H χαράκτρια Βάσως Κατράκη άφησε διεθνώς το αποτύπωμά της για την πρωτότυπη τεχνική και καλλιτεχνική της δεξιότητα, υπηρετώντας με συνέπεια θεμελιώδη θέματα και ιδεώδη της ανθρώπινης ζωής.
Ημ/νία Δημοσίευσης: 27/12/2019
Aφιέρωμα της ιστοσελίδας iAitoloakarnania.gr,
με αφορμή τη συμπλήρωση 31 χρόνων από τον θάνατό της.
Η Βάσω Λεονάρδου-Κατράκη (1914-1988), η «κορυφαία ερμηνεύτρια της ανθρώπινης τραγωδίας», υπήρξε, αδιαμφισβήτητα, η σημαντικότερη Ελληνίδα χαράκτρια, που υπηρέτησε την ελληνική Χαρακτική με αφοσίωση, ήθος και αξιοπρέπεια.
Οι ξυλογραφίες της χαρακτηρίστηκαν υποδειγματικές· ήταν από τους λίγους χαράκτες που δούλεψαν λιθογραφίες σε ψαμμίτη, γεγονός που της χάρισε διεθνή φήμη. Μετέφερε στην πέτρα όλα τα θεμελιώδη θέματα, το ιδεώδες της ελευθερίας και του σοσιαλισμού.
Ήταν μαχήτρια στους κοινωνικούς αγώνες, και αυτό εκφράστηκε με ειλικρίνεια στη δουλειά της. Δημιούργησε έργα κοινωνικές μαρτυρίες, σπαράγματα μνήμης, θρήνους και ελεγείες γι’ αυτούς που έπεσαν στον αγώνα.
Η Βάσω Λεονάρδου-Κατράκη γεννήθηκε στις 5 Ιουλίου του 1914 στο Αιτωλικό, ήταν κόρη του κτηματία Γεωργίου Λεονάρδου και της Θεοδώρας Σαρλή και είχε άλλα τέσσερα αδέλφια (δύο αγόρια και δύο κορίτσια). Το 1936 γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών, στο εργαστήριο ζωγραφικής του Παρθένη, και στο Εργαστήριο χαρακτικής του Γιάννη Κεφαλληνού. Στα χρόνια των σπουδών της εισχώρησε στην αριστερά και συμμετείχε σε ομαδική έκθεση σπουδαστών της Σχολής στον «Παρνασσό», με έργα αντιπολεμικού-αντιφασιστικού περιεχομένου. Αποφοίτησε το 1940 και τον επόμενο χρόνο παντρεύτηκε τον Γιώργο Κατράκη με τον οποίο απέκτησε το 1958 δύο παιδιά.
Διαβάστε σχετικά: Το σπίτι της Βάσως Κατράκη στο Αιτωλικό
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, τόσο η ίδια όσο και ο σύζυγός της εντάχθηκαν στο ΕΑΜ. Μάλιστα, το 1945, ξυλογραφίες της συμπεριλήφθηκαν στο λεύκωμα «Θυσιαστήριο της λευτεριάς». Το 1955 πραγματοποίησε την πρώτη της ατομική έκθεση ενώ το 1958 τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο χαρακτικής στη Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας καθώς και με το βραβείο premium στη Μπιενάλε του Λουγκάνο. Το 1966 έλαβε το διεθνές βραβείο λιθογραφίας Tamarint στο πλαίσιο της Μπιενάλε της Βενετίας.
Με την επιβολή της Δικτατορίας, συνελήφθη και εξορίστηκε στη Γυάρο, όμως το επόμενο έτος, απελευθερώθηκε μετά από διεθνείς πιέσεις. Το 1976 τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο της Intergrafik σε διεθνή έκθεση γραφικών τεχνών στην Ανατολική Γερμανία. Διετέλεσε μέλος του ΕΕΤΕ και υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ένωσης Ελλήνων Χαρακτών. Απεβίωσε στις 27 Δεκεμβρίου του 1988.
