. γι αυτή την έκδοση Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, ειδική έκδοση για την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ
- Μποσινάκου Γ.:«Αραχωβίτικο λεξιλόγιο» στα Ναυπακτιακά Μελετήματα, τ.5
- Μανιατέα Ηλία, Τεγόπουλου Ηλία(Εκδ.)2006: Νομός Ευρυτανίας Στερεά Ελλάδα Νο 13, σειρά: Ελλάδα,
- Πεζοπορικός χάρτης2019: Ορεινή Ναυπακτία, Παναιτωλικό, Βελούχι, Καλιακούδα, κλίμακας 150.000, σειρά 50, 2,4 εκδ. Anavasi