Το Αρχείο της ΕΡΤ, τιμώντας τη μνήμη της, ψηφιοποίησε και παρουσιάζει το αυτοβιογραφικό της ντοκιμαντέρ (πατήστε στην εικόνα):
Στο αυτοβιογραφικό της σημείωμα γράφει:
Γεννήθηκα στο Αιτωλικό του Μεσολογγίου. Το Αιτωλικό είναι ένα μικρό νησάκι, που το συνδέουνε με τη στεριά δυο μακριά πέτρινα γεφύρια με πολλές μικρές τοξωτές καμάρες. Το σπίτι μας ήτανε σχεδόν όλο μέσα στη θάλασσα και στη γειτονιά καθότανε όλο ψαράδες. Ένα ξυπόλυτο μελισσολόι τριγύριζε ολοήμερα, με τις γυναίκες τους συνέχεια γκαστρωμένες και τα παιδιά , μπακανιασμένα από την ελονοσία.
Ο πατέρας μου λεγότανε Γιώργης Λεονάρδος κι ήτανε κτηματίας, μα περισσότερο τραγουδούσε κι έψελνε στην εκκλησία με μια σπάνια ωραία, ζεστή φωνή. Όταν τραγουδούσε μαζευότανε κόσμος και κοσμάκης σπίτι μας για να τον ακούσει.
Η μανούλα μου ύφαινε ολοκέντητα λεπτά μεταξωτά και μπαμπακερά και πολύχρωμα μάλλινα κιλίμια. Είχε πάρει κι ένα χρυσό βραβείο σε μια Διεθνή Έκθεση στο Παρίσι.
Τα δυο μου αδέρφια, ήτανε μεγαλύτερα από μας τα κορίτσια. Ο μεγάλος, φοιτητής τότε της φιλολογίας μας έφερνε από την Αθήνα ένα μαγικό για μας κόσμο. Παλιά βιβλία με χρωματιστές χαλκογραφίες και ξυλογραφίες, χρωματιστές εικόνες και χαλκομανίες, μπογιές και πινέλα και δεν άφηνε παλιατζίδικο της Αθήνας αγύριστο. Ο μικρότερος, ό,τι έβλεπε το μάτι του τόκαναν τα χέρια του, και μαζί με όλα, ζωγραφίζανε κιόλας και οι δυό τους.
Γύρω-γύρω από τη μικρή μας θάλασσα ήτανε η έξοχή, γεμάτη ελιές, χωράφια καρπερά, μποστάνια, καπνοτόπια, σιτηρά. Μια ζωή στη στεργιά και στη θάλασσα, γεμάτη ιδρώτα και μόχθο.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον μεγάλωσα. Διάβαζα βιβλία και βιβλία πούχε ο αδερφός μου κι οι φίλοι μας. Μ’ άρεσε πολύ το διάβασμα και πιο πολύ ή ποίηση. Κοντά στ’ αδέρφια μου ζωγράφιζα κι εγώ.
Κρυφά, ονειρευόμουνα να γίνω ζωγράφος, μα μου φαινότανε τόσο απίστευτα μεγάλο που δεν μπορούσε λογικά να χωρέσει στο μυαλό μου.
Ό, τι έβλεπα, έλεγα:
– Εγώ αυτό μπορώ να το κάνω.
– Και πολλές φορές έβαζα τον εαυτό μου σε δοκιμασία.
Δεν ήξερα ακόμα ότι, άλλο πράμα είναι η Τέχνη.
Και μια μέρα, σφηνώθηκε ξαφνικά στο μυαλό μου ένα ερώτημα. Κι’ αν γίνω ζωγράφος;
Πώς έγινε έτσι άξαφνα αυτό, δεν το κατάλαβα. Χίλιες καμπάνες χτυπήσανε μέσα μου, κι έχασα τον κόσμο. Από τότε, δεν είχα τίποτε άλλό στο μυαλό μου νύχτα και μέρα.
Μα, χίλιες δυο αναποδιές ξεφυτρώσανε, και ξαφνικά, ο πατέρας μου αρρώστησε βαριά κι έπεσε πολύ πίκρα και θλίψη στο σπίτι μας, πού κράτησε εφτά ολόκληρα χρόνια.
Και κάποια μέρα, αφού πέθανε ο πατέρας μου, ξεκίνησα για την Αθήνα μην ξέροντας ακριβώς τι θα κάνω.
Πήγα στη Σχολή Καλών Τεχνών, κι έμαθα πώς σε λίγες μέρες θ’ αρχίζανε οι εξετάσεις. Αμέσως έτρεξα και γράφτηκα στη Σχολή. Έδωσα εξετάσεις.
Στη Σχολή Καλών Τεχνών είχα Καθηγητές τον Παρθένη στη Ζωγραφική και τον Κεφαλληνό στη Χαρακτική. Πήρα το Δίπλωμα της Σχολής το 1940 με μια τρίμηνη υποτροφία στη Ζωγραφική για τα νησιά και ένα βραβείο και δυό επαίνους στη Χαρακτική. Μετά αμέσως πόλεμος, κατοχή, πείνα, αντίσταση, και μετά πάλι εμφύλιος πόλεμος, πάλι σκοτωμοί άδικοι κι ακατονόμαστοι, εξορίες, φυλακές, όλα τα δεινά της Πατρίδας περάσανε από της δικής μου γενιάς τις πλάτες. Έκανα πολλά ταξίδια σε πολλές Ευρωπαϊκές πόλεις, είδα πολλά Μουσεία και Πινακοθήκες. Το 1955 έκαμα την πρώτη μου έκθεση…
Το Μουσείο Βάσως Κατράκη στο Αιτωλικό
Το “Κέντρο Χαρακτικών Τεχνών-Μουσείο Βάσως Κατράκη”, είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου υπαγόμενο στο Δήμο Ι.Π. Μεσολογγίου. Η κατασκευή του κτιρίου έγινε με χρηματοδότηση και επίβλεψη του ΥΠΕΧΩΔΕ σε οικόπεδο περίπου 25 στρεμμάτων που παραχώρησε ο Δήμος.
Το κτίσμα είναι διώροφο με τέτοια διαμόρφωση, ώστε να φαίνεται ότι το μουσείο είναι κτισμένο σε λόφο. Στο άνω μέρος είναι κατασκευασμένο το μουσείο το οποίο καταλαμβάνει έκταση περίπου χιλίων τετραγωνικών μέτρων και περιλαμβάνει την αίθουσα υποδοχής (200 τμ) και εκατέρωθεν αυτής δύο αίθουσες (400 τμ η κάθε μια), στις οποίες εκτίθενται τα έργα.
Στο ισόγειο του κτίσματος υπάρχουν οι αποθήκες και οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις και σε ξεχωριστό χώρο είναι εργαστήρια χαρακτικής στα οποία νέοι καλλιτέχνες μπορούν να μελετούν και να δημιουργούν χαρακτικά έργα. Η δραστηριότητα αυτή γίνεται με την συνεργασία της Ένωσης Ελλήνων Χαρακτών, των Σχολών Καλών Τεχνών αλλά και του Εικαστικού Επιμελητηρίου Ελλάδας.
Τα εγκαίνια του μουσείου έγιναν στις 25 Ιουνίου 2006 και αποτέλεσαν σημαντικό καλλιτεχνικό γεγονός τόσο για το νομό όσο και για την Ελλάδα γενικότερα. Παραβρέθηκαν τουλάχιστον 1500 άτομα από τα οποία τα 1000 ήρθαν από Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ιωάννινα κ.α.
Στο Μουσείο, μας ξεναγεί ο βοηθός της, και σημερινός μεγάλος χαράκτης Απόστολος Κούστας. Η συγκεκριμένη ξενάγηση θεωρείται η πλέον αξιόλογη γιατί προέρχεται από έναν άνθρωπο που έζησε και μαθήτευσε κοντά στην Κατράκη.
Πηγή: Γιάννης Γιαννακόπουλος
Δείγμα έργων της Βάσως Κατράκη